Τσώπρος Κωνσταντίνος
Ο Κωνσταντίνος Τσώπρος, Μελένικο 1885 - Θεσσαλονίκη 1964, που έζησε και ως αυτόπτης μάρτυρας μιας ταραγμένης περιόδου (1895-1913), διετέλεσε διερμηνέας (Οκτ. 1903 - Ιούλ. 1908)του συνταγματάρχη Θεοφίλ Φράντσεβιτς Σβίρσκυ , της ρωσικής στρατιωτικής αποστολής αναδιοργάνωσης της τουρκικής χωροφυλακής μέσα στα πλαίσια της Συμφωνίας της Μυρστέγης και μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (1912) άσκησε το επάγγελμα του δικηγόρου στην ίδια πόλη. Έγινε περισσότερο γνωστός μετά την έκδοση των αναμνήσεων του (Μελένοικο - Θεσσαλονίκη) που παρέμεναν ως αρχειακό υλικό στο Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου για είκοσι οκτώ χρόνια (1964-1992).
Βιογραφία
Παιδικά χρόνια
Ο Τσώπρος φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο της συνοικίας Αγίων Θεοδώρων και στις τελευταίες τάξεις στο Ελληνικό Σχολείο που λειτουργούσε στο Μελένικο από 18ο αι. και αποφοίτησε το 1900 από την όγδοη τάξη που αντιστοιχούσε με την 2α ή 3 γυμνασίου. Στο Ελληνικό Σχολείο υπήρχε πλούσια βιβλιοθήκη. Από το 1913 η βιβλιοθήκη που μεταφέρθηκε στο Σιδηρόκαστρο υπέστη φθορά κατά την βουλγαρική κατοχή του 1918. Ανάμεσα στα σωζόμενα τότε, των 120 περίπου τόμων, υπήρχαν και τα παρακάτω άξιας μνείας για την αρχαιότητα εκδόσεις:
Οι Βίοι Παράλληλοι του Πλουτάρχου, Φλωρεντία, 1516
Αλεξάνδρου Μαυροκορδάτου, Ιστορία Ιερά ήτοι Ιουδαϊκά, Βουκουρέστι, 1716
Χρυσάνθου Πατριάρχου Ιεροσολύμων, Συνταγμάτιον περί Οφφικίων, Ενετία, 1778
Μελετίου Γεωγραφία. Ενετία 1828
Στο ημιγυμνάσιο Μελενίκου
Το έτος 1900 τοποθετήθηκε στο Μελένιο ως Διευθυντής του ημιγυμνασίου ο Γεώργιος Σφήκας, Σιατιστεύς, και το 1904 ιδρύθηκε ο Σύνδεσμος Ευελπίδων Μελενοίκου που ανέπτυξε αξιόλογη εθνική και κοινωνική δράση μέχρι το 1913 συνεχίζοντας έκτοτε στο Σιδηρόκαστρο τις δραστηριότητές του ως φιλανθρωπικό πλέον σωματείο, όπου ανήγειρε τον Κινηματογράφο Παλλάς και το κέντρο Ομόνοια.
Στο Ιδαδί Θεσσαλονίκης
Το Ιδαδί (Αυτοκρατορικό Λύκειο) Μεκτεπί, όπως ονομάζονταν, ήταν κρατικό, συνεπώς δεν καταβάλλονταν δίδακτρα αλλά τροφεία (12 τουρκικές χρυσές λίρες ετησίως), στεγάζονταν δε στο κτίριο όπου είναι σήμερα το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Αναγέρθηκε το 1892 και η σχετική δαπάνη ανήλθε στο ποσό των 12.000 χρυσών τουρκικών λιρών και ήταν επτατάξιο. Υπήρχε πλήρες εργαστήριο επιστημονικών οργάνων Φυσικής και Χημείας όπως και μικρό μουσείο Φυσικής ιστορίας και Ζωολογίας που ατυχώς διήρπασαν οι Βούλγαροι κατά τον στρατωνισμό τους το 1912 και τα απέστειλαν στην Σόφια, αίθουσα διασκευασμένη σε τζαμί, αίθουσα νοσοκομείου και φαρμακείο με φαρμακοποιό τον Νικόλαο Μαρτίνη. Το Λύκειο αυτό ήταν επτατάξιος σχολή μέσης εκπαίδευσης, όπως το τότε ελληνικόν γυμνάσιο Θεσσαλονίκης, αντί δε των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων διδάσκονταν τα αρχαία περσικά συγγράμματα «Γκουλιστάν» και «Μποστάν και τα δυο έργα του Πέρση ποιητή Σεϊχ Σαδή και τα εγκύκλια μαθήματα ήταν: Θρησκευτικά των οποίων η διδασκαλία για τους μη μουσουλμάνους δεν ήταν υποχρεωτική, Τουρκικά, Αραβικά, Περσικά, Γαλλικά, επίσημη αλληλογραφία, Θεωρητική Αριθμητική, Γεωμετρία, Άλγεβρα, Τριγωνομετρία,, Στοιχεία Μηχανικής, Κοσμογραφία, Ιστορία, Υγιεινή, Φυσική και Χημεία, Ιχνογραφία και Καλλιγραφία.
