Αγίες Μάρθα και Μαρία οι αδελφές του Λαζάρου, 4 Ιουνίου
Ἐκ Βηθανίας τὰς ἀδελφὰς Λαζάρου,
Σῴζειν δύνασθαι καὶ νεκρὰς πιστευτέον.
Τετάρτῃ Μάρθα ἠδὲ Μαρίη ἔβησαν πόλῳ λαμπρῷ.
Η Μαρία της Βηθανίας και η Μάρθα είναι πρόσωπα που αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη και συγκεκριμένα στα Ευαγγέλια Κατά Ιωάννη και Κατά Λουκά. Στο πρώτο αναφέρεται ότι μαζί με τον αδερφό τους Λάζαρο, ζούσαν στο χωριό Βηθανία, κοντά στην Ιερουσαλήμ. Ο Λουκάς αναφέρει μόνο τις δύο αδελφές, ως κατοίκους ενός χωριού του οποίου δεν δίνει το όνομα.
Η Μάρθα και η Μαρία, μαζί με τον αδελφό τους Λάζαρο, ήταν για τον Κύριο Ιησού Χριστό η πιο αγαπητή και αγία οικογένεια της Βηθανίας. Το Ευαγγέλιο, μας παρουσιάζει τη Μαρία να απορροφάται από τη διδασκαλία του Ιησού, ενώ η Μάρθα, που ήταν μεγαλύτερη αδελφή, φροντίζει πολύ για το τραπέζι της φιλοξενίας.
Στο Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον ο Ιησούς Χριστός επισκέπτεται το σπίτι της Μαρίας και της αδελφής της Μάρθας σε κάποιο χωριό. Η Μαρία, σε αντίθεση με τη Μάρθα, που ασχολείται μόνο με την εξυπηρέτηση, έχει επιλέξει «την αγαθήν μερίδα», δηλαδή να κάθεται και να ακούει τα λόγια του Ιησού.:
«Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἴκον αὐτῆς. καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ' αὐτῆς.»
— Κατά Λουκάν ι΄ 38-42
Η ίδια η πρωτοβουλία της Μαρίας να καθήσει «παρά τους πόδας» του Ιησού (και του Ιησού να της το επιτρέψει) ήταν ασυνήθιστη. Με αυτή, όπως σημειώνει ένας σχολιαστής, η Μαρία πήρε «θέση μαθητή του Χριστού... ήταν ασυνήθιστο για γυναίκα την εποχή εκείνη να γίνεται αποδεκτή από διδάσκαλο του Ιουδαϊσμού ως μαθήτριά του.»
Στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, η Μαρία-αδελφή του Λαζάρου μνημονεύεται σε δύο διαφορετικά περιστατικά, σε δύο διαδοχικά κεφάλαια: την ανάσταση του Λαζάρου (Ιωάν. ια΄ 1-2) και το άλειμμα των ποδιών του Ιησού με μύρο (ιβ΄ 3). Το ότι πρόκειται για την ίδια Μαρία/Μαριάμ σε αμφότερα τα περιστατικά αναφέρεται ξεκάθαρα από τον Ευαγγελιστή: «Ἦν δέ τις ἀσθενῶν Λάζαρος ἀπὸ Βηθανίας, ἐκ τῆς κώμης Μαρίας καὶ Μάρθας τῆς ἀδελφῆς αὐτῆς. ἦν δὲ Μαριὰμ ἡ ἀλείψασα τὸν Κύριον μύρῳ καὶ ἐκμάξασα τοὺς πόδας αὐτοῦ ταῖς θριξὶν αὐτῆς, ἧς ὁ ἀδελφὸς Λάζαρος ἠσθένει» (ια΄ 1-2) Η αναφορά για την αδελφή της Μάρθα συνδέει τη Μαρία και με το περιστατικό στη Βηθανία που αναφέρει ο Λουκάς.
