Κονδύλης Γεώργιος

 Αντγος Γεώργιος Κονδύλης

Γεώργιος Κονδύλης: ο "κεραυνός" (1879-1936) 

Πρόλογος – στρατιωτική σταδιοδρομία (1879-1922)

 
Γεννήθηκε 14 Αυγούστου 1879 στον Προυσό Ευρυτανίας και στα 18 του χρόνια κατατάχθηκε ως εθελοντής στο στρατό. Συμμετείχε στην Κρητική Επανάσταση (1896), στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο (1897) και τον Μακεδονικό Αγώνα (1904-1908) ως οπλαρχηγός. Διακρίθηκε για την στρατιωτική του επίδοση στους δύο Βαλκανικούς πολέμους προαγόμενος σε Λοχαγό τον Μάιο του 1914. Ακολούθως στρατεύτηκε στον Βορειοηπειρωτικό αγώνα και ως διοικητής τάγματος του Στρατού της Αυτόνομης Ηπείρου έδρασε κυρίως στην περιοχή Κορυτσάς υπό την γενική αρχηγεία του Γ. Τσόντου – Βάρδα.

Στον Εθνικό διχασμό τάχθηκε ανεπιφύλακτα με τον Βενιζέλο με τον οποίο διατηρούσε απευθείας αλληλογραφία σε όλη αυτή την περίοδο. Ο Κονδύλης πρωταγωνίστησε στο περίφημο επεισόδιο της «Φαιάς Πέτρας» τον Αύγουστο του 1916, όπου αρνήθηκε να παραδώσει το οχυρό στους Γερμανοβούλγαρους επί τρεις ημέρες παρά τις διαταγές της κυβέρνησης Σκουλούδη και λίγο αργότερα προσχώρησε οριστικά στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας. Ως εντολοδόχος της κυβέρνησης της Άμυνας διεξήγαγε την στρατολογία στην περιοχή της Χαλκιδικής ασκώντας εκτεταμένη βία στον τοπικό πληθυσμό που αρνήθηκε να συμμετάσχει, ενώ εκτέλεσε δια απαγχονισμού τον Γρηγόριο Σενάπαλο επικεφαλής της αντιβενιζελικής στάσεως στον Πολύγυρο. Ακολούθως το 1917 διακρίθηκε στην μάχη του Chemin de Fer όπου ηγήθηκε της Ελληνικής επίθεσης στην πρώτη γραμμή, λαμβάνοντας τον βαθμό του ταγματάρχη μετά από εισήγηση αξιωματικών της Αντάντ.

Έλαβε μέρος στην εκστρατεία της Ουκρανίας το 1919 αλλά και στην Μικρασιατική εκστρατεία, όπου διακρίθηκε στην μάχη στην περιοχή του Σαλιχλή, στην απελευθέρωση της Φιλαδέλφειας, αλλά και στην συντριβή του κινήματος του Τζαφέρ Ταγιάρ στην Ανατολική Θράκη. Μετά τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 κατά τις οποίες νόθευσε την ψηφοφορία στην μονάδα του αντικαθιστώντας τα αντιβενιζελικά ψηφοδέλτια στις κάλπες με βενιζελικά, εγκατέλειψε την μονάδα του και κατέφυγε με άλλους φανατικούς βενιζελικούς αξιωματικούς στην Κωνσταντινούπολη όπου ίδρυσαν την οργάνωση «Εθνική άμυνα Κωνσταντινούπολης». Η οργάνωση αυτή συντηρούταν οικονομικά από τους Έλληνες ομογενείς της Πόλης και διεξήγαγε σφοδρή προπαγάνδα εναντίον της Ελληνικής κυβέρνησης και υπέρ της επιστροφής του αυτοεξόριστου Βενιζέλου. Τα έντυπα της οργάνωσης ήταν τόσο επιθετικό απέναντι στην Ελληνική κυβέρνηση και τον Βασιλιά, ώστε ο Κεμάλ με αεροπλάνα να ρίπτει αντίτυπα του στις Ελληνικές προφυλακές για να εντείνει την  σύγχυση στο Ελληνικό στρατόπεδο.

