Το Ελληνικόν Φροντιστήριον Τραπεζούντος
Τα εγκένια του νέου κτιρίου του σχολίου
Το Ελληνικόν Φροντιστήριον Τραπεζούντος ήταν σχολείο της ελληνικής παροικίας της Τραπεζούντας. Στο σχολείο αυτό η χρήση της ποντιακής διαλέκτου ήταν απαγορευμένη.
Το κτήριο του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας, όπως φαίνεται στις μέρες μας.
Ιστορία
Το σχολείο άρχισε να λειτουργεί τον 17ο αιώνα, δεν ήταν όμως αρχικά σε υψηλή εκτίμηση, πλην όμως ήταν το μοναδικό σε όλη τη περιοχή. Με τον καιρό όμως καθιερώθηκε και άρχισε η αναγνώρισή του, ενώ πήρε την επωνυμία ως Φροντιστήριο. Στην καθιέρωσή του συνετέλεσαν μεταξύ άλλων οι ηγεμόνες της Μολδοβλαχίας Μουρούζες και Υψηλάντες, που στις αρχές του 18ου αιώνα άρχισαν να το επιχορηγούν οικονομικά, με σκοπό τη γενικότερη ανάδειξη και βελτίωσή του. Το όνομα Φροντιστήριο φέρεται να το έλαβε περί το 1682.
Στο ίδρυμα δίδαξαν από τον 17ο αιώνα διάφοροι διδάσκαλοι όπως ο Τραπεζούντιος Σεβαστός Κυμινήτης, ο Σάββας Τριανταφυλλίδης, ο Σάββας Κωνσταντινίδης, ο Περικλής Τριανταφυλλίδης κ.ά. Με διάταγμα του Βασιλέως Γεωργίου του Α΄ το ίδρυμα αναγωρίσθηκε και επίσημα ως ισότιμο ελληνικό Γυμνάσιο με τον τίτλο "Ελληνικόν Φροντιστήριον Τραπεζούντος".
Λειτούργησε παρά τις αντιξοότητες μέχρι το 1921, η δε προσφορά του υπήρξε πολύ σημαντική στην πνευματική και ηθική ανάπλαση των Ελληνοποντίων, στην ανάπτυξη της εθνικής τους συνείδησης, καθώς και στην κατάρτιση ικανών δασκάλων για τις εκεί κοινότητες.
Στους βασικούς ευεργέτες του Φροντιστηρίου περιλαμβάνονται επίσης πλούσιοι Έλληνες έμποροι, όχι μόνο από την περιοχή της Τραπεζούντας, αλλά και από αλλού, κυρίως τη Ρωσία και τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Από τους σπουδαιότερους δωρητές ήταν ο Κ.Λ. Γκίκας και ο Αλέξανδρος Μουρούζης (στις αρχές του 19ου αιώνα), ενώ στις αρχές του 20ού αιώνα δωρητές και ευεργέτες του ιδρύματος υπήρξαν η Οικογένεια Καλλιβάζη, ο Χαράλαμπος Μουμόλωφ, οι αδελφοί Ασλανίδη (από το Ροστόφ της Νότιας Ρωσίας) και πολλοί άλλοι..