Στην αφήγηση για το θαύμα της αναστάσεως του Λαζάρου, ο Χριστός συναντά τις δύο αδελφές διαδοχικά: πρώτα τη Μάρθα και έπειτα τη Μαρία. Η Μάρθα σπεύδει να συναντήσει τον Ιησού μόλις φθάνει, ενώ η Μαρία περιμένει στο σπίτι της μέχρι που να την καλέσει η Μάρθα. Ο πιο ήσυχος χαρακτήρας της Μαρίας συμφωνεί[6] με το περιστατικό που αναφέρει ο Ευαγγελιστής Λουκάς (ι΄ 38-42). Στο μεταξύ είχαν σπεύσει Ιουδαίοι στο σπίτι της, για να την παρηγορούν μετά τον θάνατο του Λαζάρου, οπότε όταν είδαν τη Μαρία να σηκώνεται και να βγαίνει από την οικία βιαστικά, την ακολούθησαν λέγοντας ότι πάει στο μνήμα να κλάψει τον αδελφό της, και έτσι μαζεύτηκε κόσμος στο μέρος που ήταν ο Χριστός. Μόλις η Μαρία της Βηθανίας συναντά τον Ιησού, πέφτει στα πόδια του και του λέει: «αν βρισκόσουν εδώ, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μου» (Ιωάν. ια΄ 32), τα ίδια λόγια που του είχε απευθύνει και η αδελφή της νωρίτερα (ια΄ 21). Αλλά ενώ η απόκριση του Ιησού προς τη Μάρθα είναι διδακτικού ύφους, καλώντας τη να ελπίζει και να πιστεύει, η απόκρισή του προς τη Μαρία είναι πιο συναισθηματική: «όταν ο Ιησούς την είδε να κλαίει, και τους συγκεντρωμένους Ιουδαίους που την είχαν ακολουθήσει να κλαίνε επίσης, συγκινήθηκε βαθιά και ταράχθηκε (ια΄ 33). Και μέτα: «εδάκρυσεν ο Ιησούς» (ια΄ 35).
Το άλειμμα με μύρο του Ιησού
Κεντρικό ρόλο διαδραματίζει η Μαρία της Βηθανίας σε ένα άλλο γεγονός, που αναφέρεται στο επόμενο κεφάλαιο του Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου. Σε αυτό, εκχέει ολόκληρο το περιεχόμενο ενός δοχείου με ακριβό άρωμα στα πόδια του Ιησού (ιβ΄ 3). Μόνο σε αυτό το εδάφιο κατονομάζεται η γυναίκα ως «Μαρία», ενώ η προηγούμενη αναφορά την ταυτοποιεί ως την αδελφή της Μάρθας και του Λαζάρου.
«Ὁ οὖν Ἰησοῦς πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ πάσχα ἦλθεν εἰς Βηθανίαν, ὅπου ἦν Λάζαρος ὁ τεθνηκώς, ὃν ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν. ἐποίησαν οὖν αὐτῷ δεῖπνον ἐκεῖ, καὶ ἡ Μάρθα διηκόνει· ὁ δὲ Λάζαρος εἷς ἦν ἐκ τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ. ἡ οὖν Μαρία, λαβοῦσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικῆς πολυτίμου, ἤλειψε τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἐξέμαξε ταῖς θριξὶν αὐτῆς τοὺς πόδας αὐτοῦ· ἡ δὲ οἰκία ἐπληρώθη ἐκ τῆς ὀσμῆς τοῦ μύρου. λέγει οὖν εἷς ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, Ἰούδας Σίμωνος Ἰσκαριώτης, ὁ μέλλων αὐτὸν παραδιδόναι· Διατί τοῦτο τὸ μύρον οὐκ ἐπράθη τριακοσίων δηναρίων καὶ ἐδόθη πτωχοῖς; εἶπε δὲ τοῦτο οὐχ ὅτι περὶ τῶν πτωχῶν ἔμελεν αὐτῷ, ἀλλ' ὅτι κλέπτης ἦν, καὶ τὸ γλωσσόκομον εἶχε καὶ τὰ βαλλόμενα ἐβάσταζεν. εἶπεν οὖν ὁ Ἰησοῦς· Ἄφες αὐτήν, εἰς τὴν ἡμέραν τοῦ ἐνταφιασμοῦ μου τετήρηκεν αὐτό. τοὺς πτωχοὺς γὰρ πάντοτε ἔχετε μεθ' ἑαυτῶν, ἐμὲ δὲ οὐ πάντοτε ἔχετε.»