Είσοδος στην πολιτική, η επιτυχημένη σταδιοδρομία του στα στρατιωτικά κινήματα (1923-1926)

Αμέσως μετά την κατάρρευση του Μικρασιατικού μετώπου και την καταστροφή της Σμύρνης, γνωρίζοντας ότι η πτώση της κυβέρνησης ήταν επικείμενη, ο Κονδύλης αποβιβάστηκε με τους υπόλοιπους Αμυνήτες στην Ραιδεστό με πρόθεση να κηρύξει στρατιωτικό κίνημα για να καταλάβει την εξουσία. Τον πρόλαβε όμως η επανάσταση Πλαστήρα – Γονατά που κηρύχτηκε στην Χίο και στην Λέσβο και αναγκάστηκε να προσχωρήσει σε αυτή. Ακολούθως, αμνηστεύθηκε για την δράση του στην Κωνσταντινούπολη και έλαβε την διοίκηση της μεραρχίας Κρητών στο μέτωπο του Έβρου. Μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λοζάνης (Ιούνιος 1923) απείλησε να μην συμμορφωθεί στους όρους της και για τον λόγο αυτό αποστρατεύτηκε. Όταν έγινε το κίνημα Γαργαλίδη – Λεοναρδόπουλου βρισκόταν συμπτωματικά στην Θεσσαλονίκη όπου ανέλαβε την διοίκηση  των πιστών στην κυβέρνηση στρατευμάτων. Αρχικά συνέτριψε τους αντεπαναστάτες υπό τον Ζήρα στην τοποθεσία Νάρες και ακολούθως μετέφερε σιδηροδρομικώς μια μεραρχία Κρητών σιδηροδρομικώς στην Θήβα και από εκεί στην περιοχή όπου είχαν προωθηθεί τα στρατεύματα των «αντεπαναστατών». Η παρουσία του έδωσε την αριθμητική υπεροχή στον Πλαστήρα και εξανάγκασε τους «αντεπαναστάτες» να παραδοθούν. Για την γρήγορη αυτή επέμβαση, εκτός του βαθμού του υποστράτηγου έλαβε και το προσωνύμιο «Κεραυνός» που θα τον συνοδεύει στα υπόλοιπα χρόνια του πολιτικού του βίου.

Κυβέρνηση Παπαναστασίου (1924)

 Στη συνέχεια ο Κονδύλης στήριξε με πάθος την πτώση της Βασιλείας αποτελώντας μαζί με τους Πάγκαλο και Χατζηκυριάκο το στρατιωτικό σκέλος των οπαδών της αβασίλευτης δημοκρατίας. Στις εκλογές της 16ης Δεκεμβρίου 1923 εξελέγη πληρεξούσιος με την «Δημοκρατική Ένωση» και ως αδιάλλακτος αντιβασιλικός έλαβε για πρώτη φορά το χαρτοφυλάκιο του Υπουργείο Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Παπαναστασίου τον Μάρτιο του 1924. Στην ορκωμοσία του ως υπουργός έσπασε το πρωτόκολλο του επίσημου ενδύματος, προσερχόμενος με απλή στολή συνταγματάρχη. Μετά το δημοψήφισμα και την πτώση του Θρόνου, ίδρυσε νέο πολιτικό κόμμα στο οποίο εντάχθηκε μικρή ομάδα πληρεξουσίων, παραιτήθηκε από υπουργός για να αποσταθεροποιήσει την κυβέρνηση Παπαναστασίου, ενώ προέβη σε παρασκηνιακές ενέργειες και συνεννοήσεις για την πτώση της. Συνδέθηκε με στενή φιλία με τον βαθύπλουτο εργοστασιάρχη Μποδοσάκη, ο οποίος υπήρξε βασικός χρηματοδότης του στα επόμενα χρόνια.