Το 1902 ολοκληρώθηκε η ανέγερση του νέου κτηρίου του Φροντιστηρίου. Το επιβλητικό τετραώροφο κτήριο σε σχήμα Π και με εσωτερική μεγάλη αυλή πίσω, χτισμένο πάνω στα βράχια της παραλίας της Τραπεζούντας, λειτούργησε με διευθυντή το Ματθαίο Παρανίκα ως το 1921, παρ' όλες τις αντιξοότητες που είχαν τα τελευταία έτη δημιουργηθεί από τις αναταραχές που είχαν ξεσπάσει στην περιοχή του Πόντου μετά το 1908, εξαιτίας του κινήματος του Νεοτούρκων και διήρκεσαν μέχρι και το 1922, έτος της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Ιστορία του Φροντιστηρίου: 1682-1816
Από την αρχή της λειτουργίας του Φροντιστηρίου, στόχος του ήταν η διαμόρφωση ελληνικής και χριστιανικής συνείδησης. «Κύριο μέλημά του [Σεβαστού Κυμινήτη ήταν] η πνευματική ανάπτυξη των συμπατριωτών του και η ηθική και δογματική ενίσχυσή τους, ώστε να αντισταθούν στους διωγμούς των Τούρκων και στην προπαγάνδα των καθολικών».1 Ο στόχος αυτός, αν και κατά καιρούς διευρύνθηκε, αποτέλεσε το βασικό άξονα του Φροντιστηρίου σε όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του. Αν και το Φροντιστήριο ιδρύθηκε κατά το πρότυπο της Σχολής του Φαναρίου, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες λειτουργούσε κατά τα πρώτα χρόνια της ίδρυσής του δεν πρόδιδαν τη μελλοντική του εξέλιξη και σπουδαιότητα. Από επιστολή του Κυμινήτη προς τον δάσκαλό του Ιωάννη Καρυοφύλλη πληροφορούμαστε ότι οι πρώτοι μαθητές του ήταν συνολικά 20.2 Στο επόμενο διάστημα η λειτουργία του Φροντιστηρίου δεν ήταν συνεχής. Οι διακοπές της, ωστόσο, δεν ήταν τόσο μακροχρόνιες ώστε να μην μπορεί να θεωρηθεί ενιαία η ιστορία του εκπαιδευτικού ιδρύματος.
Τον Σεβαστό Κυμινήτη διαδέχθηκε το 1689 στη διεύθυνση του Φροντιστηρίου ο Θεόδωρος ο Συμεώνος, ο οποίος παρέμεινε μέχρι το 1692. Αν και για το διάστημα 1692-1720 δεν έχουμε πληροφορίες για τους διευθυντές και τους δασκάλους του Φροντιστηρίου, ωστόσο υπάρχουν μαρτυρίες ότι παρέμεινε ανοικτό όλο αυτό το διάστημα. Το 1720 τη διεύθυνση του Φροντιστηρίου την ανέλαβε ο Νικόδημος. Η μακρόχρονη σχολαρχία του και οι προσπάθειες που κατέβαλε για την ανανέωση της σχολής με την ίδρυση βιβλιοθήκης συνετέλεσαν ώστε από τη δεύτερη δεκαετία του 18ου αιώνα η σχολή να είναι γνωστή με το όνομα «Κοσμική Σχολή Νικόδημου». Την περίοδο αυτή αφιερώθηκαν στο Φροντιστήριο τα βιβλία του Γ. Υπομενά, κίνηση που αποτέλεσε αφορμή για την ίδρυση βιβλιοθήκης. Ύστερα από μια περίοδο διακεκομμένης λειτουργίας, το Φροντιστήριο επαναλειτούργησε το 1764 με δάσκαλο τον Ιωάννη Οικονόμο τον εκ Καθαρών, κατά τη σχολαρχία του οποίου εισήχθηκαν ως διδασκόμενα μαθήματα στοιχεία Ιατρικής και Γεωγραφίας. Τον Οικονόμο τον διαδέχθηκε το 1778 ο Ηλίας Κανδήλογλους, μέχρι το 1784. Η περίοδος από το 1784 μέχρι το 1816 είναι από τις σκοτεινότερες του Φροντιστηρίου. Κάποιες εποχές λειτούργησε, αφού υπάρχουν μαρτυρίες για διδάξαντες (Σεραφείμ ιερομόναχος εκ Χαλδίας, Ιωάννης εκ Χολομάνας, Γεώργιος Κλαδόπουλος και Ιωάννης Καισαρεύς), χωρίς όμως να είναι γνωστό πότε ακριβώς σχολάρχησε ο καθένας. Το 1803 ξαναδίδαξε ο Ηλίας Κανδήλογλους, στον οποίο μαθήτευσε ο Σάββας Τριανταφυλλίδης. Μετά την αναχώρησή του το 1804 έμεινε κενή η σχολή για λιγότερο από ένα έτος.
