Ο Γεώργιος Κολοκοτρώνης (31 Οκτωβρίου 1866 - 12 Ιουλίου 1913) ήταν Έλληνας αξιωματικός.
Καταγόταν από την οικογένεια Κολοκοτρώνη και ήταν πρωτότοκος γιος του Πάνου Κολοκοτρώνη. Παππούς του ήταν ο στρατηγός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Σπούδασε στη Σχολή Ευελπίδων και κατατάχθηκε στο Πεζικό. Έλαβε μέρος στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, στην Κρητική Επανάσταση του 1897 και στον Μακεδονικό Αγώνα ως ένας από τους 4 αξιωματικούς που το 1904 εξήλθαν στη Μακεδονία για εκτίμηση της κατάστασης (οι υπόλοιποι τρεις ήταν οι Παύλος Μελάς, Α. Κοντούλης και Α. Παπούλας). Η απόφαση για την επιλογή του οφειλόταν στο αρχηγό της αποστολής Αλέξανδρο Κοντούλη, ο οποίος μετά από χρόνια ανέφερε πως οδηγήθηκε στην επιλογή αυτή λόγω του οικογενειακού ονόματός του καθώς δεν τον θεωρούσε ικανό αξιωματικό. Ενστάσεις για την επιλογή του είχε και ο Παύλος Μελάς. Κατά τη διάρκεια της αποστολής αυτής ο Κολοκοτρώνης ήρθε σε σύγκρουση με τον Αλέξανδρο Κοντούλη και τον Παύλο Μελά καθώς οι δύο τελευταίοι υποστήριζαν ότι η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε να εφοδιάσει με οπλισμό του Έλληνες ομογενείς ενώ ο ίδιος υποστήριζε, μαζί με τον Παπούλα, ότι η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε να αποστείλει σώματα στρατού υπό την ηγεσία Ελλήνων αξιωματικών. Μάλιστα η διαμάχη μεταξύ Μελά - Κολοκοτρώνη οδήγησε σε μονομαχία, ύστερα από πρόσκληση του πρώτου, με αποτέλεσμα τον ελαφρύ τραυματισμό του Κολοκοτρώνη στον μηρό.
Το 1910 προήχθη σε ταγματάρχη. Κατά τις παραμονές των Βαλκανικών Πολέμων ανέλαβε μετά από δικό του αίτημα διοικητής τάγματος του στο Ανεξάρτητο Σύνταγμα Κρητών. Το τάγμα αυτό, το "1ο Τάγμα Κρητών", είχε μικρή συμμετοχή στους Βαλκανικούς Πολέμους, ωστόσο ήταν ήταν το πρώτο που μπήκε στη Θεσσαλονίκη την 26 Οκτωβρίου 1912. Την 30 Οκτωβρίου έως αρχές Νοεμβρίου του 1912 ως διοικητής του τάγματος κατέλαβε και τυπικά για λογαριασμό του Ελληνικού Στρατού τη Χαλκιδική και το Άγιον Όρος απ' όπου οι Τούρκοι είχαν αποχωρήσει αμαχητί.Στη συνέχεια το τάγμα βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του ελληνοβουλγαρικού πολέμου του 1913.
Ο Γεώργιος Κολοκοτρώνης σκοτώθηκε σε μάχη στα στενά της Κρέσνας την 12η Ιουλίου 1913. Τάφηκε επί τόπου σε έδαφος που μετά το τέλος του πολέμου παρέμεινε στη βουλγαρική επικράτεια. Προτομή του στήθηκε στο χώρο του μνημείου της μάχης Λαχανά, μαζί με προτομές άλλων πεσόντων αξιωματικών του Τάγματος Κρητών.
Ήταν παντρεμένος και είχε έναν γιο, τον υποστράτηγο Πάνο Κολοκοτρώνη. Στην κατοχή του είχε ως οικογενειακό κειμήλιο το σπαθί του φημισμένου του προγόνου, Θεόδωρου Κολοκοτρώνη το οποίο - έπειτα από επιθυμία που είχε εκφράσει ο ίδιος πριν αναχωρήσει για το μέτωπο - δωρήθηκε μετά το θάνατό του στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Ελλάδας.
Η εφημερίδα ΣΚΡΙΠ, γράφει για τον Κολοκοτρώνη στις 19/7/1913:
Ο Γεώργιος Π. Θ. Κολοκοτρώνης, ταγματάρχης του πεζικού, ήταν υιός του μακαρίτη συνταγματάρχου Πάνου Κολοκοτρώνη και εγγονός του θρυλικού στρατηγού του 1821, Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Φονεύθηκε στους κρημνώδεις βράχους της Κρέσνας κατά τη διάρκεια της Μάχης της Κρέσνας το 1913, πλήττοντας στο στήθος από πληθώρα σφαιρών ενώ πολεμούσε ως απλός στρατιώτης, με τη φυσίγγιοθήκη και το όπλο στο πλευρό του.
