Στρυμόνιοι γερανοί
Ο Γερανός είναι καλοβατικό πτηνό της οικογενείας των Γερανιδών, που απαντά και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Grus grus και περιλαμβάνει 2 υποείδη.
Οι μεταναστευτικές κινήσεις του γερανού δεν είναι εύκολο να καταγραφούν, διότι το συγκεκριμένο είδος, φαίνεται να ακολουθεί πολλές και διαφορετικές «οδούς» μετανάστευσης, ανάλογα με την επικράτεια αναπαραγωγής (βλ. χάρτη), που μελετώνται επισταμένως από τον 19ο αιώνα και μετά. Γενικά ακολουθούνται οι βασικές μεταναστευτικές μεσογειακές δίοδοι (Γιβραλτάρ, Σικελία), Έβρος, Εύξεινος Πόντος, Σινά, Ερυθρά Θάλασσα) και οι ασιατικές σε Κασπία Θάλασσα, Ιμαλάια και κεντρική Κίνα..
Στα μέσα της δεκαετίας του '80 παρατηρούνταν 2-3 γερανοί να ξεχειμωνιάζουν στην περιοχή της Κερκίνης, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουν παρατηρηθεί μέχρι περίπου 75 πουλιά.
Είναι λογικό; Φυσικά. Υπάρχει η λίμνη Κερκίνη...αν δεν ήταν η λίμνη....
Κι όμως, από την αρχαιότητα οι γερανοί είχαν αδυναμία στον Στρυμόνα.
Opera Georgicq. et Aeneis graeco carmine heroico expressi: ...books.google.gr › books Publius Vergilius Maro · 1792
Οι Στρυμόνιοι γερανοί65 αποτελούν ίσως έναν από τους πιο διαδεδομένους ποιητικούς τόπους της κλασικής και μετα-κλασικής λατινικής ποίησης.
Βεργ. Aen. 11.578-80 tela manu iam tum tenera puerilia torsit / et fundam tereti circum caput egit habena / Strymoniamque gruem aut album deiecit olorem.
Για πρώτη φορά εμφανίζονται στο αυγούστειο έπος και συγκεκριμένα στο πρώτο βιβλίο των Γεωργικών του Βεργιλίου. Στην αρχή της ενότητας σχετικά με τις απαρχές της γεωργίας, οι στρυμόνιοι γερανοί συγκαταλέγονται μαζί με τη χήνα, το αντίδι και τη σκιά των δέντρων σε βλαπτικούς παράγοντες για την καλλιέργεια της γης. Οι γερανοί ήταν γνωστοί στην αρχαιότητα ως πουλιά που προκαλούσαν ζημιές στα σπαρτά, ακόμα και στα ελαιόδεντρα. Στην προκειμένη περίπτωση το επίθετο Strymonius ως
συνοδευτικό του grues αποτελεί παραδοσιακό επίθετο, η λειτουργία του οποίου είναι μάλλον διακοσμητική, καθώς ο συγκεκριμένος γεωγραφικός εντοπισμός δε συμβάλλει ουσιαστικά στα κειμενικά συμφραζόμενα. Άλλωστε για τους Ρωμαίους οι γερανοί είχαν πάψει να αποτελούν απειλή της άγριας φύσης, αφού ήδη τους εξέτρεφαν ως οικόσιτα πουλερικά.