Το Ελληνικόν Φροντιστήριον και η Ελληνική Εκκλησία, 1910-1920
Ιστορία του Φροντιστηρίου: 1817-1922
Η περίοδος από το 1817 ως το 1922, παρά τα όποια προβλήματα που κατά καιρούς παρουσιάστηκαν, χαρακτηρίστηκε από τη διαρκή προσπάθεια αναβάθμισης του Φροντιστηρίου της Τραπεζούντας, αναβάθμιση η οποία κατέληξε στην αναγνώρισή του ως πλήρες Γυμνάσιο, ισότιμο των Γυμνασίων του ελληνικού κράτους, στο τέλος του 19ου αιώνα. Η άνθηση του την περίοδο αυτή, και ιδιαίτερα μετά το 1860, οφειλόταν στο ενδιαφέρον ολόκληρης της κοινότητας της Τραπεζούντας για τα εκπαιδευτικά πράγματα της πόλης: απλοί πολίτες, η Μητρόπολη και τα μοναστήρια συνέβαλαν, ο καθένας με το ύψος της επιχορήγησης που μπορούσε, στην ανοδική του πορεία.
1817-1850: Ανασύσταση
Το Φροντιστήριο ανασυστάθηκε από τον Σάββα Τριανταφυλλίδη το 1817, στο πλαίσιο του αυξημένου ενδιαφέροντος για την παιδεία που προκάλεσε το κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Η συνείδηση της λειτουργίας του Φροντιστηρίου κάτω από νέους όρους ήταν τόσο έντονη ώστε ο Σάββας Τριανταφυλλίδης εισήγαγε την αρίθμηση των ετών λειτουργίας του Φροντιστηρίου από την επανίδρυσή του, σύστημα που διατήρησε και ο γιος του Περικλής, το οποίο όμως εγκαταλείφθηκε γρήγορα.3 Οι διάδοχοι του Σάββα Τριανταφυλλίδη, που πέθανε το 1823, μέχρι το 1840 εναλλάσσονταν τακτικά στη σχολαρχία του Φροντιστηρίου, συχνά και μέσα στο ίδιο έτος, με αποτέλεσμα να διαψευστούν προσωρινά οι ελπίδες για πιο εύρυθμη και πιο αποδοτική λειτουργία του. Η ανώμαλη αυτή κατάσταση ανατράπηκε κατά τη σχολαρχία του Αντώνη Καμπούρογλου, ο οποίος δίδαξε στο Φροντιστήριο μέχρι το 1842. Το Φροντιστήριο περιλάμβανε τότε μόνο δύο τάξεις ελληνικές –όπου διδάσκονταν μόνο ελληνικά και θρησκευτικά–, ενώ παραλείπονταν όλα τα υπόλοιπα μαθήματα. Ενώ οι απόφοιτοί του μέχρι τότε, όταν πήγαιναν στην Αθήνα να συνεχίσουν τις σπουδές τους, κατάφερναν να καταταγούν στην πρώτη τάξη του Γυμνασίου, από το 1840 και μετά κρίνονταν ικανοί για ανώτερες σπουδές και αρκετοί στέλνονταν με έξοδα της κοινότητας, με την υποχρέωση να επιστρέψουν και να διδάξουν στην ιδιαίτερή τους πατρίδα.
1850-1902: Ακμή
Διάδοχος του Αντώνη Καμπούρογλου ήταν το 1844 ο Περικλής Τριανταφυλλίδης. Την περίοδο 1850-1855 η ζωή του Φροντιστηρίου χαρακτηρίστηκε από βαθιά κρίση που οφειλόταν σε ενδοκοινοτικές συγκρούσεις. Αποτέλεσμα ήταν να καμφθεί για ένα διάστημα η διαρκής πρόοδος του Φροντιστηρίου και να μειωθεί ο αριθμός των μαθητών που φοιτούσαν σε αυτό, εξέλιξη που ωστόσο ήταν παροδική και ανατράπηκε αμέσως μετά την αποκλιμάκωση της κρίσης. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1850 αυξήθηκαν τόσο οι μαθητές του σχολείου όσο και οι τάξεις που λειτουργούσαν και τα μαθήματα που διδάσκονταν, αφού προστέθηκαν τα γαλλικά. Πάντως η διδασκαλία των αρχαιοελληνικών μαθημάτων και την περίοδο αυτή κυριαρχούσε έναντι της Φυσικής και της Χημείας, που βρίσκονταν σε δεύτερη μοίρα. Ήδη από την εποχή αυτή είχε ψηφιστεί ετήσιο κονδύλι για τον εμπλουτισμό της βιβλιοθήκης, που φαίνεται να ενδιέφερε ολόκληρη την κοινότητα. Για το λόγο αυτό φαίνεται να υπήρχε αίτημα να μεταστεγαστεί η βιβλιοθήκη από το κτήριο του Φροντιστηρίου σε ιδιαίτερο οίκημα, ώστε να είναι προσιτή σε όλους και όχι μόνο στους δασκάλους του Φροντιστηρίου. Κατά τη σχολαρχία του Γ. Παπαδόπουλου οργανώθηκε η βιβλιοθήκη με την καταγραφή όλων των τόμων και τον ορισμό βιβλιοθηκαρίου. Παράλληλα συγκεντρώθηκε κεφάλαιο 150 λιρών για τη βιβλιοθήκη, το οποίο όμως δε χρησιμοποιήθηκε εγκαίρως για το σκοπό αυτό, με αποτέλεσμα να απορροφηθεί στην κάλυψη των κενών του προϋπολογισμού και η βιβλιοθήκη να αφεθεί στο εξής στην τύχη της.
