Γλωσσοδέτες: "Σιδηροδρομικός σταθμός του Σιδηροκάστρου" (παλαιό τεστ εισαγωγής στη Σχολή Ευελπίδων).
Στην ελληνική λαογραφία ο γλωσσοδέτης είναι μια φράση ή σειρά λέξεων που έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε είναι δύσκολο να προφερθεί σωστά με μεγάλη ταχύτητα. Χρησιμοποιείται συνήθως σαν λεκτικό παιχνίδι μεταξύ παιδιών κατά τη διάρκεια του οποίου πρέπει κανείς να επαναλάβει ή να επαναλαμβάνει συνεχώς ταχύτερα, λέξεις που μοιάζουν μεταξύ τους, περισσότερο όμως πλαστές, και που καθίστανται έτσι δυσπρόφερτες προκαλώντας τα γέλια με τους αποτυχόντες την ορθή επανάληψη.
Παλαιότερα αποτελούσε και "τεστ" προφορικών εισαγωγικών εξετάσεων στις στρατιωτικές Σχολές.
"Σιδηροδρομικός σταθμός του Σιδηροκάστρου" (παλαιό τεστ εισαγωγής στη Σχολή Ευελπίδων).
"Ο τζίτζιρας ο μίτζιρας ο τζιτζιμιτζιχότζιρας, ανέβηκε στη τζιτζιριά στη μιτζιριά στη τζιτζιμιτζιχοτζιριά, να κόψει τζίτζιρα μίτζιρα τζιτζιμιτζιχότζιρα."
"Πίτα σπανακόπιτα σπανακολαδοφραγκοσυκοπαντζαροκολοκυθόπιτα."
"Άσπρη πέτρα ξέξασπρη κι απ' τον ήλιο ξεξασπρότερη."
"Στου παππού μου τη ζωνάρα μια χοντρή χοντρή ξωμπλάρα που την εχοντροξώμπλιασε του χοντροξώμπλη η μάνα."
"Της καρέκλας το ποδάρι, ξεκαρεκλοποδαρώθηκε ποιος το ξεκαρεκλοποδιάριασε ο ξεκαρεκλοποδαράς."
"Το ξίδι του Ξέρξη ξίδιασε"
"Φάλαινα, φαλαινάκι"
"Μια τίγρη με τρία τιγράκια."
"Νερό, λινάρι, νερολίναρο, νεροκαθαρολίναρο"
"Ο γιος του Ρουμπή, του Κουμπή, του ρουμποκομπολογή, βγήκε να ρουμπέψει, να κουμπέψει, να ρουμποκομπολογέψει, και τον πιάσαν οι ρουμπήδες, οι κουμπήδες, οι ρουμποκομπολογήδες."
"Οι σπανοί Ισπανοί εις πανί εζωγράφισαν εις πανικό ισπανικό στρατό"
"Ο κόπρος ο παντακόκοπρος, που κόπρευε και μούλευε τα παντακοκοπρομούμουλα."
"Ο παπάς ο παχύς, έφαγε παχιά φακή. Γιατί παπά παχύ έφαγες παχιά φακή;"
"Μια πάπια, μα ποια πάπια; Μια πάπια με παπιά."
"Έκατσε η κουτσή κατσίκα κάτω"
"Έφαγα και χόρτασα, ζεστά ξερά σκαστά κουκιά, με τη ζεστή ξερή σκαστή κουτάλα"
"Η συκιά μας η διπλή, η διπλογυριστή, κάνει τα σύκα τα διπλά, τα διπλογυρι-γυριστά. Πάει ο σκύλος ο διπλός, ο διπλογυρι-γυριστός, να φάει τα σύκα τα διπλά, τα διπλογυρι-γυριστά"
"Καλημέρα καμηλάρη, καμηλάρη καλημέρα"
"Κάστανα βραστά σκαστά με τη βραστή σκαστή κουτάλα."
"Κοράλι ψιλοκόραλο και ψιλοκοραλάκι."
"Βαρέλι νεροβάρελο, ποιος σε νεροβαρελόδενε;- Του νεροβαρελοδέτη ο γιος.
"Εκκλησούλα μολυβδοκολοπελεκητή, ποιος σε μολυβδοκολοπελεκητούσε; Ο γιος του μολυβδοκολοπελεκητή."
"Εκλησιά μολυβδωτή γλυκομολυβδοκαντηλοπελεκητή, ποιος σε γλυκομολυβδοκαντηλοπελέκησε; Του γλυκομολυβδοκαντηλοπελεκητή ο γιος. Αν είχα τα γλυκομολυβδοκαντηλοπελέκια του θα σε γλυκομολυβδοκαντηλοπελεκούσα καλύτερα από του γλυκομολυβδοκαντηλοπελεκητή το γιο!" (Νάξου)
"Μια εκκλησιά μολυβδωτή, μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή, ποιος την μολυβδοκοντυλογλυπτοπελέκησε; Ο γιος του μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή; Αν είχα εγώ τα σύνεργα, τα μίνεργα του γιου του μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή, θα τη μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκούσα καλύτερα από το γιο του μολυβδοκοντυλογλυπτοπελεκητή"