Στην Αινειάδα ο Βεργίλιος χρησιμοποιεί τους στρυμόνιους γερανούς συνολικά δύο φορές. Στο δέκατο βιβλίο69 ο θόρυβος και οι κραυγές ενθουσιασμού από το στρατόπεδο των Τρώων παρομοιάζεται με τη θορυβώδη πτήση των στρυμόνιωνγερανών, όταν εγκαταλείπουν τη Θράκη το χειμώνα και πετούν προς τον Νότο. Για δεύτερη φορά οι γερανοί του Στρυμόνα κάνουν την εμφάνισή τους στο ενδέκατο βιβλίο με αφορμή την αναφορά στα παιδικά κυνηγετικά κατορθώματα της Καμίλλης, της νεαρής συμμάχου του Τύρνου, η οποία, αν και σε μικρή ηλικία, μπορούσε με τα παιδικά όπλα της να σκοτώσει ιπτάμενους κύκνους και στρυμόνιους γερανούς. Και στις δύο περιπτώσεις, το επίθετο Strymonius λειτουργεί στερεοτυπικά, συμβατικά στα πλαίσια του παραδοσιακού ποιητικού συσχετισμού του ποταμού Στρυμόνα με τους γερανούς. Ιδιαίτερα διαφωτιστική για τη συμβατική λειτουργία του επιθέτου είναι η περίπτωση της Καμίλλης, η οποία ανατράφηκε στον γεωγραφικό χώρο της ιταλικής
χερσονήσου και επομένως είναι μάλλον αδύνατο να είχε δει να πετούν πάνω από την πατρίδα της οι στρυμόνιοι γερανοί. Σε ένα πρώτο επίπεδο ανάγνωσης φαίνεται να μην υπάρχει συγκεκριμένος λόγος για τον οποίο πρέπει οι γερανοί που πετούν πάνω από τον ιταλικό ουρανό να είναι στρυμόνιοι. Όμως το ξάφνιασμα και η ανοικειωτική εντύπωση που προξενεί η απρόσμενη παρουσία των στρυμόνιων γερανών υπογραμμίζουν με περισσότερη έμφαση το παράδοξο των κατορθωμάτων της νεαρής Καμίλλης καθιστώντας την παρουσία τους ακόμα πιο αποτελεσματική. Η παρουσία των εξωτικών πουλιών επιτείνει τον θαυμαστό και αξιοπερίεργο χαρακτήρα της αναφοράς. Πίσω από τη στερεοτυπική χρήση του Strymonius κρύβεται η ιδιαίτερη προτίμηση της λατινικής ποίησης στη διακοσμητική χρήση παλιών γεωγραφικών ονομάτων, αφού με αυτόν τον τρόπο ο ορίζοντας του κειμένου ανοίγει απρόσμενα και εμπλουτίζεται με νέα ονόματα εξωτικής προέλευσης.Ταυτόχρονα όμως με τον γεωγραφικό ορίζοντα του κειμένου ανοίγει το ίδιο απρόσμενα και ο διακειμενικός του ορίζοντας. Έτσι, η παρουσία των στρυμόνιων γερανών στο δέκατο βιβλίο της Αινειάδας (Βεργ. Aen. 10.262-4) φαίνεται πως απηχεί αντίστοιχες ιλιαδικές αναφορές στην αποδημία των γερανών προς θερμότερα κλίματα στις αρχές του χειμώνα. (Ιλ. 2.456-65, 74 3.2-775). Παρά το γεγονός πως στο ομηρικό κείμενο η αναφορά δε γίνεται συγκεκριμένα στον Στρυμόνα, ο προτεινόμενος διακειμενικός συσχετισμός ενισχύεται από το ότι και στις δύο περιπτώσεις οι γερανοί αποτελούν το δεύτερο σκέλος παρομοίωσης πολεμικού θορύβου ή της διάταξης
στρατεύματος (Βεργ. Aen. 10.262-4 ~ Ομ. Ιλ. 2.464-5, 3.2). Επιπλέον σημεία επαφής αποτελούν τόσο η κοινή έμφαση στον θόρυβο (Βεργ. Aen. 10.262 clamorem, 266 cum sonitu…clamore ~ Ομ. Iλ. 2.463 κλαγγηδὸν, 3.2 κλαγγῇ τ’ ἐνοπῇ, 3 κλαγγὴ, 5 κλαγγῇ)
όσο και το ταυτόσημο της κατεύθυνσης του ταξιδιού προς θερμότερα κλίματα για την αποφυγή του χειμώνα (Βεργ. Aen. 10.264 sub nubibus atris, 266 fugiuntque Notos ~ Iλ. 3.4 ceimîna fÚgon kaˆ ¢qšsfaton Ômbron).
Στη μετα-κλασική λατινική ποίηση η στερεοτυπική χρήση του επιθέτου Strymonius ως συνοδευτικού των γερανών παγιώθηκε ως ποιητική πρακτική. Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων η αναφορά στους στρυμόνιους γερανούς γίνεται στα πλαίσια κάποιας παρομοίωσης, κυρίως σε σχέση με τη μετανάστευσή τους από τον παγωμένο Στρυμόνα (ή γενικά τη Θράκη) προς τον θερμότερο Νείλο.