Γυμναστικές επιδείξεις από μαθητές του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας.
Οι σχέσεις με το ελληνικό κράτος συσφίχθηκαν στο τέλος του 19ου αιώνα, αφού το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας αναγνωρίστηκε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών ως πλήρες Γυμνάσιο, ισότιμο των ελληνικών. Αποτέλεσε έτσι το μόνο αναγνωρισμένο Γυμνάσιο του Πόντου μέχρι τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα, οπότε αναγνωρίστηκε και το Γυμνάσιο Αμισού. Τα μαθήματα που διδάσκονταν ήταν ίδια με αυτά των γυμνασίων της Ελλάδας (Ελληνικά, Μαθηματικά, Φυσική, Χημεία και Γυμναστική). Επίσης, ως ξένες γλώσσες διδάσκονταν τα Γαλλικά, τα Τούρκικα και τα Ρωσικά. Το Φροντιστήριο λειτουργούσε έξι ημέρες την εβδομάδα, πρωί και απόγευμα, με εξαίρεση το απόγευμα του Σαββάτου. Από τα σημαντικότερα ονόματα διδασκόντων ήταν οι Περικλής Τριανταφυλλίδης, Κωνσταντίνος Ξανθόπουλος, Γ. Κ. Παπαδόπουλος, Ι. Παρχαρίδης, Μ. Παρανίκας, Ν. Λιθοξόος, Ευθ. Γραμματικόπουλος.
Τελειόφοιτοι του Φροντιστηρίου της Τραπεζούντας με τον γυμνασιάρχη τους Κωνσταντίνο Ξανθόπουλο.
20ός αιώνας: πλήρης ανάπτυξη του Φροντιστηρίου
Η περίοδος αρμονικής λειτουργίας του Φροντιστηρίου διήρκεσε ως τη νέα ενδοκοινοτική κρίση του 1893, η οποία κράτησε τέσσερα περίπου χρόνια. Η νέα περίοδος από το 1897 χαρακτηρίστηκε από την ανέγερση μεγαλοπρεπούς κτηρίου στο οποίο στεγάστηκε το Φροντιστήριο μέχρι το 1921. Από τις αρχές του 20ού αιώνα μέχρι τα τελευταία χρόνια της λειτουργίας του, στο κτήριο του Φροντιστηρίου στεγάζονταν τετρατάξιο Δημοτικό, τριτάξιο Σχολαρχείο και πεντατάξιο Γυμνάσιο. Στην πραγματικότητα λειτουργούσαν στο Φροντιστήριο δύο γυμνάσια, αφού εξαιτίας του πλήθους των μαθητών κάθε τάξη ήταν χωρισμένη σε δύο τμήματα. Περιλάμβανε κλασικό και εμπορικό τμήμα και τα μαθήματα που διδάσκονταν ήταν αντίστοιχα με της Ελλάδας. Στην Εμπορική Σχολή του Φροντιστηρίου φοιτούσαν απόφοιτοι της δευτέρας τάξεως του Γυμνασίου.8 Από το 1907, στη σχολαρχία του Ν. Λιθοξόου, άρχισε να λειτουργεί στο Φροντιστήριο στοιχειώδες διδασκαλείο. Γνωστά ονόματα δασκάλων ως τον Νοέμβριο του 1921, οπότε σταμάτησε η λειτουργία του Φροντιστηρίου, ήταν οι: Μ. Χειμωνίδης, Καπνιάς, Αθανασιάδης, Λαζαρίδης, Κανανίδης, Τζιράχ, Μαυρίδης, Χρυσουλίδης, Στρουθόπουλος, Ισμαήλ Βασιλειάδης, Φ. Χειμωνίδης και Φωστηρόπουλος. Η φήμη και ακτινοβολία του Φροντιστηρίου ήταν τόσο μεγάλη ώστε σε αυτό συνέρρεαν μαθητές, όχι μόνο από την επαρχία της Τραπεζούντας, αλλά και από τις υπόλοιπες επαρχίες του Πόντου, όπως και από τις ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας. Και οι απόφοιτοι του Φροντιστηρίου στέλνονταν δάσκαλοι σε ολόκληρο τον Πόντο και τα παράλια της Μαύρης Θάλασσας.