Στη Νομική Σχολή της Θεσσαλονίκης
Η τουρκική Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης ιδρύθηκε, όπως μας πληροφορεί ο συγγραφέας, με εισήγηση του Γενικού Επιθεωρητή των Νομών Θεσσαλονίκης, Μοναστηρίου και Σκοπίων Χιλμή Πασσα για τη μόρφωση δικαστών που κατάγονταν από τους τρεις νομούς. Ήταν ομότιμη της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κωνσταντινουπόλεως. Ιδρύθηκε το 1907 και λειτούργησε μέχρι το 1912 στα καινούργια κτίρια της Γαλλικής Εταιρείας Λιμένος. Στη σχολή αυτή διδάσκονταν το Ρωμαϊκό Δίκαιο, ο τότε εν ισχύει Κώδικα «Μετζελέ» που ήταν κωδικοποίηση του Ιερού Νόμου (Κοράνιον), το δίκαιο των ενοχών μαζί με κάποιες βασικές διατάξεις του Εμπράγματου Δικαίου, Πολιτική Δικονομία, Πολιτική Δικονομία, Ποινικό Δίκαιο, Ποινική Δικονομία, Πολιτική Οικονομία, Διοικητικό Δίκαιο, Οικογενειακό Δίκαιο, Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο και Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο».
Στη ρωσική στρατιωτική αποστολή
Η ρωσική στρατιωτική αποστολή αποτελούσε κλιμάκιο των Ευρωπαίων αξιωματικών στους οποίους είχε ανατεθεί από το 1904, ύστερα από πιέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων για μεταρρυθμίσεις στη Μακεδονία που αφορούσαν την αναδιοργάνωση της χωροφυλακής. Οι Ρώσοι, όπως όλοι οι Ευρωπαίοι αξιωματικοί διοργανωτές φορούσαν υποχρεωτικά τη νέα στολή των αξιωματικών της τουρκικής χωροφυλακής, αλλά αντί για φέσι έφεραν μαύρο καλπάκι με μπλε κάλυμμα εκτός από τους Άγγλους και τους Ιταλούς, οι οποίοι, υπολαμβάνοντας το καλπάκι ως ρωσικό, έφεραν επιδεικτικά ψηλά κόκκινα φέσια. Η υπηρεσία που του ανετέθη ήταν η μετάφραση μετάφραση από την τουρκικά στη γαλλική όλων των υποβαλλομένων εκθέσεων των διοικητών και υποδιοικητών χωροφυλακής των επαρχιών (καζάδων) Θεσσαλονίκης και Γιαννιτσών, όπως και το αντίστροφο. Η ρωσική, όπως και οι άλλες στρατιωτικές αποστολές, αποχώρησαν μετά την ανακήρυξη του Τουρκικού Συντάγματος (Ιούλιος 1908), παρέμεινε όμως επί συμβάσει από τα μέλη της γαλλικής αποστολής συνταγματάρχης Foulon μέχρι το 1912.
Το Μελένικο (1895-1913)
Όλα σχεδόν τα σπίτια στο Μελένικο ήταν λιθόκτιστα που αποτελούνταν τα περισσότερα από δυο ορόφους, ιδιαίτερα όσα βρίσκονταν στην κοίτη του χειμάρρου., μερικά από τα οποία είχαν διπλούς προστατευτικούς τοίχους για να μη καταρρεύσουν συνεπεία διαβρώσεων των θεμελίων τους από τα ορμητικά νερά. Ο ισόγειος όροφος χρησιμοποιούνταν ως οιναποθήκη με τεράστια βαγένια και τους «κουρήτους» χωρητικότητας 30-50 χιλιάδων οίνου. Από αυτά τα μεν βαγένια είχαν σχήμα μεγάλων βαρελιών οι δε «κουρήτοι» σχήμα κύβου. Από τις σπιτικές οιναποθήκες τα κρασιά μεταφέρονταν σε ασκούς στα εντός των βράχων λαξευτές αποθήκες «τρυπητές», διαστάσεων κατά μέσον όρον 25Χ3Χ6 με στενή είσοδο βάθους 8-15 μέτρων μήκους, 3 μέτρων πλάτους και 4 μέτρων ύψους. Μέσα στις τρυπητές αυτές συναρμολογούνταν τα τεράστια βαγένια. Τις παράξενες αυτές στοές ή κατακόμβες απεθαύμασε Γάλλος περιηγητής εκφράζοντας την απορία του πως εισήχθησαν σε αυτές τα τεράστια αυτά βαγένια μέσα από τόσες στενές εισόδους.
Ο ίδιος στο εισαγωγικό σημείωμά του ομολογεί ότι δεν θα προσφέρει σπουδαία πράγματα, αφού έχουν δημοσιευτεί πολλά για το ίδιο θέμα· έχει όμως την πεποίθηση ότι μερικά γεγονότα που καταγράφει δεν περιλαμβάνονται στην υπάρχουσα έως την εποχή του, βιβλιογραφία για το Μελένικο. Η αφήγησή του επικεντρώνεται κυρίως στην περίοδο της προετοιμασίας της εξέγερσης του Ίλιντεν τόσο στο Μελένικο όσο και στη Θεσσαλονίκη με ενδιάμεση αναφορά στις σχέσεις των Ελλήνων με τους σλαβόφωνους της της ίδιας περιφέρειας που έως το 1895 ήταν αγαθές. από το έτος αυτό ενεργοποιείται δυναμικά η Ανωτάτη Μακεδονο-Θρακική Οργάνωση. Και καταλήγει στην επικύρωση του Μελενίκου βάσει της Συνθήκη Βουκουρεστίου (1913) στην Βουλγαρία. Διατυπώνει την πικρία του καθόσον το Μελένικο απελευθερώθηκε από τον προελάσαντα νικηφόρο Ελληνικό στρατό τον Ιούνιο του 1913 και παρέμεινε ελληνικό (υπό ελληνικήν στρατιωτικήν κατοχήν) (sic) για δυο περίπου μήνες. Ολόκληρος ο πληθυσμός της πόλης μεταναστεύσει αναγκαστικά σε ελληνικό έδαφος για να εγκατασταθεί στο Σιδηρόκαστρο, Σέρρες και Θεσσαλονίκη.