Τον Οκτώβριο του 1924 ανέλαβε υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Μιχαλακόπουλου και καθώς έβλεπε την μεγάλη φθορά της κυβέρνησης αλλά και του πολιτικού συστήματος στην συνείδηση των πολιτών, τον Μάιο του 1925 δημιούργησε τις παραστρατιωτικές μονάδες των «κυνηγών» ώστε στην πρώτη ευκαιρία να τις χρησιμοποιήσει για να αναλάβει την εξουσία. Όταν έγινε το κίνημα του Παγκάλου τον Ιούνιο του 1925 στην σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον Κουντουριώτη προσφέρθηκε να αναλάβει την Πρωθυπουργία και να χτυπήσει ενόπλως τους στασιαστές κάτι που δεν συνέβη λόγω της επέμβασης του Παπαναστασίου που δεν ήθελε να χυθεί «δημοκρατικό αίμα» στους δρόμους των Αθηνών. Ακολούθως, σε μια από τις πολλές του οβιδιακές μεταμορφώσεις, ο Κονδύλης ως πληρεξούσιος της Δ΄ Εθνοσυνέλευσης μαζί με όσους των υποστήριζαν, έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον Πάγκαλο συντελώντας να νομιμοποιηθεί το στρατιωτικό κίνημα με «κοινοβουλευτικό μανδύα». Τον Φεβρουάριο του 1926 ο Κονδύλης σχεδίασε ένα κίνημα για να ανατρέψει τον Πάγκαλο, αλλά συνελήφθη την τελευταία στιγμή και εκτοπίστηκε στη Σαντορίνη. Απελευθερώθηκε δύο μήνες αργότερα, όταν αποδέχθηκε δημοσίως την εκλογή Πάγκαλου στην Προεδρία της Δημοκρατίας, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη του. Την ίδια στιγμή εξύφαινε νέα συνωμοσία για κίνημα κατά του δικτάτορα με συμμετέχοντες πολλούς κορυφαίους Παγκαλικούς στρατιωτικούς παράγοντες, όπως οι αρχηγοί των δημοκρατικών ταγμάτων Ναπολέων Ζέρβας και Βασίλειος Ντερτιλής, που είχαν απογοητευτεί από την αποτυχημένη διακυβέρνηση του Παγκάλου.

Η πρώτη Πρωθυπουργία και η συμπόρευση με τους «Φιλελευθέρους»(1926-1932)

Στις 21 Αυγούστου 1926 ο Κονδύλης χάρις τα δημοκρατικά τάγματα πέτυχε στο κίνημα του και συνέτριψε το παγκαλικό καθεστώς σε λίγες ώρες. Η άνοδος του στην εξουσία επικρίθηκε από όλα τα κόμματα και από μεγάλο κομμάτι της κοινής γνώμης που ζητούσε επίμονα σχηματισμό Οικουμενικής κυβέρνησης και εκλογές. Στην σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών που ακολούθησε στις 26 Αυγούστου, τα αντίπαλα κόμματα δεν βρήκαν  κοινό τόπο συνεννόησης, και έτσι ο Κουντουριώτης του έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης.

Λίγες ημέρες μετά, στις 9 Σεπτεμβρίου, ο Κονδύλης αποφάσισε την διάλυση των «δημοκρατικών ταγμάτων» που είχαν καταστεί κράτος εν κράτει και ακολούθησε μεγάλη αιματοχυσία στο κέντρο των Αθηνών καθώς και πρωτοφανής λαϊκή εξέγερση από πολίτες όλων των κομμάτων και τάξεων που είχαν βαρεθεί την στρατοκρατία. Μετά τα δραματικά αυτά γεγονότα, ο Κονδύλης δέχτηκε ισχυρές πιέσεις από σύσσωμο τον Τύπο και την κοινή γνώμη και αναγκάστηκε να οδηγήσει τη χώρα σε ανόθευτες εκλογές στις 9 Νοεμβρίου 1926 με απλή αναλογική και αποχή του κόμματος του. Στις επόμενες εκλογές της 19ης Αυγούστου 1928, συμμετείχε με το «Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα» που έλαβε 9 έδρες και ο ίδιος εκλέχθηκε βουλευτής Καβάλας.