Πιο συγκεκριμένα, στον Oedipus του Σενέκα (στ. 604-7) κατά τη διάρκεια της περίφημης σκηνής της νεκυιομαντείας, οι ψυχές των νεκρών του Κάτω Κόσμου παρομοιάζονται με τα κοπάδια των πουλιών που εγκαταλείπουν τον παγωμένο
Στρυμόνα και τα χιόνια του για το θερμό Νείλο. Ο Λουκανός από την άλλη μεριά και στις τρεις αναφορές του στους στρυμόνιους γερανούς αξιοποιεί αποκλειστικά το μοτίβο της μετανάστευσής τους στο θερμό Νείλο. Αξίζει να σημειωθεί πως στο πέμπτο βιβλίο του Bellum Ciuile (5.711-6) η αναφορά στους στρυμόνιους γερανούς εντάσσεται στα πλαίσια παρομοίωσης της διάταξης ναυτικού στόλου (πιθανώς στον απόηχο της αντίστοιχης βεργιλιανής ‒και ομηρικής‒ τεχνικής), ενώ η σύγκριση συμπληρώνεται με την απόδοση του σχηματισμού των γερανών εν πτήσει ως γράμματος του ελληνικού αλφαβήτου (Λ ή Δ).
Μαρτ. Epigr. 9.29 Saecula Nestoreae permensa, Philaeni, senectae, / rapta es ad infernas tam cito
Ditis aquas? / Euboicae nondum numerabas longa Sibyllae / tempora: maior erat mensibus illa tribus.
/heu quae lingua silet! non illam mille catastae / uincebant, nec quae turba Sarapin amat, /nec matutini
cirrata caterua magistri, / nec quae Strymonio de grege ripa sonat. / quae nunc Thessalico lunam
deducere rhombo, / quae sciet hos illos uendere lena toros? με Watson (2003) 346. Οι κραυγές των
γερανών κατά την αρχαιότητα θεωρούνταν παροιμιωδώς δυνατές και άγριες, βλ. Thompson (1936)
O Μαρτιάλης αποτελεί μια από τις ελάχιστες εξαιρέσεις που αποκλίνουν από τη χρήση του μοτίβου της μετανάστευσης. Έτσι, στο δίκην επιτυμβίου επίγραμμα της γριάς προαγωγού Φιλαινίδος (Epigr. 9.29) χρησιμοποιεί τους στρυμόνιους γερανούς, για να συγκρίνει ειρωνικά το λάλο στόμα της γριάς με τον θόρυβο που κάνουν τα πουλιά στις όχθες του ποταμού. Πάντως το μοτίβο της μετανάστευσης των γερανών επιβιώνει μέχρι πολύ αργά στη λατινική ποίηση. Την τελευταία του εμφάνιση κάνει στο έργο του Κλαυδιανού (4ος αι. μ.Χ.) Ιn Gildonem παρουσιάζοντας αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά των απόμακρων ομηρικών καταβολών του, όπως εμφάνιση στα πλαίσια παρομοίωσης διάταξης στρατεύματος, θόρυβος πουλιών, μετανάστευση από παγωμένο Στρυμόνα σε θερμό Νείλο, αλλά και σχηματισμός εν πτήσει σε σχήμα Λ).
Έχουμε όμως αναφορές τόσο στην ποίηση όσο και την πεζογραφία (ελληνική και λατινική) και στην αντίστροφη διαδρομή των γερανών, δηλαδή από τον Νείλο προς τον Στρυμόνα. Από τον Αριστοτέλη και τον Αιλιανό πληροφορούμαστε ότι η μετανάστευση των γερανών στο Νότο συνέβαινε γύρω στα μέσα του φθινοπώρου, πιο συγκεκριμένα κατά τη διάρκεια του αρχαίου μήνα Μαιμακτηριῶνος (μέσα Οκτωβρίου-μέσα Νοεμβρίου), και η επιστροφή τους μετά την εαρινή ισημερία.
Αξίζει βέβαια να σημειωθεί πως στη συγκεκριμένη κατηγορία οι αναφορές στους γερανούς είναι γενικού χαρακτήρα, δίχως ειδικό εντοπισμό στην περιοχή του Στρυμόνα.