— Κατά Ιωάννην ιβ΄ 1-8
Το όνομα της γυναίκας δεν δίνεται στα Ευαγγέλια του Ματθαίου (κστ΄ 6-13) και του Μάρκου (ιδ΄ 3-9), αλλά αναφέρεται και εκεί ότι το περιστατικό έλαβε χώρα στη Βηθανία, και συγκεκριμένα στην οικία του Σίμωνος του Λεπρού, για τον οποίο δεν αναφέρεται κάτι άλλο στα Ευαγγέλια.
Σύμφωνα με τη διήγηση του Μάρκου, το άρωμα ήταν η καλύτερη («πολυτελής») νάρδος (αιθέριο έλαιο του φυτού Nardostachys jatamansi). Κάποιοι από τους παρευρισκόμενους ενοχλούνται και εδώ επειδή το ακριβό άρωμα θα μπορούσε να είχε πωληθεί και τα χρήματα να είχαν δοθεί στους φτωχούς, ενώ η τιμή του αναφέρεται και από τον Μάρκο ως 300 δηνάριοι, ένα υπέρογκο ποσό που αντιστοιχούσε σε μεροκάματα ενός έτους. Το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον γράφει ότι οι «μαθητές αγανάκτησαν», ενώ το Κατά Ιωάννην δηλώνει ότι ο Ιούδας ο Ισκαριώτης προσβλήθηκε περισσότερο από όλους. Ο Χριστός όμως δικαιολογεί την πράξη της Μαρίας, δηλώνοντας ότι τους φτωχούς θα τους είχαν πάντοτε ανάμεσά τους, ώστε να μπορούν να τους βοηθούν οποτεδήποτε ήθελαν, ενώ ο ίδιος δεν θα ήταν πάντοτε μαζί τους, και προσθέτει ότι η πράξη της αντιστοιχούσε στην προετοιμασία για την ταφή του. Σύμφωνα με έναν σχολιαστή, η Μαρία της Βηθανίας «φαίνεται ότι υπήρξε ο μόνος άνθρωπος που αντιλήφθηκε τον επικείμενο θάνατο του Ιησού και ήταν πρόθυμη να δώσει μία υλική έκφραση της υπολήψεως που είχε προς αυτόν. Η απόκριση του Ιησού δείχνει την εκτίμησή του για την πράξη της.» Οι Ματθαίος και Μάρκος προσθέτουν και τούτα τα λόγια του Χριστού: «ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅπου ἐὰν κηρυχθῇ τὸ εὐαγγέλιον τοῦτο ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ, λαληθήσεται καὶ ὃ ἐποίησεν αὕτη εἰς μνημόσυνον αὐτῆς.» (Ματθ. κστ΄ 13, Μάρκ. ιδ΄ 9)
Ο Easton (1897) σχολίασε ότι φαίνεται πως η οικογένεια του Λαζάρου διέθετε οικογενειακό τάφο (μνημείον, Ιωάν. ια΄ 38) και ότι πολλοί κάτοικοι της Ιερουσαλήμ είχαν έρθει για να τους συλλυπηθούν για τον θάνατο του Λαζάρου (Ιωάν. ια΄ 39), στοιχεία που υποδεικνύουν πως η οικογένεια αυτή της Βηθανίας ανήκε στην πλουσιότερη τάξη. Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει το πώς η Μαρία της Βηθανίας μπορούσε να έχει ποσότητες από ακριβό άρωμα.
