Οσίας Γενεβιέβης εκ Παρισίων. Εορτασμός 3 Ιανουαρίου
Η Αγία Γενεβιέβη (Γαλλικά: Sainte Geneviève, λατινικά: Sancta Genovefa, Genoveva) (γεννήθηκε στη Ναντέρ γύρω στο 420, πέθανε στο Παρίσι γύρω στα 500) είναι Γαλλίδα αγία της Καθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, πολιούχος της πόλης του Παρισιού.
Η μνήμη της τιμάται από την εκκλησία στις 3 Ιανουαρίου.
Κατά την παράδοση, η Αγία Γενεβιέβη γεννήθηκε περί το 420 μ.Χ. στην πόλη Ναντέρ, κοντά στο Παρίσι και ήταν κόρη χωρικών. Καθ'οδόν προς τη Βρετανία, ο Άγιος Γερμανός της Οσέρ σταμάτησε στη Ναντέρ και η Γενεβιέβη, σε ηλικία επτά ετών, του εμπιστεύτηκε ότι ήθελε να αφιερωθεί στον Θεό. Την ενθάρρυνε και την ευλόγησε και σε ηλικία δεκαπέντε ετών, η Γενεβιέβη έγινε μοναχή. Μετά το θάνατο των γονιών της, πήγε να ζήσει με τη νονά της στο Παρίσι. Εκεί η νεαρή γυναίκα αφιερώθηκε σε φιλανθρωπικά έργα και επέβαλε στον εαυτό της μεγάλες στερήσεις που περιελάμβαναν την αποχή από το κρέας και τη διακοπή της νηστείας μόνο δύο φορές την εβδομάδα. Η Γενεβιέβη είχε συχνά οράματα ουράνιων αγίων και αγγέλων.
Αντιμετώπισε κριτική για τις δραστηριότητές της από αυτούς που ζήλευαν ή την θεωρούσαν απατεώνα ή υποκρίτρια. Ανέφερε τα οράματα και τις προφητείες της, μέχρι που οι εχθροί της συνωμότησαν να την πνίξουν σε μια λίμνη. Μέσω της παρέμβασης του Αγίου Γερμανού της Οσέρ, η εχθρότητα τους τελικά ξεπεράστηκε. Ο Επίσκοπος του Παρισιού την διόρισε υπεύθυνη παρθένων αφιερωμένων στον Θεό, και με τις οδηγίες και το παράδειγμα της τις οδήγησε σε υψηλό βαθμό αγιότητας.
Η αγία Γενεβιέβη είχε μεγάλη αφοσίωση στους αγίους που είχαν θεμελιώσει τη Γαλατική Εκκλησία. Σύμφωνα με την παράδοση, οικοδόμησε την πρώτη βασιλική Σαιν-Ντενί πάνω από τον τύμβο του αγίου Διονυσίου Παρισίων και ενέπνευσε στους Παριζιάνους την ευλαβική συνήθεια να προσέρχονται για προσκύνημα.
Στις αρχές του 451 οι Ούννοι υπό τον Αττίλα πλησίαζαν επικίνδυνα το Παρίσι, λεηλατώντας και αφανίζοντας τα πάντα στο πέρασμά τους. Η Γενεβιέβη έπεισε τους πανικόβλητους κατοίκους του Παρισιού που ήθελαν να φύγουν, να μην εγκαταλείψουν την πόλη αλλά να προσευχηθούν και προσπάθησε να ενθαρρύνει τους άνδρες. Πράγματι, σύμφωνα με τις προρρήσεις της αγίας, ο Αττίλας παρέκαμψε το Παρίσι και πολιόρκησε την Ορλεάνη και επί πλέον έλυσε την πολιορκία καθώς κατέφθασαν ενωμένα στρατεύματα Φράγκων και Γαλατορωμαίων υπό τον στρατηγό Φλάβιο Αέτιο. Ακολούθησε η μάχη στα Καταλαυνικά Πεδία και οι Ούννοι ηττημένοι αποχώρησαν.
Το 464, το Παρίσι πολιορκήθηκε από τον βασιλιά των Φράγκων Χιλδέριχο Α'. Οι Φράγκοι απωθήθηκαν από τους Ρωμαίους αλλά εμπόδισαν την τροφοδοσία της πόλης. Με τη σιτοδεία προ των πυλών, η Γενεβιέβη κάλεσε μερικούς τολμηρούς λεμβούχους και έσπασε τις γραμμές πολιορκίας. Με βάρκες έφθασαν στην Τρουά, από όπου έφεραν σιτάρι στην πόλη. Επίσης, με τις παρακλήσεις της αγίας, ο Χιλδέριχος, που παρόλο που δεν ήταν Χριστιανός σέβονταν την Εκκλησία, συναίνεσε να απαλυνθούν τα βάσανα των συλληφθέντων.
Το 508, αφού κατέκτησε το μεγαλύτερο μέρος της Γαλατίας, ο Κλόβις Α' έκανε πρωτεύουσα του κράτους των Φράγκων το Παρίσι και μέσω της επιρροής της Γενεβιέβης επέδειξε μεγάλη επιείκεια απέναντι στους πολίτες.