Η μεγάλη στροφή στον αντιβενιζελισμό και η Παλινόρθωση (1932-1935)

Στις εκλογές της 25ης Σεπτεμβρίου 1932 ο Κονδύλης μετονόμασε το κόμμα του σε Εθνικο - ριζοσπαστικό κι έλαβε 6 έδρες, συνεργαζόμενος με το Κόμμα των Φιλελευθέρων, εξελέγη ο ίδιος βουλευτής Τρικάλων. Δεν άργησε να διαπιστώσει την πολιτική φθορά που είχαν υποστεί οι Φιλελεύθεροι και ο Βενιζέλος προσωπικά από την διακυβέρνηση της προηγούμενης τετραετίας και έτσι έκανε τη μεγάλη στροφή και συνεργάστηκε με το αντιβενιζελικό Λαϊκό Κόμμα, λαμβάνοντας το χαρτοφυλάκιο του Υπουργείου Στρατιωτικών από τον πρωθυπουργό Παναγή Τσαλδάρη τον Οκτώβριο του 1932. Στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933 συνεργάστηκε και πάλι με τους Λαϊκούς, αυξάνοντας τις έδρες του κόμματός του σε 11. Όταν εξερράγη το κίνημα του Πλαστήρα τα ξημερώματα της 6ης Μαρτίου, βρισκόμενος στην Λάρισα απείλησε τους κινηματίες με αντίποινα και άμεση στρατιωτική επέμβαση με όσα στρατεύματα είχε στην διάθεση του αν δεν κατέθεταν τα όπλα. Ακολούθως στην κυβέρνηση Τσαλδάρη που σχηματίστηκε, ανέλαβε και πάλι το Υπουργείο Στρατιωτικών και σταδιακά ξεκίνησε μια συντονισμένη προσπάθεια παραγκωνισμού των βενιζελικών αξιωματικών που είχαν εδραιώσει την θέση τους μετά το 1923.

Μετά την απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου στην Κηφισίας το καλοκαίρι του 1934, βάθυνε το χάσμα εκ νέου μεταξύ βενιζελικών και αντιβενιζελικών. Ο Βενιζέλος, ο εξόριστος Πλαστήρας στην Γαλλία και πολλοί επώνυμοι αξιωματικοί προετοίμασαν ένα στρατιωτικό κίνημα που εκδηλώθηκε την 1η Μαρτίου 1935. Ο Κονδύλης αν και είχε πληροφορίες από μήνες για την συνωμοσία επέτρεψε να εκδηλωθεί το κίνημα, είτε για να το ενστερνιστεί, είτε για να το καταστείλει αναλόγως της δυναμικής του και των εξελίξεων. Οι κινηματίες εκτός από την κατάληψη του στόλου απέτυχαν να επικρατήσουν είτε στην Αθήνα είτε στην Θεσσαλονίκη, έτσι ο Κονδύλης εκδηλώθηκε αποφασιστικά για την καταστολή του κινήματος. Ανακλήθηκε στο στράτευμα με τον βαθμό του αντιστράτηγου και οδήγησε τις κυβερνητικές δυνάμεις σε νικηφόρο προέλαση στην Δυτική Θράκη εναντίον των στρατευμάτων των βενιζελικών κινηματιών υπό τον υποστράτηγο Καμμένο που συνετρίβησαν μέσα σε λίγες ώρες χωρίς να προβάλλουν αντίσταση. Πριν τις συντακτικές εκλογές της 9ης Ιουνίου 1935, ο άλλοτε πρωτεργάτης της έξωσης του Θρόνου από την Ελλάδα, τάχθηκε ανοιχτά υπέρ της επαναφοράς της βασιλείας. Ο Κονδύλης οδηγήθηκε σε αυτή την απόφαση αναλογιζόμενος την συντριβή των κινηματιών, την λαϊκή μεταστροφή και την απόλυτη πολιτική επικράτηση των αντιβενιζελικών που είχαν πλέον επικρατήσει στον στρατό και στις δημόσιες υπηρεσίες και ζητούσαν να ανταποδώσουν την πολιτική καταπίεση που είχαν δεχθεί την προηγούμενη δεκαετία.