Περίοδοι κρίσης στη λειτουργία του Φροντιστηρίου: ενδοκοινοτικά προβλήματα
Α' κρίση Φροντιστηρίου: 1850-1855
Στη διάρκεια του 19ου αιώνα παρουσιάστηκαν περίοδοι σοβαρών ενδοκοινοτικών κρίσεων με άμεση επιρροή στη ζωή και την εξέλιξη του Φροντιστηρίου. Η πρώτη κρίση παρουσιάστηκε την τριετία 1850-1853 με αφορμή την εκλογή των συμβούλων της Πολιτικής Κάσσας. Αρχηγοί των δύο μεγάλων κομμάτων στα οποία χωρίστηκε η κοινότητα της Τραπεζούντας ήταν ο Καρβωνίδης και ο Παρηγόρης. Στα πλαίσια του Φροντιστηρίου η αντιπαλότητα αυτή εκφράστηκε με αντιπάθεια στο πρόσωπο του τότε διευθύνοντα Περικλή Τριανταφυλλίδη. Στη διαμάχη αρχικά υπερίσχυσαν οι αντίπαλοι του Τριανταφυλλίδη, οι οποίοι επέβαλαν την αποχώρησή του από το Φροντιστήριο και την αντικατάστασή του από τον Στέφανο Λεφάκη. Γρήγορα όμως αυτός παραιτήθηκε και τη διεύθυνση του Φροντιστηρίου την ανέλαβε ξανά ο Περικλής Τριανταφυλλίδης, μέχρι που παύθηκε από την Εφορεία, η οποία κάλεσε ως διευθυντή τον πρώην δάσκαλο του Φροντιστηρίου Κωνσταντίνο Ξανθόπουλο, αναθέτοντάς του ταυτόχρονα τη συνολική ευθύνη και για τα υπόλοιπα σχολεία της πόλης. Αυτός παραιτήθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα για οικονομικούς λόγους και τη θέση του ανέλαβε ο Θεόδωρος Κυριακίδης. Την ίδια εποχή η αρνητική στάση των αρμοδίων απέναντι στο αίτημα των οπαδών του Τριανταφυλλίδη να προσληφθεί στο Φροντιστήριο είχε ως αποτέλεσμα το βάθεμα της κρίσης που μάστιζε ήδη την εκπαίδευση. Η κορύφωση αυτής της ολοένα εντεινόμενης κατάστασης ήταν να παραμείνει κλειστό το Φροντιστήριο τη χρονιά 1852-1853, αφού ξέσπασαν ταραχές και παραιτήθηκαν από τις θέσεις τους δάσκαλοι και έφοροι. Ακόμα και οι προσπάθειες του Πατριαρχείου για αποκατάσταση της ομόνοιας έπεσαν στο κενό, αφού ούτε η συνεργασία του απεσταλμένου του με την εφορεία κατάφερε να δώσει λύση στα προβλήματα. Η ολοένα εντεινόμενη διάσταση κατέληξε το 1853 στην ίδρυση ιδιωτικού σχολείου από τον Τριανταφυλλίδη. Η σχολή, που είχε την υποστήριξη της εκκλησίας, αρχικά ονομάστηκε Ιερατική και στη συνέχεια Αχίλλειον. Διευθυντής ήταν ο κληρικός Ευστάθιος Κλεόβουλος. Τη διετία 1853-1855 η σχολή του Τριανταφυλλίδη λειτούργησε κανονικά, σε μια περίοδο που το Φροντιστήριο παρέμεινε κλειστό λόγω των κομματικών ερίδων. Η κατάσταση ανατράπηκε με την ίδρυση νέου σχολείου στο κτήριο του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας από όσους είχαν μείνει ουδέτεροι στη διένεξη. Το σχολείο του Τριανταφυλλίδη έκλεισε και ο ίδιος κλήθηκε από το Πατριαρχείο σε απολογία.
