Ιστορία και Εξέλιξη του Τηλεσκοπίου
Η λέξη τηλεσκόπιο είναι σύνθετη, με πρώτο συνθετικό το τηλε- και δεύτερο συνθετικό το -σκόπω, το οποίο στα αρχαία ελληνικά σημαίνει παρατηρώ προσεκτικά, εξετάζω. Η πατρότητα του όρου αποδίδεται στον Έλληνα μαθηματικό Ιωάννη Δημησιάνο και αναφέρθηκε για πρώτη φορά από τον ιδρυτή και πρόεδρο της ιταλικής επιστημονικής Ακαδημίας των Λυγκών, Φεντερίκο Τσέζι, κατά τη διάρκεια συμποσίου παρόντος του Γαλιλαίου. Ο ελληνικός όρος «τηλεσκόπιο» στη συνέχεια μεταφράστηκε ως «telescopium» στα λατινικά, «telescopio» στα ιταλικά και «telescope» στα αγγλικά.
Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν τηλεσκόπια. Ωστόσο, υπάρχουν θεωρίες ότι οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν κάποιου είδους συσκευές για να παρατηρούν τα αστέρια και τους πλανήτες.
Παρόλα αυτά, δεν υπάρχουν στοιχεία για το πώς ακριβώς λειτουργούσαν αυτές οι συσκευές και πόσο ακριβείς ήταν στις παρατηρήσεις τους. Η αστρονομία θεωρείται κατ' εξοχήν ελληνική επιστήμη αφού θεμελιώθηκε από τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους και οι οποίοι έκαναν σημαντικά βήματα στην κατανόηση του ουρανού και των αστρικών κινήσεων.
Ο όρος "τηλεσκόπιο" προέρχεται από τις λέξεις "τηλέ" και "σκοπεύω" και αναφέρεται σε ένα ευρύ φάσμα οπτικών συσκευών που χρησιμοποιούνται για την παρατήρηση απομακρυσμένων αντικειμένων. Τα πρώτα τηλεσκόπια ήταν όλα διοπτρικά και αποτελούνταν από κοίλο φακό.
16ος αιώνας
Το τηλεσκόπιο εφευρέθηκε το 1608 στην Ολλανδία από τον οπτικό Χανς Λίπερσχαϊ.
Το 1608, ο Ιταλός επιστήμονας Γαλιλαίος Γαλιλέι ανακάλυψε το τηλεσκόπιο και κατασκεύασε μεγαλύτερα τηλεσκόπια με μεγαλύτερες επιμεγέθυνσεις που του επέτρεψαν να παρατηρήσει το ηλιακό σύστημα με μεγάλη λεπτομέρεια.
Παρόλο που η ποιότητα της εικόνας των πρώτων τηλεσκοπίων ήταν κακή λόγω της φύσης του γυαλιού που χρησιμοποιήθηκε στους φακούς, οι τηλεσκόπιοι συνέχισαν να βελτιώνονται και να χρησιμοποιούνται για την παρατήρηση του ουρανού.
Το κατοπτρικό τηλεσκόπιο εφευρέθηκε τον 16ο αιώνα από τον Ισαάκ Νεύτωνα, καθώς τα διοπτρικά τηλεσκόπια της εποχής υπέφεραν από μεγάλο χρωματικό σφάλμα. Τα κατοπτρικά τηλεσκόπια επέτρεψαν τη δημιουργία πιο συμπαγώνων τηλεσκοπίων με πιο καθαρές εικόνες και αποτελούν τον πρόγονο των σύγχρονων κατοπτρικών τηλεσκοπίων.
Ο 17ος αιώνας αποτέλεσε επίσης σταθμό για το τηλεσκόπιο, καθώς ο Νεύτων βελτίωσε την εστίαση και την καθαρότητα λήψης των χρωμάτων.
Παρόλο που τα διοπτρικά τηλεσκόπια ήταν δημοφιλή στον 18ο αιώνα, τα κατοπτρικά τηλεσκόπια τα αντικατέστησαν σταδιακά για την έρευνα, καθώς επιτρέπουν μεγαλύτερες διαμέτρους. Παρόλα αυτά, τα διοπτρικά τηλεσκόπια συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται σε κατασκοπευτικά εργαλεία, αστρονομικά τηλεσκόπια και φακούς μακράς εστίασης.