Η αγία Γενεβιέβη, σύμφωνα με την ιστοριογραφία, πέθανε στο Παρίσι περίπου το 502, αλλά η παράδοση προτιμά ως ημερομηνία θανάτου τις 3 Ιανουαρίου 512. Όποια και αν είναι η αλήθεια, παραμένει δύσκολο για την τρέχουσα έρευνα να διαχωρίσει την ιστορική αλήθεια από τις παραδόσεις και τους θρύλους.
Τα λείψανά της εναποτέθηκαν σε λίθινο τάφο στην εκκλησία των Αγίων Πέτρου και Παύλου, που αργότερα έλαβε το όνομά της, στον σημερινό Λόφο της Αγίας Γενεβιέβης στο Παρίσι, όπου βρίσκεται το Πάνθεον.
Αργότερα, τοποθετήθηκαν σε λειψανοθήκη, την οποία στους μεγάλους κινδύνους της πόλης, πολέμους, πολιορκίες, επιδημίες, λιμούς κ.ά. περιέφεραν σε επίσημες λιτανείες. Η λειψανοθήκη αυτή καταστράφηκε κατά τη Γαλλική Επανάσταση. Τα λείψανα κάηκαν στην πλατεία Πλας ντε Γκρεβ και η τέφρα της ρίχτηκε στον Σηκουάνα το 1793. Μερικά υπολείμματα οστών, που σήμερα σώζονται στην εκκλησία Σαιντ-Ετιέν ντυ-Μον (Άγιος Στέφανος του Όρους), προσελκύουν ακόμη προσκυνητές. Αργότερα αναγορεύτηκε πολιούχος της γαλλικής πρωτεύουσας.
Παραστάσεις της Αγίας Γενεβιέβης υπάρχουν σε πολλές εικόνες και αγάλματα στη Γαλλία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Συνήθως απεικονίζεται να κρατά ένα κερί.
Η Αγία Γενεβιέβη είναι επίσης προστάτης της Εθνικής Χωροφυλακής της Γαλλίας με το διάταγμα της 18ης Μαΐου 1962, υπογεγραμμένο από τον Πάπα Ιωάννη ΚΓ'.
Μία προφητεία της Οσίας, η οποία εξεπληρώθη, συνέβαλε πολύ εις το να εγκαθιδρυθή πλέον εις τάς συνειδήσεις όλων ως όντως Αγία. Όταν ο Αττίλας με τάς βαρβαρικάς ορδάς του επλησίαζε τό Παρίσι, οι κάτοικοι κατελήφθησαν υπό πανικού και ητοιμάσθησαν νά εγκαταλείψουν την πόλιν. Η Αγία τους είπεν, ότι ο Κύριος θα τούς ελύτρωνεν εκ του κινδύνου, να μή ανησυχούν, αλλά να προσευχηθούν και να νηστεύσουν. Οι Παρισινοί δεν εδέχθησαν την συμβουλήν της, εξηγέρθησαν εναντίον της και ήσαν έτοιμοι να την λιθοβολήσουν. Τελικώς ο Κύριος την εφύλαξεν από την μανίαν του όχλου, οι δέ βάρβαροι Ούννοι αιφνιδίως και χωρίς φανερόν λόγον ήλλαξαν κατεύθυνσιν και ολίγον αργότερον ενικήθησαν από τον σχετικώς αδύνατον ρωμαϊκόν στρατόν του στρατηλάτου Αετίου 200 χιλιόμετρα από το Παρίσι, εις τάς Καταλανικάς πεδιάδας (451).
Πλήθος θαυμάτων μάς διηγείται ο ανώνυμος βιογράφος της Αγίας εις τον βίον της, ο οποίος εγράφη μόλις 18 έτη μετά την οσίαν κοίμησίν της: εξεδίωκε δαιμόνια, ανήγειρε παραλυτικούς, έδιδε τό φώς εις τους τυφλούς.
Κάποτε μία περίλυπος μητέρα της έφερε το λείψανον του τετραετούς υιού της. Η Αγία το εκάλυψε με το επανωφόριόν της και προσηυχήθη επί πολλάς ώρας κλαίουσα, έως ότου το παιδίον ανεστήθη.
Κάθε χρόνον, κατά την ανατολικήν ασκητικήν παράδοσιν, έμενεν έγκλειστος από τα Θεοφάνια μέχρι την Μεγάλην Πέμπτην. Μία μοναχή προσεπάθησε να ίδη τί έκαμνεν έγκλειστος εις το κελλίον της, αλλ’ όταν έφθασεν έμπροσθεν της θύρας ετυφλώθη. Μετά την αγίαν Τεσσαρακοστήν, επήγεν η Αγία εις το κελλίον της τυφλωθείσης μοναχής και προσευχηθείσα την εσταύρωσε και της έδωσε πάλιν τό φώς της.
Η Οσία Γενεβιέβη ηυλαβείτο ιδιαιτέρως τον Άγιον Διονύσιον, τόν πρώτον επίσκοπον Παρισίων, ο οποίος είχε μαρτυρήσει μερικά χιλιόμετρα βορείως της πόλεως.