Πολύ παρόμοιο είναι το περιστατικό που αναφέρει το Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον (ζ΄ 7-39) ότι έλαβε χώρα στην οικία του Σίμωνος του Φαρισαίου, όπου μία αμαρτωλή γυναίκα που έκλαιγε έχυσε άρωμα στα πόδια του Ιησού και τα σκούπισε με τα μαλλιά της. Παρά το ότι είναι λογικό να δημιουργείται σύγχυση, πολλοί μελετητές συμφωνούν ότι πρόκειται για δύο ξεχωριστά περιστατικά.
Η αντίδραση του Ιησού στο περιστατικό που αναφέρει ο Λουκάς είναι τελείως διαφορετική, καθώς εδώ αφηγείται την Παραβολή των δύο οφειλετών. Σύμφωνα με έναν σχολιαστή, «ο Λουκάς είναι ο μόνος που καταγράφει την παραβολή των δύο οφειλετών, και τη συνδέει με το συγκεκριμένο περιστατικό... Αν οι περιγραφές στα άλλα Ευαγγέλια αφορούσαν το ίδιο περιστατικό, είναι πιθανό πως η παραβολή δεν θα ήταν σε συνάφεια με το περιστατικό από το οποίο πήρε αφορμή ο Χριστός. Διαφορετικά, το ισχυρό μήνυμα που δίνει η παραβολή σε σχέση με την αμαρτωλή, το πιθανότερο είναι πως θα αναφερόταν και από τους άλλους Ευαγγελιστές στην αφήγησή τους του περιστατικού με τη Μαρία της Βηθανίας.» (Wilckens). Αντιστοίχως, και ο John Nolland γράφει: «Ελάχιστα είναι πιθανόν να υπήρξε μία αναγραφή του περιστατικού που να μη συμπεριλάβει την παραβολή αυτή, καθώς θα άφηνε την αμφιβολία του Φαρισαίου στον στίχο ζ΄ 39 χωρίς κατάλληλη απάντηση.»
Η μεσαιωνική Δυτική ταύτιση με τη Μαγδαληνή
Στη μεσαιωνική Δυτική παράδοση, η Μαρία της Βηθανίας ταυτίσθηκε με τη Μαρία Μαγδαληνή πιθανώς και εξαιτίας ενός κηρύγματος που έβγαλε ο Πάπας Γρηγόριος Α΄, στο οποίο αναφέρθηκε σε αρκετές γυναίκες της Καινής Διαθήκης σαν να ήσαν το ίδιο πρόσωπο. Αυτό οδήγησε στη σύγχυση της Μαρίας της Βηθανίας με τη Μαγδαληνή, αλλά και με την αμαρτωλή γυναίκα. Ο Ανατολικός Χριστιανισμός δεν υιοθέτησε ποτέ αυτή την ταύτιση. Σε λήμμα στην Καθολική Εγκυκλοπαίδεια του 1910, ο καθηγητής της ερμηνείας της Καινής Διαθήκης Χιου Πόουπ (Hugh Pope) γράφει: «Οι Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας, στο σύνολό τους, διαχωρίζουν τα τρία πρόσωπα: την «αμαρτωλή» του Λουκά (ζ΄ 36-50), την αδελφή της Μάρθας και του Λαζάρου (Λουκ. ι΄ 38-42, Ιωάν. ια΄), και τη Μαρία Μαγδαληνή.»
Κατά τον ίδιο συγγραφέα, με βάση τις διηγήσεις των Ευαγγελιστών, «δεν υπάρχει ένδειξη ταυτίσεως των τριών γυναικών, και αν είχαμε μόνον τον Λουκά να μας καθοδηγεί σαφώς δεν θα είχαμε λόγους για να τις ταυτίσουμε.»