Β' κρίση Φροντιστηρίου: 1893-1897
Η δεύτερη ενδοκοινοτική κρίση ξέσπασε το 1893 και διήρκεσε τέσσερα χρόνια. Αφορμή ήταν η διχόνοια που ξέσπασε για την εκλογή του μητροπολίτη Κωνστάντιου. Ακόμα και μετά την επανέναρξη της λειτουργίας του Φροντιστηρίου, οπαδοί του προηγούμενου μητροπολίτη αρνήθηκαν να στείλουν τα παιδιά τους σε κοινοτικό σχολείο. Για το λόγο αυτό ίδρυσαν ιδιωτικό σχολείο που λειτούργησε μέχρι το 1897, οπότε και αποκαταστάθηκε η ομόνοια στην κοινότητα. Η λήξη της κρίσης συνέπεσε με την απόφαση ανοικοδόμησης του καινούργιου κτηρίου του Φροντιστηρίου.
Κτήρια
Κατά τη μακρόχρονη ιστορία του, το Φροντιστήριο Τραπεζούντας στεγάστηκε σε διαφορετικά κτήρια, ανάλογα με τις ανάγκες και τις δυνατότητές του κάθε φορά. Κατά την ίδρυσή του το 1682 στεγάστηκε σε μετόχι της μονής της Παναγίας Σουμελά. Εκεί πρέπει να παρέμεινε ως το σχολικό έτος 1778/1779, οπότε βρέθηκε να στεγάζεται σε οικία του τότε σχολαρχούντος Ηλία Ν. Κανδήλογλου, γεγονός που οδηγεί στην υπόθεση ότι το Φροντιστήριο την εποχή εκείνη θα πρέπει να διερχόταν κρίση, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τον αριθμό των μαθητών του. Στην οικία του Κανδήλογλου το Φροντιστήριο στεγάστηκε μέχρι το 1784. Η επόμενη μαρτυρία που έχουμε είναι ότι στις αρχές του 19ου αιώνα ήταν στεγασμένο σε μετόχι της Μονής Περιστερεώτα, και εξαιτίας αυτής της στέγασης δημιουργήθηκε ένταση στις σχέσεις της κοινότητας με τη μονή το 1833. Το 1843 άρχισε η οικοδόμηση κτηρίου για το Φροντιστήριο από την κοινότητα, όταν μητροπολίτης ήταν ο Κωνστάντιος Καρατζόπουλος. Το κτήριο αυτό κτίστηκε με δαπάνες της κοινότητας, με το οικονομικό περίσσευμα από τη διάλυση της Πολιτικής Κάσσας και με την προσωπική οικονομική συμβολή του μητροπολίτη. Λίγους μήνες όμως μετά την έναρξη των εργασιών, η κοινότητα αναγκάστηκε να κατεδαφίσει το κτήριο επειδή έγιναν καταγγελίες ότι βρισκόταν σε εξαιρετικά περίοπτη και προκλητική θέση. Ενώ η κοινότητα κέρδισε τη δίκη, τελικά άλλαξε θέση για να μην προκληθούν εντάσεις με τις σύνοικες εθνότητες. Η οικοδομή αποπερατώθηκε το 1845, όταν διευθυντής του Φροντιστηρίου ήταν ο Κωνσταντίνος Ξανθόπουλος και έφοροι οι Δημήτριος Καρβωνίδης, Χατζή Κωνσταντίνος Παρηγόρης και Νικόλαος Παρασκευάς.