Ακολούθησε μια περίοδος μεγάλης εσωστρέφειας της αντιβενιζελικής παράταξης καθώς υπήρχε εντός αυτής μια μετριοπαθή πτέρυγα υπό τον Πρωθυπουργό Τσαλδάρη που είτε ήθελε να ματαιώσει είτε να αναβάλλει την Παλινόρθωση. Ο στρατός όμως που είχε στις τάξεις του πλέον μόνο αντιβενιζελικούς αξιωματικούς συνεννοήθηκε με τον Κονδύλη και στις 10 Οκτωβρίου 1935 οι διοικητές των τριών όπλων Παπάγος, Ρέππας  και Οικονόμου εμπόδισαν τον Τσαλδάρη να μεταβεί στην βουλή και τον εξανάγκασαν σε παραίτηση. Χάρις την στρατιωτική αυτή επέμβαση, ο Κονδύλης σχημάτισε κυβέρνηση κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα με μειοψηφικό ψήφισμα της Ε΄ Εθνοσυνέλευσης και κήρυξε τον στρατιωτικό νόμο. Η 45ημερη διακυβέρνηση του Κονδύλη δεν ήταν παρά μια ατελείωτη σειρά διαταγμάτων που απένειμαν συντάξεις σε στρατιωτικούς, ανάπηρους πολέμου, οπλαρχηγούς του Μακεδονικού Αγώνα και αδικημένους στρατιωτικούς της δεκαετούς πολεμικής εξόρμησης. Ακολούθως εκδίωξε τον Ζαΐμη από πρόεδρο της δημοκρατίας, αυτοανακηρύχθηκε αντιβασιλιάς και στις 3 Νοεμβρίου διενήργησε ένα ολοφάνερα νόθο δημοψήφισμα, στο οποίο το 97,8% των ψηφοφόρων τάχθηκε υπέρ της βασιλείας. Η έλευση του βασιλιά Γεώργιου στις 25 Νοεμβρίου 1935 στο Φάληρο υποτίθεται ότι ήταν η ολοκληρωτική δικαίωση της πολιτικής του την τελευταία τριετία, όμως τελικά αποδείχθηκε το ακριβώς αντίθετο. Ο Βασιλιάς Γεώργιος επιθυμούσε την λήθη και την συνεννόηση με τους βενιζελικούς και τον Βενιζέλο προσωπικά, εξέφρασε την θέληση του να αμνηστευθούν οι κινηματίες του 1935 και οδήγησε τον Κονδύλη σε παραίτηση στις 30 Νοεμβρίου 1936.

Το απροσδόκητο τέλος – σύντομη αποτίμηση

Στις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936 ο Κονδύλης συνέπραξε με την αντιβενιζελική «Λαϊκή Ριζοσπαστική Ένωση» (Ι. Θεοτόκης, Ι. Ράλλης κ.ά) των φανατικών βασιλοφρόνων και εξέλεξαν συνολικά 60 βουλευτές. Λίγες μέρες αργότερα, στις 31 Ιανουαρίου, ο Κονδύλης πέθανε από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 57 ετών.

Ο Κονδύλης υπήρξε ένας αυτοδημιούργητος σκληροτράχηλος αρχικά αξιωματικός μετέπειτα πολιτικός με ιδιαίτερη διαίσθηση των κοινωνικών αιτημάτων και διεργασιών, καθώς ο ίδιος προερχόταν από την κατώτερη κοινωνικά βαθμίδα. Ευφυής, εύστροφος, οξύνους με διορατικότητα και ισχυρή κρίση, ζύγιζε επιδέξια ανθρώπους και καταστάσεις. Ρεαλιστής μέχρι ωμότητας, προσγειωμένος, πατούσε πάντα γερά στο έδαφος, ποτέ δεν έχανε την επαφή με τις μάζες και το κοινό αίσθημα του λαού. Διέκρινε από μακριά τις «χαμένες υποθέσεις», άρπαζε γερά τις εμφανιζόμενες ευκαιρίες, υπήρξε αδυσώπητος στους εχθρούς του, γενναιόδωρος στους οπαδούς του. Αναδείχθηκε μέσα από τις συνεχείς επεμβάσεις του στρατού στην πολιτική, στις οποίες κατάφερνε πάντα να βρίσκεται στο πλευρό του νικητή.