Το τηλεσκόπιο Hubble είναι ένας από τους κύριους υπεύθυνους για την τεράστια εξέλιξη της αστρονομίας τα τελευταία 30 χρόνια και ένα ορόσημο στην ιστορία του τηλεσκοπίου.
Το Διαστημικό τηλεσκόπιο Χαμπλ (Hubble Space Telescope, HST) είναι τηλεσκόπιο το οποίο βρίσκεται σε τροχιά γύρω από τη Γη. Τέθηκε σε τροχιά από το αμερικανικό Διαστημικό Λεωφορείο Ντισκάβερι τον Απρίλιο του 1990 και έχει πάρει το όνομά του από τον Αμερικανό αστρονόμο Έντγουιν Χαμπλ. Αν και δεν ήταν το πρώτο διαστημικό τηλεσκόπιο, ήταν ένα από τα πιο ευέλικτα και έδωσε σημαντικά αποτελέσματα με εικόνες που δεν ήταν εφικτό να ληφθούν από τα επίγεια τηλεσκόπια. Το Χαμπλ αναμένεται να ολοκληρώσει την αποστολή του μέσα στο 2020. Το τηλεσκόπιο, είναι προϊόν της συνεργασίας ΝΑΣΑ και ΕΣΑ. Αναπτύχθηκε στα πλαίσια του προγράμματος μεγάλων παρατηρητηρίων, μαζί με το τηλεσκόπιο ακτίνων γ Κόμπτον, το παρατηρητήριο ακτίνων Χ Τσάντρα και το Διαστημικό Τηλεσκόπιο Σπίτζερ.
Το διαστημικό τηλεσκόπιο Τζέιμς Γουέμπ (αγγλικά: James Webb Space Telescope, JWST, προηγουμένως γνωστό ως Διαστημικό Τηλεσκόπιο Νέας Γενιάς / Next Generation Space Telescope - NGST), αποτελεί εγχείρημα της NASA σε συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Διαστήματος και τον Καναδικό Οργανισμό Διαστήματος. Ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του Τζέιμς Ε. Γουέμπ, ο οποίος διετέλεσε δεύτερος διευθυντής στην ιστορία της NASA και είχε κεντρικό ρόλο στο πρόγραμμα Απόλλων.
Το πρόγραμμα για την κατασκευή του τηλεσκοπίου ξεκίνησε το 1996, με τη NASA επικεφαλής μιας συνεργασίας πολλών άλλων διεθνών διαστημικών οργανισμών. Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε στις 28 Αυγούστου 2019, ενώ μετά από διαδοχικές αναβολές (Οκτώβριος 2018, Άνοιξη 2019, Μάιος 2020, Μάρτιος 2021, Οκτώβριος 2021), η εκτόξευση του έγινε στις 25 Δεκεμβρίου του 2021.
Το τηλεσκόπιο βρίσκεται στο Σημείο Λαγκράνζ 2, περίπου 1,5 εκατομμύριο χιλιόμετρα πιο μακριά από τον Ήλιο σε σχέση με τη Γη. Το κάτοπτρό του έχει διάμετρο 6,5 μέτρα. Το τηλεσκόπιο πραγματοποιηθεί παρατηρήσεις από το κόκκινο φως μέχρι το μέσο υπέρυθρο (0.6–28.3 μm) και πρέπει να διατηρείται σε θερμοκρασία 50 Κ (−223 °C) ώστε να μην έχει θερμικές παρεμβολές όταν παρατηρεί στο υπέρυθρο.
Οι δυνατότητες του τηλεσκοπίου επιτρέπουν τη διεύρυνση των ερευνών και των αναλύσεων στα πεδία της Αστρονομίας και της Κοσμολογίας. Το τηλεσκόπιο θα προσφέρει άνευ προηγουμένου ανάλυση για μήκη κύματος από το μακρύ οπτικό φάσμα (πορτοκαλί-ερυθρό), έως το κοντινό με με μέσο υπέρυθρο (0,6 με 28 μικρόμετρα).