Το κτήριο του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας τον 20ό αιώνα
Το τελευταίο μεγαλοπρεπές κτήριο του Φροντιστηρίου, που αποτελούσε ουσιαστικά προέκταση του προηγούμενου, θεμελιώθηκε το 1898 και αποπερατώθηκε το 1902. Μητροπολίτης ήταν ο Κωνσταντίνος Καρατζόπουλος και γυμνασιάρχης ο Ματθαίος Παρανίκας. Η φροντίδα για την αποπεράτωση του έργου ανατέθηκε σε δύο επιτροπές (η πρώτη είχε τη γενική ευθύνη και αποτελούνταν από τους Κ. Θεοφύλακτο, Α. Εφραιμίδη, Κ. Βελισαρίδη, Ι. Σειρηνόπουλο και Γ. Π. Τζουλιάδη, ενώ η δεύτερη σκοπό είχε να συγκεντρώσει χρήματα μέσω εράνων από τους ομογενείς της Ρωσίας. Την επιτροπή αυτή αποτελούσαν οι Γ. Ακριτίδης, Π. Λαμπρινίδης, Χατζή Γεώργιος Ακριτίδης και Θ. Φουντόπουλος). Το νέο κτήριο βρισκόταν μεταξύ των ενοριών Αγίου Γρηγορίου και Υπαπαντής, σε βράχο ανάμεσα στη Μητρόπολη του Αγίου Γρηγορίου και στο Μητροπολιτικό Μέγαρο. Είχε 36 αίθουσες και κεντρική θέρμανση, αποτελώντας πρωτοποριακό οικοδόμημα για την εποχή του. Ήταν τριώροφο, ενώ από την πλευρά που έβλεπε προς τη θάλασσα είχε δύο επιπλέον ορόφους, όπου στεγάζονταν το κλειστό και το ανοικτό γυμναστήριο. Στο ισόγειο υπήρχαν οι αίθουσες ωδικής της Φιλαρμονικής Τραπεζούντας, η τραπεζαρία των μαθητών, το ιματιοφυλάκιο και στεγάζονταν σύλλογοι που με κάποιον τρόπο σχετίζονταν με το Φροντιστήριο, όπως ο σύλλογος «Ξενοφών». Στον πρώτο όροφο στεγάζονταν οι τάξεις του Δημοτικού και τμήμα του Σχολαρχείου, ενώ στο δεύτερο οι υπόλοιπες τάξεις του Σχολαρχείου, το Γυμνάσιο και το Αναγνωστήριο.
Μαθητές και καθηγητές της σχολής, 1911
Εθνοποιητικός ρόλος του Φροντιστηρίου
Η δράση του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας μετά το 1860 εντάχθηκε στο ευρύτερο πλαίσιο της δημιουργίας εθνοτικής ταυτότητας κυρίως μέσα από τη σύνδεσή του με το γενικότερο κλίμα της εποχής για ανακάλυψη της τοπικής ιστορίας και θεμελίωση και διαχείριση πολιτισμικών δεσμών με την κλασική αρχαιότητα. Αποτέλεσε το κέντρο όπου φοίτησαν ή δίδαξαν οι σημαντικότεροι λόγιοι του Πόντου, άνθρωποι που μέσα από πολύπλευρο έργο πέραν του διδακτικού εργάστηκαν για τη συγκρότηση εθνικού χώρου στην περιοχή. Ο Σάββας και ο Περικλής Τριανταφυλλίδης, ο Γ. Παπαδόπουλος, ο Ν. Λιθοξόος, ο Φίλων Κτενίδης και ο Επαμεινώνδας Κυριακίδης είναι μερικοί μόνο από τους πρωτοπόρους της καλλιέργειας της εθνικής ταυτότητας στον Πόντο που εμπλέκονταν άμεσα με το Φροντιστήριο Τραπεζούντας. Οι άνθρωποι αυτοί, καθώς και πολλοί ακόμα που φοίτησαν στο Φροντιστήριο, αποτελούσαν τους λόγιους κύκλους του Πόντου, και η εμβέλεια του έργου τους, μέσα από την έκδοση μονογραφιών και την αρθογραφία τους στον Τύπο της εποχής –αλλά και αργότερα στον περιοδικό Τύπο ποντιακών συλλόγων στην Ελλάδα– συνετέλεσαν στη δημιουργία μιας διακριτής εθνοτοπικής ταυτότητας, της ποντιακής. Ο κεντρικός ρόλος του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας στη συγκρότηση της εθνικής ποντιακής ταυτότητας καταφαίνεται και από τη σχέση του με τους υπόλοιπους συλλόγους της πόλης. Στο κτήριό του στεγάζονταν τα γραφεία του συλλόγου «Ξενοφών» και αίθουσες της φιλαρμονικής της πόλης. Φαίνεται να λειτουργούσε ως σημείο αναφοράς για ολόκληρη την εκπαιδευτική δραστηριότητα του Πόντου.