Η περίπτωση του Στάτιου εμφανίζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, καθώς αποτελεί τη μόνη περίπτωση Λατίνου ποιητή, όπου οι «παραδοσιακοί» στρυμόνιοι γερανοί αντικαθίσταται από κύκνους. Πιο συγκεκριμένα, στο έβδομο βιβλίο της Θηβαΐδας ο ηλικιωμένος Φόρβας σε μια σκηνή τειχοσκοπίας περιγράφει στη νεαρή Αντιγόνη το θηβαϊκό στράτευμα. Η αναφορά στα πουλιά του Στρυμόνα απαντά και πάλι στα πλαίσια της παραδοσιακής ομηρικής παρομοίωσης ενός στρατεύματος με πτηνά, μόνο που αυτή τη φορά όρο της σύγκρισης δεν αποτελεί ο θόρυβος που προκαλεί το στράτευμα. Τώρα το βουητό και οι πολεμικές κραυγές αποκτούν πιο τεχνικό χαρακτήρα και γίνονται τραγούδι. Η εκλέπτυνση από τον ποιητή του περιεχομένου της αρχετυπικής ομηρικής παρομοίωσης φαίνεται πως συμπαρασύρει αναπόφευκτα και τον εξίσου παραδοσιακό συνδυασμό «στρυμόνιοι γερανοί». Η ιδιαίτερη έμφαση του ποιητή στο τραγούδι (και όχι πια στην οχλοβοή) των στρατιωτών, η οποία άλλωστε υποστηρίζεται από την προσεκτική επιλογή ενός ιδιαίτερα τεχνικού λεξιλογίου (concentibus 285, deducunt 287), δημιουργεί νέα κειμενικά δεδομένα, τα οποία απαιτούν από τους γερανούς της παραδοσιακής στρατιωτικής παρομοίωσης να παραχωρήσουν τη θέση τους στους περισσότερο μουσικούς κύκνους. Όσον αφορά τις υπόλοιπες δύο εμφανίσεις των στρυμόνιων κύκνων στη Θηβαΐδα καθεμιά τους εμφανίζει χαρακτηριστικά της παραδοσιακής συνεκφοράς των στρυμόνιων γερανών.
Έτσι, στο τρίτο βιβλίο, καθώς ο Αμφιάραος και ο Μελάμπους αναζητούν αίσιο οιωνό στον ουρανό, η αναφορά στους στρυμόνιους κύκνους γίνεται σε σχέση με το ταξίδι τους από τον Στρυμόνα προς τον θερμό Νείλο. Στο ένατο βιβλίο οι στρυμόνιοι κύκνοι εμφανίζονται και πάλι στα πλαίσια μιας πολεμικής παρομοίωσης, καθώς ο φόβος στη θέα του αντιπάλου παρομοιάζεται με τον φόβο που νιώθει ένας κύκνος στη θέα του αετού και αναζητά καταφύγιο στις όχθες του Στρυμόνα.
Μια αναφορά στο τραγούδι των στρυμόνιων κύκνων εντοπίζεται ήδη στην ελληνιστική ποίηση και συγκεκριμένα στο ποίημα Βίωνος Ἐπιτάφιος, το οποίο αποδίδεται στον Μόσχο. Ο ποιητής προτρέπει τους στρυμόνιους κύκνους να συνοδεύσουν με γοερή φωνή το πένθιμο τραγούδι των σικελικών Μουσών αναγγέλλοντας στις θρακιώτισσες νύμφες τη δυσάρεστη είδηση του θανάτου του Βίωνα. Ο συνδυασμός των σικελικών Μουσών και των στρυμόνιων κύκνων είναι αλλόκοτος. Επιπλέον, ο συγκεκριμένος γεωγραφικός εντοπισμός της αναφοράς σε «στρυμόνιους κύκνους» μπορεί να συσχετιστεί με τον χαρακτηρισμό του Βίωνα ως «Δώριου Ορφέα» (στ. 18), ο οποίος ανακαλεί με τη σειρά του τη σύνδεση του Στρυμόνα με τον ποιητή Ορφέα. Στην προκειμένη περίπτωση ο Στρυμόνας χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά εξαιτίας των μουσικών του συνδηλώσεων, γεγονός που συνηγορεί για άλλη μια φορά υπέρ της παραδοσιακής, συμβατικής χρήσης του επιθέτου.
Άρρηκτα συνδεδεμένος με το μοτίβο της μετανάστευσης των στρυμόνιων πουλιών είναι και ένας άλλος ποιητικός τόπος της λατινικής ποίησης που αφορά τον Στρυμόνα, και πιο συγκεκριμένα τον Στρυμόνα ως παγωμένο ποταμό (gelidus Strymon). Η αναφορά στα παγωμένα νερά του ποταμού γίνεται συνηθέστερα είτε μέσω της συνεκφοράς gelidus Strymon είτε, κατά το «σχήμα Ηοratianum», σε αντιδιαστολή προς τον θερμό Νείλο.