Ο Γάλλος μελετητής Victor Saxer εντοπίζει με ακρίβεια την ταύτιση των τριών γυναικών στο κήρυγμα του Πάπα Γρηγορίου Α΄ της 21ης Σεπτεμβρίου του έτους 591. Σε ένα άλλο κήρυγμα, ο Γρηγόριος ταύτισε ειδικότερα τη Μαρία Μαγδαληνή με την αδελφή της Μάρθας που μνημονεύεται στο δέκατο κεφ. του Κατά Λουκάν Ευαγγελίου. Αλλά σύμφωνα με μια άποψη που εξέφρασε πιο πρόσφατα η θεολόγος Jane Schaberg, ο Γρηγόριος Α΄ επισημοποίησε απλώς έναν θρύλο που ήδη προϋπήρχε αυτού.
Και οι δύο αδελφές, ευσεβή και διακεκριμένα μέλη της πρώτης χριστιανικής Εκκλησίας, αξιώθηκαν να πεθάνουν ειρηνικά και όχι εν διωγμώ. Διότι ο Κύριος δεν θέλησε ν' αφήσει να πονέσουν οι καρδιές, των οποίων κάτω από τη στέγη του σπιτιού τους, είχε απολαύσει τόση αγία γαλήνη τις παραμονές των παθών Του.
Η ταύτιση της Μαρίας Μαγδαληνής με τη Μαρία της Βηθανίας στη Δύση αντιπροσωπευόταν μέχρι το 1969 στο εορτολόγιο της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Η Ορθόδοξη παράδοση
Στην Ιερά Παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η Μαρία της Βηθανίας τιμάται ως ξεχωριστό πρόσωπο από τη Μαρία τη Μαγδαληνή, ενώ τη συγκαταλέγει (αν και δεν κατονομάζονται στα Ευαγγέλια) μαζί με τη Μάρθα στις Μυροφόρους. Οι πιστές αυτές ακόλουθοι του Χριστού στάθηκαν στον Γολγοθά κατά τη Σταύρωση και αργότερα πήγαν την αυγή στον τάφο του με μύρα για να μυρώσουν τη σορό του, όπως ήταν το έθιμο στους Ιουδαίους. Οι Μυροφόροι έγιναν έτσι οι πρώτοι άνθρωποι που έμαθαν για την Ανάσταση του Χριστού, βρίσκοντας τον τάφο κενό και πληροφορούμενες την Ανάσταση από έναν άγγελο.
Σύμφωνα με την Ορθόδοξη παράδοση επίσης, ο Λάζαρος, ο αδελφός της Μαρίας, εξορίστηκε από την Ιερουσαλήμ κατά τον διωγμό κατά της νεαρής Εκκλησίας των Ιεροσολύμων που ακολούθησε μετά το μαρτύριο του Αγίου Στεφάνου, οπότε οι αδελφές του Μαρία και Μάρθα διέφυγαν από την Ιουδαία μαζί του, βοηθώντας τον στο να κηρύξει το Ευαγγέλιο σε ξένες χώρες. Οι τρεις τους κατέληξαν στην Κύπρο, όπου ο Λάζαρος υπήρξε ο πρώτος Επίσκοπος Κιτίου στην Ιστορία. Και τα τρία αδέλφια απεβίωσαν και τάφηκαν στην Κύπρο. Σύμφωνα όμως με άλλη παράδοση, η Μαρία αποσύρθηκε στην ερημική περιοχή Saint Baume (= Άγιον Όρος) της Προβηγκίας, όπου ασκήτευσε αρκετά χρόνια σε ένα σπήλαιο, τρεφομένη δια χειρός αγγέλου. Κοιμήθηκε εν ειρήνη στην Προβηγκία και τάφηκε από τον Άγιο Μαξιμίνο, πρώτο Επίσκοπο της πόλεως Αιξ.