Γεννήθηκε το 1878 στον Προυσσό Ευρυτανίας. Κατατάχθηκε ως Εθελοντής στο στρατό το 1897 σε ηλικία 17 ετών και συμμετείχε στον ατυχή πόλεμο του 1897 και στην Κρητική επανάσταση.
Το 1898 προήχθη σε Δεκανέα, το 1899 σε Λοχία , το 1903 σε Επιλοχία, το 1909 σε Ανθυπασπιστή, το 1910 σε Ανθυπολοχαγό, το 1913 σε Υπολοχαγό, το 1914 σε Λοχαγό, το 1917 σε Ταγματάρχη, το 1918 σε Αντισυνταγματάρχη, το 1920 σε Συνταγματάρχη, το 1923 σε Υποστράτηγο και το 1935 σε Αντιστράτηγο.
Συμμετείχε στο Μακεδονικό αγώνα (1904-1908) ως οπλαρχηγός όπου και τραυματίστηκε.
Σε ηλικία 33 ετών, ως Λοχαγός συμμετείχε στους Βαλκανικούς Πολέμους, όπου διακρίθηκε ιδιαιτέρως.
Το 1914, ως Αντισυνταγματάρχης συμμετείχε στο βορειοηπειρωτικό αγώνα.
Το 1915 υπερασπίστηκε το οχυρό ΦΑΙΑ ΠΕΤΡΑ βορείως των Σερρών εξα-σφαλίζοντας την τιμή των Ελληνικών όπλων και το 1918 είναι ο εκπορθητής του υψώματος ΣΚΡΑ, βορείως των Γιαννιτσών που αποτελεί την πρώτη νίκη των Συμμάχων στο Μακεδονικό Μέτωπο.
Το 1916 συμμετείχε σε όλες τις επιχειρήσεις του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου στο Μακεδονικό Μέτωπο, μέχρι τη λήξη του (1918).
Το 1919 μετείχε στην εκστρατεία του Ελληνικού Στρατού στη Μεσημβρινή Ρωσία (Ουκρανία) με το 3ο Σύνταγμα της 13ης Μεραρχίας και το 1920 στους αγώνες του Ελληνικού Στρατού στη Μικρά Ασία όπου και διακρίθηκε ιδιαιτέρως.
Το 1923 έγινε Υπουργός των Εσωτερικών και των Στρατιωτικών. Το 1926 γίνεται για πρώτη φορά Πρωθυπουργός της χώρας σε ηλικία 47 ετών και για δεύτερη το 1935 ενώ το Νοέμβριο του ιδίου έτους του δίδεται το αξίωμα του Αντιβασιλέα.
Την 31 Ιανουαρίου 1936 σε ηλικία 57 ετών πέθανε στην Αθήνα και ετάφη στα Τρίκαλα, όπου έζησε για πολλά χρόνια. Του αποδόθηκαν τιμές Πρωθυπουργού.

Το όνομά του είναι συνδεδεμένο με όλα τα σημαντικά Εθνικά και Πολιτικά γεγονότα της 20ετίας 1916-1936.

Ακολουθήστε μας στο Google News

Google News <-----Google News

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Μέγας Αλέξανδρος διαβαίνει τον Ελλήσποντο, 1 Απριλίου 334 π.Χ.

Νέα

Φωτογραφία της ημέρας

Φωτογραφίες

Βίντεο

Πρόσωπα

Καταστήματα

Συνταγές

Χθεσημεραυριο

Μουσικές Επιλογές: Bουτιά στο παρελθόν

Ιστορίες

Τσιμεριτας

Ο χαζός του χωριού

Κλινικός Ψυχρολόγος