Ο Μέγας Αλέξανδρος διαβαίνει τον Ελλήσποντο, 1 Απριλίου 334 π.Χ.
Ο Μέγας Αλέξανδρος συγκαταλέγεται ανάμεσα στις προσωπικότητες της παγκόσμιας Ιστορίας οι οποίες με τις ιδέες και τα έργα τους στιγμάτισαν μια εποχή. Στα δεκατρία περίπου χρόνια της βασιλείας του, κατάφερε να θέσει τις βάσεις για τη διαμόρφωση ενός νέου κόσμου, βασικό στοιχείο του οποίου υπήρξε ο ελληνικός πολιτισμός. Μολονότι πέθανε στην ηλικία μόλις των τριάντα τριών ετών, ο Μακεδόνας βασιλιάς άφησε πίσω του τεράστιο έργο.
Διαδόθηκαν στις πόλεις των νότιων Ελλήνων διάφορες φήμες, πως ο Αλέξανδρος έχασε τη ζωή του κατά τη διάρκεια των εκστρατειών του εναντίον των Ιλλυριών και των Τριβαλλών. Άρχισαν να ακούγονται φωνές που κήρυτταν πως έπρεπε οι Έλληνες της νότιας απόληξης της Βαλκανικής Χερσονήσου να εξεγερθούν εναντίον των Μακεδόνων. Αντίστοιχες φωνές είχαν καταφέρει να εξεγείρουν και στο παρελθόν τις ελληνικές πόλεις, προκαλώντας τη σύγκρουση στη Χαιρώνεια. Ευελπιστώντας πως θα αποτίνασσε τη μακεδονική εξουσία, το 335 π.Χ. η Θήβα κήρυξε την εξέγερσή της.
Ο Αλέξανδρος δεν χρονοτρίβησε και κινήθηκε σύντομα εναντίον της, προκειμένου να αποτρέψει τη μετάδοση του μηνύματος της επανάστασης στις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις. Παρότι δεν ήταν πρωταρχικός του στόχος ένας πόλεμος με τη Θήβα, αναγκάστηκε να συγκρουστεί με τον θηβαϊκό στρατό, τον οποίο και κατατρόπωσε. Οι Μακεδόνες εισήλθαν στην πόλη και τη λεηλάτησαν. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού σφαγιάστηκε είτε εξανδραποδίστηκε, ενώ λίγοι ήταν εκείνοι οι οποίοι κατάφεραν να διαφύγουν. Οι ενέργειες του Αλέξανδρου στη Θήβα απέτρεψαν τις υπόλοιπες ελληνικές πόλεις να εξεγερθούν. Το μήνυμά του ήταν σαφές.
Την άνοιξη του 334 π.Χ., ξεκίνησε την εκστρατεία του προπαγανδίζοντας την ιδέα της πανελλήνιας ενότητας για την απελευθέρωση των Ελλήνων της Μικράς Ασίας από την κυριαρχία των Περσών. «Ἅμα δὲ τῷ ἦρι ἀρχομένῳ ἐξελαύνει ἐφ᾽ Ἑλλησπόντου, τὰ μὲν κατὰ Μακεδονίαν τε καὶ τοὺς Ἕλληνας Ἀντιπάτρῳ ἐπιτρέψας, αὐτὸς δὲ ἄγων πεζοὺς μὲν σὺν ψιλοῖς τε καὶ τοξόταις οὐ πολλῷ πλείους τῶν τρισμυρίων, ἱππέας δὲ ὑπὲρ τοὺς πεντακισχιλίους», έγραψε για την αρχή της μεγάλης πανελλήνιας εκστρατείας ο Αρριανός στην Αλεξάνδρου Ανάβασιν (1.11.3).
Μέσα σε είκοσι ημέρες, αφού διάβηκε τον Στρυμόνα ποταμό, πέρασε από τις παραθαλάσσιες πόλεις Αβδηρα και Μαρώνεια και τον ποταμό Έβρο και έφθασε στη Σηστό, στην ευρωπαϊκή ακτή του Ελλήσποντου. Ο Αρριανός αναφέρει ότι προχώρησε στον Ελούντα και θυσίασε στον τάφο του Πρωτεσίλαου, που σκοτώθηκε εκεί, οταν πρώτος από τους Αχαιούς, οι οποίοι πήραν μέρος στον Τρωικό πόλεμο, είχε βγει στο μικρασιατικό έδαφος. Εν τω μεταξύ ο Παρμενίων πήρε εντολή να μεταφέρει οπό τη Σηστό στην Αβυδο με τις 160 τριήρεις ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα. Ο Αλέξανδρος οδηγώντας ο ίδιος τη Ναυαρχίδα, έπλευσε από τον Ελαιουντα και φθάνοντας στη μέση του περάσματος, θυσίασε ταύρο στον Ποσειδώνα και στις Νηρηΐδες και έκανε σπονδή με χρυσή φιάλη στη θάλασσα. Λένε, προσθέτει ο Αρριανός, ότι πρώτος βγήκε από το πλοίο, καθώς και ότι ίδρυσε βωμούς προς τιμήν του αποβατηριου Διός στο σημείο από το οποίο απέπλευσε από την Ευρώπη, και προς τιμήν της Αθηνάς και του Ηρακλέους στο σημείο που αποβιβάστηκε στην Ασία.