Η Μαρία ως Αγία
Η Ορθόδοξη, όπως και οι Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες, τιμούν τη μνήμη της Μαρίας της Βηθανίας μαζί με εκείνη της αδελφής της Μάρθας στις 4 Ιουνίου, αλλά και την Κυριακή των Μυροφόρων (δύο εβδομάδες μετά το Πάσχα).
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α´. Τὸν Συνάναρχον Λόγον.
Τῷ Σωτῆρι ἀμέμπτως διακονήσασαι, αἱ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου θεῖαι αὐτάδελφοι, σὺν τῇ Μάρθᾳ τῇ κλεινῇ, Μαρία πάνσεμνε, καὶ τὴν Ἀνάστασιν Αὐτοῦ, σὺν Μυροφόροις Γυναιξί, μαθοῦσαι ἐκ τοῦ Ἀγγέλου, φωτὸς ἐμπλήσθητε θείου, ἡμῖν αἰτοῦσαι τὰ σωτήρια.
Κοντάκιον
Ἦχος β´. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τῶν ἀδελφῶν τὴν δυάδα τὴν πάντιμον, τὰς τοῦ Λαζάρου συγγόνους τιμήσωμεν, Μαρίαν καὶ Μάρθαν ἐν ᾄσμασιν, ὡς ἂν αὐτῶν ἱκεσίαις πρὸς Κύριον, πταισμάτων συγχώρησιν λάβωμεν.
Μεγαλυνάριον
Χαίρετε αὐτάδελφοι ἱεραί, Μάρθα καὶ Μαρία, σεμναὶ ἤθεσι καὶ ζωῆς χαίρετε Λαζάρου, αἱ σύγγονοι αἱ θεῖαι, μεθ᾿ οὗ ἡμῖν αἰτεῖσθε, τὸ θεῖον ἔλεος.
Ὁ Οἶκος
Τῷ σαρκωθέντι δι᾿ ἡμᾶς, καὶ σώσαντι τὸν κόσμον, Χριστῷ τῷ πάντων Βασιλεῖ, πιστεύσασαι προθύμως, τούτου μαθήτριαι ἀληθεῖς, καὶ μυροφόροι ὤφθητε, ὦ Μάρθα καὶ Μαρία, δυὰς ἡγιασμένη· καὶ τὸν ὁμαίμονα ὑμῶν, ἤδη τετραήμερον καὶ ὀδωδότα ἐν τάφῳ κείμενον, τῇ ζωοποιῷ αὐτοῦ φωνῇ ζῶντα ἀπολαβοῦσαι, τὰ τῆς θεότητος Αὐτοῦ μεγαλεῖα, καὶ τὴν μεγίστην ἐξουσίαν ᾐνέσατε φωνῇ μεγάλῃ· καὶ ἑκουσίως θανόντι καὶ ταφέντι, καὶ τάφῳ τεθειμένῳ, μύρα προσκομίσασαι σὺν ταῖς λοιπαῖς Ἁγίαις Μυροφόροις, καὶ τῆς ἐγέρσεως Αὐτοῦ κήρυκες πᾶσιν ὤφθητε· ὅν δυσωπεῖτε δεόμεθα, ὡς ἄν πταισμάτων συγχώρησιν λάβωμεν.
Κάθισμα
Ἦχος γ´. Τὴν ὡραιότητα.
Χριστοῦ διάκονοι, ὄντως ἐδείχθησαν, ὡς πλήρεις πίστεως, καὶ σκεύη τίμια, αἱ τοῦ Λαζάρου ἀδελφαί, ἡ Μάρθα καὶ ἡ Μαρία· ἡ μὲν γὰρ ἐδέσματα, τούτῳ πίστει ἡτοίμασεν, ἡ δὲ μύρῳ ἤλειψε, καὶ θριξὶ κεφαλῆς αὐτῆς, ἐξέμαξε Κυρίου τοὺς πόδας· ὅθεν αὐτὰς ἄμφω τιμῶμεν.