Η μαθητική φιλαρμονική του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας.
Μετονομασίες
Στο πλαίσιο της συγκρότησης της εθνικής κοινότητας εντάσσονται και οι εξαρχαϊσμοί των ονομάτων που συντελέστηκαν στο Φροντιστήριο από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα και μετά. Μετά την ανανέωση και το κλίμα ελευθερίας που δημιούργησε η εφαρμογή των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων με τις διακηρύξεις για την ισότητα όλων των υπηκόων της αυτοκρατορίας ανεξαρτήτως θρησκεύματος, ξεκίνησε ένα κύμα εξελληνισμού και εκχριστιανισμού των ανθρωπωνυμίων. Το ρεύμα αυτό είχε ήδη ξεκινήσει από τις δύο πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα –τα προεπαναστατικά χρόνια– αλλά αφορούσε μικρούς κύκλους διανοουμένων. Στη Μικρά Ασία το φαινόμενο του εξελληνισμού-εξαρχαϊσμού των ονομάτων φτάνει τις πρώτες δεκαετίες μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους, όταν ελληνόφωνοι πυρήνες διανοουμένων άρχισαν να αναπτύσσουν στενότερες ιδεολογικές σχέσεις με την Ελλάδα. Οι μετονομασίες γίνονταν στα πλαίσια εκπαιδευτικών ιδρυμάτων· σε αυτές εμπλέκονταν άνδρες, ένας έφηβος και ένας ενήλικας, σε μια κανονική τελετή αποπομπής μιας προηγούμενης μη ελληνικής ταυτότητας και ανάληψης μιας νέας. Τα νέα ονόματα ήταν συνήθως αρχαιοελληνικά, προκειμένου να τονίσουν τη σύνδεση του έθνους με το παρελθόν, που θα του έδινε τις απαραίτητες προοπτικές για το μέλλον. Οι πληροφορίες που έχουμε για τις μετονομασίες στο Φροντιστήριο Τραπεζούντας αφορούν τα επώνυμα των μαθητών. Οι εξελληνισμοί αυτοί, στην πραγματικότητα μεταφράσεις του τουρκικού επωνύμου, στόχευαν μέσω της αλλαγής του επωνύμου του παιδιού να επηρεαστεί στο μέλλον το επώνυμο ολόκληρης της οικογένειας. Τέτοια εξελληνισμένα επίθετα ήταν για παράδειγμα τα ακόλουθα: Έξογλου-Ξυνόπουλος, Ελατζόγλου-Ελαττόπουλος, Ατζεμόγλου-Περσόπουλος, Ταραχτζόγλου-Κτενίδης και Καζκερτανόγλου-Χηνολαιμίδης. Η συχνότητα εμφάνισης αρχαιοπρεπών ονομάτων ιδιαίτερα στα μεσαία στρώματα του Πόντου κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, και όχι κατ’ αποκλειστικότητα στο αντρικό φύλο, ωστόσο δεν μπορεί παρά να συνδέεται με αυτού του είδους τη δράση του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας, αν όχι άμεσα –με τη μορφή τελετουργικών εξαρχαϊσμών– τουλάχιστον ως έμμεση επιρροή στον παραδοσιακό τρόπο ονοματοδοσίας στην κοινότητα.