Έπεισε λοιπόν μερικούς ιερείς να κτίσουν μίαν Εκκλησίαν επί τού τάφου του αγίου μάρτυρος. Διαμαρτυρίαι όμως ηγέρθησαν, διότι δέν υπήρχεν άσβεστος διά την οικοδομήν. Η Αγία τους έστειλεν εις τήν γέφυραν της πόλεως. Εκεί συνήντησαν δύο ποιμένας πού συζητούσαν διά το γεγονός, ότι είχεν ευρεθή εις το δάσος μία πηγή ασβέστου!
Συντόμως ο ναός εκτίσθη και η ευλογημένη Γενεβιέβη μετέβαινεν εκεί τακτικώς διά να προσευχηθή, ιδίως τάς Κυριακάς, ότε ηγρύπνει ολονυκτίως.
Ένα Σάββατον βράδυ ανεχώρησε με την συνοδίαν της διά τόν Άγιον Διονύσιον ενώ είχεν εκσπάσει σφοδρά καταιγίς. Αιφνιδίως τό φανάρι των έσβησε από τον δυνατόν αέρα. Αι μοναχαί εκυριεύθησαν από μέγαν φόβον, ευρεθείσαι εγκαταλελειμμέναι εις το σκότος, εις τήν λάσπην, χωρίς προσανατολισμόν. Η Οσία τάς ενεθάρρυνεν, έπειτα προσηυχήθη και εσταύρωσε το φανάρι. Τότε ήναψεν αυτό θαυμαστώς μόνο του και καθοδηγούμεναι υπό του θαυματουργικού φωτός έφθασαν σώαι εις τον Ναόν διά την αγρυπνίαν.
Η Αγία, μαζί με την αδελφότητα πού είχε συγκεντρώσει γύρω της, έκαμνε πολλά προσκυνήματα εις τον τάφον του Αγίου Μαρτίνου τού θαυματουργού εις το Τούρ, περίπου 200 χιλιόμετρα από το Παρίσι, κατά τα οποία ετέλει πολλά θαύματα.
Επίσης άλλην μίαν φοράν η Οσία έσωσε την πόλιν της. Όταν οι Φράγκοι πολιώρκησαν το Παρίσι και οι κάτοικοι εκινδύνευαν από τήν πείνα, η Αγία ωδήγησε μίαν ομάδα πλοίων εις περιοχάς, τάς οποίας δέν είχον καταστρέψει οι Φράγκοι, και τα έφερε πάλιν οπίσω γεμάτα σιτάρι, διά να θρέψουν τους Παρισινούς.
Πρέπει να αναφερθή η λίαν σημαντική μαρτυρία του μεγάλου Αγίου της Αντιοχείας, του ηρωϊκού Οσίου Συμεών του Στυλίτου (†30.4.459), όσον αφορά την παρρησίαν της Οσίας ενώπιον του Κυρίου.
Μερικοί Παρισινοί έμποροι είχον μεταβή εις την Ανατολήν και ελκυσθέντες από την φήμην του θαυμαστού Αγίου Συμεών, ο οποίος ησκήτευεν επί τεσσαράκοντα περίπου έτη επί ενός στύλου εις τήν Αντιόχειαν, τον επεσκέφθησαν διά να λάβουν την ευλογίαν του. Οποίαν όμως έκπληξιν εδοκίμασαν, όταν ο πανθαύμαστος ασκητής τούς είπε να διαβιβάσουν χαιρετισμούς εις την Οσίαν Γενεβιέβην καί εζήτησε με πολλήν ευλάβειαν τάς προσευχάς της!
Η Οσία ήταν επίσης φημισμένη διά την ευσπλαγχνίαν της, ιδίως πρός τους φυλακισμένους, οι οποίοι ήσαν πολλοί κατά την ταραγμένην εκείνην εποχήν.
Πολλάς φοράς εμεσίτευσε με επιτυχίαν προς τον βάρβαρον Φράγκον βασιλέα Χιλδερίκον διά να τους ελευθερώση. Ο βασιλεύς αδυνατούσε να της το αρνηθή, ηττημένος από την θερμήν προσευχήν της.
Μίαν ημέραν ο Χιλδερίκος ήθελε να εκτελέση πολλούς φυλακισμένους, αιχμαλώτους πολέμου. Εξήλθε κρυφίως από την πόλιν καί διέταξεν όπισθεν να κλειδώσουν τάς πύλας. Η Οσία επληροφορήθη τό τεκταινόμενον και έτρεξε προς τον τόπον της εκτελέσεως. Όταν έφθασε προ των κεκλεισμένων πυλών, έκαμε το σημείον του Τιμίου Σταυρού και αυτομάτως ηνοίχθησαν. Επρόφθασε την εκτέλεσιν καί διά μίαν ακόμη φοράν ο ειδωλολάτρης βασιλεύς, όστις την εκτιμούσε βαθύτατα, της εχάρισε τους φυλακισμένους.