Η παράδοση αναφέρει επίσης πως, πριν αποβιβαστεί ο Αλέξανδρος στην Ασία, έριξε στη στεριά το δόρυ του, δηλώνοντας έτσι συμβολικά την κατοχή της γης που θα πατούσε. Ύστερα ανέβηκε στο Ίλιο, όπου θυσίασε στην Ιλιάδα Αθηνά και ανέθεσε στον ναό της την πανοπλία του, αντί για αυτήν πήρε μερικά όπλα ιερά που σώζονταν λένε, ακόμη από τον Τρωικό πόλεμο. Αναφέρεται πως με αυτά τα όπλα εξόπλισε τους υπασπιστές του. Τέλος, θυσίασε και στον Πρίαμο στον βωμό του Ερκειου Διός, για να εξευμενίσει την οργή του για το γένος του Νεοπτόλεμου, από το οποίο ο Αλέξανδρος πίστευε ότι καταγόταν και ο ίδιος.
Στο Ίλιο τον στεφάνωσαν με χρυσό στέφανο ο κυβερνήτης Μενοίτιος και ο Αθηναίος εξόριστος Χάρης, άλλοτε εχθρός του, που ήρθε γι αυτό τον σκοπό από το Σιγειο, μαζί με άλλους ντόπιους Έλληνες. Η παράδοση αναφέρει πως ο Αλέξανδρος στεφάνωσε τον τάφο του Αχιλλέα, μακαρίζοντας τον ήρωα που η τύχη του χάρισε όσο ζούσε φίλο πιστό τον Πάτροκλο και όταν πέθανε έναν Όμηρο κήρυκα των κατορθωμάτων του. Παράλληλα ο Ηφαιστίονας στεφάνωσε τον τάφο του Πάτροκλου, υπογραμμίζοντας έτσι τη μεγάλη φιλία του με τον Αλέξανδρο. Προσθέτουν μάλιστα ότι ο νεαρός βασιλιάς οργάνωσε προς τιμήν του ήρωα αγώνα δρόμου, στον οποίο μάλιστα πήρε και ο ίδιος μέρος μαζί με τους εταίρους του.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Στράβωνα, το Ίλιο, γύρω στα μέσα του 4ου αι π.Χ, δεν ήταν παρά μια μικρή πόλη. Ο Αλέξανδρος ανακήρυξε την πόλη αυτόνομη, αποκατέστησε τη δημοκρατία, και απήλλαξε τους κατοίκους από τον φόρο που ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν στην Περσική Αυτοκρατορία. Αργότερα μάλιστα, μετα την κατάλυση του περσικού κράτους, έστειλε επιστολή στην πόλη και υποσχόταν να την κάνει μεγάλη και να χτίσει έναν μεγάλο ναό προς τιμήν της Αθηνάς και να καθιερώσει ιερούς αγώνες. Οι υποσχέσεις του όμως θα πραγματοποιηθούν πολύ αργότερα, μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου, από τον Λυσίμαχο.
Από το Ίλιο ο Αλέξανδρος προχώρησε στην Αρίσβη, όπου είχε στρατοπεδεύσει η στρατιά μετά τη διάβαση του Ελλήσποντου. Εκεί, φαίνεται, επιθεώρησε το εκστρατευτικό σώμα που θα τον συνόδευε στο τολμηρό εγχείρημα του.
Το εκστρατευτικό σώμα με το οποίο ξεκίνησε ο Αλέξανδρος ήταν άριστα οργανωμένο και εξαιρετικά ισχυρό, αν και αριθμητικά πολύ κατώτερο από τους στρατούς τους οποίους επρόκειτο να αντιμετωπίσει. Οι αριθμοί που δίνουν οι αρχαίοι συγγραφείς κυμαίνονται μεταξύ 34.000 (30.000 πεζοί και 4000 ιππείς) και 48.500 (43.000 πεζοί και 5500 ιππείς). Η μακεδονική φάλαγγα των 9000 πεζέταιρων καθώς και οι 3000 υπασπιστές αποτελούσαν την κύρια δύναμη του πεζικού που πλαισιώνονταν από συμμαχικά σώματα Ελλήνων, Θρακών αλλά και μισθοφόρων. Οι ισχυρότερες μονάδες του ιππικού ήταν οι 8 ίλες των 1800 Μακεδόνων εταίρων και οι 1800 Θεσσαλοί ιππείς. Παράλληλα, οι τεχνικές και άλλες υπηρεσίες ήταν οργανωμένες με αξιοθαύμαστο για την εποχή τρόπο και συνέβαλαν ουσιαστικά στην επιτυχία της εκστρατείας. Το ναυτικό, αποτελούμενο από συμμαχικά πλοία, έπαιξε δευτερεύοντα ρόλο στις πολεμικές επιχειρήσεις, Το Επιτελείο του Αλέξανδρου με τους σωματοφύλακες (Εταίρους) και τη Βασιλική Φρουρά βοηθούσε τον βασιλέα στην εκτέλεση των σχεδίων και των αποφάσεων του. Βαθμιαία οργανώθηκε επίσης και αυτοτελής Διπλωματική υπηρεσία. Τέλος ένας αρκετά μεγάλος αριθμός επιστημόνων ακολουθούσε τον Αλέξανδρο στην εκστρατεία του, πραγματοποιώντας αξιόλογο επιστημονικό έργο, καθώς και πλήθος καλλιτεχνών.
Τις επόμενες μέρες ο Αλέξανδρος οδήγησε τον στρατό του στον ποταμό Γρανικό, όπου περίμεναν για να δώσουν μάχη οι περσικές δυνάμεις, οδηγούμενες από τους τοπικούς σατράπες και τον Μέμνονα τον Ρόδιο. Η μάχη του Γρανικού, που έγινε τον Μάιο του 334 π.Χ. ανέδειξε νικητή τον Αλέξανδρο και ήταν η πρώτη αποφασιστική του νίκη και το πρώτο βήμα για την κατάκτηση της Ασίας.