Τσικνοπέμπτη
Η Τσικνοπέμπτη είναι γιορτή της ορθόδοξης παράδοσης στην οποία καταναλώνονται μεγάλες ποσότητες κρέατος. Λαμβάνει χώρα την Πέμπτη, λόγω του ότι οι ημέρες Τετάρτη και Παρασκευή είναι "νήστιμοι ημέραι", της δεύτερης εβδομάδας των Αποκριών, της καλούμενης Κρεατινής. Προηγείται αυτής η πρώτη κατά σειρά εβδομάδα, η Προφωνή, και ακολουθεί η τρίτη εβδομάδα της Τυροφάγου. Πραγματοποιείται κάποιες ημέρες πριν από την έναρξη της μεγάλης νηστείας της Σαρακοστής.
«Την Τσικνοπέμπτη, σφάζονται σε πολλά μέρη τα χοιρινά, κυρίως στη νότια Ελλάδα και σε ορισμένα νησιά. Το Σάββατο όμως της ίδιας εβδομάδας, καθώς και τα δύο επόμενα Σάββατα, της Τυρινής και εκείνο της πρώτης εβδομάδας της Σαρακοστής, των Αγίων Θεοδώρων, είναι αφιερωμένα στη μνήμη των πεθαμένων. Στα Ψυχοσάββατα αυτά φαίνεται ότι συνεχίζεται αρχαία συνήθεια, αν λάβουμε υπόψη ότι στα Ανθεστήρια, που τελούνταν στην αρχαία Αθήνα την ίδια περίπου εποχή που σήμερα είναι οι Αποκριές, η τρίτη ημέρα, οι Χύτροι, ήταν ημέρα των ψυχών, με προσφορές πανσπερμίας στους νεκρούς και σπονδές από νερό πάνω στους τάφους».
— Γεώργιος Ν. Αικατερινίδης
Παρόμοιες γιορτές έχουν και άλλα χριστιανικά έθνη, όπως το Weiberfastnacht στη Γερμανία και τη Mardi Gras (Λιπαρή Τρίτη) στη Γαλλία που όμως αντιστοιχεί στην Ορθόδοξη Καθαρά Δευτέρα. Η τελευταία γιορτάζεται και σε άλλοτε γαλλόφωνες περιοχές, όπως στη Νέα Ορλεάνη.
Η Πέμπτη της δεύτερης εβδομάδας του Τριωδίου (Κρεατινής) ονομάζεται Τσικνοπέμπτη ή Τσικνοπέφτη, επειδή την ημέρα αυτή όλα τα σπίτια ψήνουν κρέας ή λειώνουν το λίπος από τα χοιρινά και ο μυρωδάτος καπνός (τσίκνα) είναι διάχυτος παντού. Από αυτή την τσίκνα, λοιπόν, έχει πάρει και το όνομά της η Πέμπτη και λέγεται Τσικνοπέμπτη.
Αρκετοί μελετητές λαογράφοι πιστεύουν ότι η Τσικνοπέμπτη προέρχεται από τις βακχικές γιορτές των αρχαίων Ελλήνων κατά τις οποίες γιορταζόταν ο θεός Διόνυσος μέσα από τα εκστατικά τελετουργικά με έντονη την παρουσία της βρώσης κρέατος (αρκετές μαρτυρίες αναφέρονται σε διαμελισμό ζωντανών ζώων από τους μύστες), της οινοποσίας και του μασκαρέματος.
Ας μη ξεχνάμε ότι ο θεός Διόνυσος ήταν ο Θεός που εμφανιζόταν πάντα με μάσκα στους ανθρώπους και ονομαζόταν και Λύσιος.
Δηλαδή, επρόκειτο για το Θεό που έλυνε τους ανθρώπους από τα σαρκικά και κοινωνικά δεσμά του καθωσπρεπισμού.
Μέσα στο τελετουργικό των διονυσιακών εορτών οι άνθρωποι (κυρίως γυναίκες και δούλοι) απελευθερώνονταν από κάθε δεσμά και- όπως πίστευαν- υψώνονταν προς το Θείο μέσα από την έκσταση που τους προκαλούσε ο έντονος χορός και η μουσική του αυλού και των πρωτόγονων κρουστών οργάνων.
Αποτέλεσμα της έκστασης ήταν η πρόκληση μιας οργιαστικής κατάστασης για την οποία ουδεμία έχουμε μαρτυρία. Κάποιοι αναφέρουν ασύδοτα σεξουαλικά όργια, μέθη και διαμελισμό ζωντανών έμβιων οργανισμών.
Όσα, όμως, γνωρίζουμε τα οφείλουμε σε καλλιτεχνικές αναφορές, στις Βάκχες του Ευριπίδη και σε ελάχιστα κείμενα που δεν έχουν καμία απολύτως επιστημονική γνωμάτευση.