Ο ταγματάρχης Κολοκοτρώνης αγνόησε την τακτική προφύλαξη και πολέμησε όρθιος, γεγονός που τον έκανε ευάλωτο και τελικά έπεσε ηρωικά. Ο συνταγματάρχης του ανέφερε χαρακτηριστικά ότι σκοτώθηκε "ανδρείως αγωνισθείς", όπως και πολλοί άλλοι αξιωματικοί και οπλίτες του Ελληνικού Στρατού.
Η γενεαλογία του ταγματάρχη Κολοκοτρώνη είναι γνωστή από το 1553, όταν η οικογένεια δεν αναγνώρισε την τουρκική κατάκτηση, όπως έγραψε και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης στη "Διήγηση των συμβάντων της ελληνικής φυλής". Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έγραψε: "Εγεννήθηκα, εἰς ἕνα βουνό, εἰς ἕνα δένδρο ἀποκάτω", και έτσι, παρά τους βράχους της Κρέσνας, ο εγγονός του βρέθηκε να ταφεί κάτω από ένα δέντρο, οι κλάδοι του οποίου θρηνούν τον ανδρείο αξιωματικό.
Οι Κολοκοτρωναίοι γεννιόντουσαν και πέθαιναν στα βουνά, πολεμώντας κατά των Τούρκων από το 1762 μέχρι το 1806. Το αίμα τους, καθώς και όλων εκείνων που πολέμησαν για την ελληνική ανεξαρτησία και την ελευθερία, αγίασε τον αγώνα για την πίστη και την πατρίδα. Το αίμα του Γεωργίου Κολοκοτρώνη και όλων των ηρώων που πολέμησαν για την απελευθέρωση των ελληνικών πληθυσμών δεν μπορεί να μην αποδώσει την ελευθερία.
Ο ταγματάρχης Κολοκοτρώνης, είτε πολεμώντας στην Κρήτη το 1897 είτε στη Μακεδονία κατά των Βουλγάρων, εκπλήρωσε πάντα το καθήκον του και έπεσε ένδοξος για τη "Μεγάλη Ιδέα" του Ελληνισμού.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Π. Θ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ Ταγματάρχης τοῦ πεζικοῦ.
Υιός τοῦ μακαρίτου συνταγματάρχου Πάνου Κολοκοτρώνη καὶ ἔγγονος τοῦ ειμνήστου Στρατηλάτου τοῦ 21 Θεοδώ- ρου Κολοκοτρώνη, ἐφονεύθη εἰς τοὺς κρημνώδεις βράχους τῆς Κρέσνας, βλη- θεὶς κατὰ τὸ στῆθος ὑπὸ σωρείας σφαι ρῶν, ἐνῷ ὡς ἁπλοῦς στρατιώτης ἐμάχετο, περιβληθεὶς τὴν φυσιγγιοθήκην καὶ ἀ· ναλαβὼν τὸ ὅπλον παρὰ τὸ πλευρὺν αὐ τοῦ φονευθέντος στρατιώτου.
Τὸ ἀρήϊον ἐκ κληρονομίας μένος πε· ριεφρόνησε τὴν ἐκ τῆς τακτικῆς ἐπιβαλ λομένην προφύλαξιν· ὁ ταγματάρχης ἐν μάχετο ὄρθιος· καὶ ἐφονεύθη, «ανδρεί ως ἀγωνισθε εις 5», καθὰ ἑτηλεγρά φη δ συνταγματάρχης αὑτοῦ,᾿ ὡς ἀνδρεί· ὡς ἐφονεύθησαν καὶ φονεύονται καὶ πάν τες οἱ ἄλλοι τῶν ἀξιωματικῶν καὶ πάν- ναΐοι. τες οἱ ὁπλῖται τοῦ Ἑλληνικοῦ Στρατοῦ. Ἡ γενεὰ τοῦ ἀειμνήστου Ταγματάρ-
του εἶν χου εἶνε γνωστὴ ἀπὸ τοῦ 1553 ἔτους, οὐ ἀναγνωρίσασα τὴν Τουρκικὴν κατάκτησιν, ὡς ἔγραφεν ἐν τῇ «Διηγή- σει τῶν συμβάντων τῆς Ἑλληνικῆς φυ- λῆς» ὁ Στρατηλάτης τοῦ 21.
«Εγεννήθηκα, ἔγραφεν ὁ Γέρως »τοῦ Μωρηᾶ, εἰς ἕνα βουνό, εἰς ἕνα δέν- δρο ἀποκάτω».
Καὶ παρά τινα τῶν βράχων τῆς Μα- κεδονικῆς Κρέσνας, τῶν δυσπροσίτων, καὶ ὑπὸ δένδρον τι, οὗτινος οἱ κλάδοι κλαίουσι τὸν ἀνδρεῖον ᾿Αξιωματικὸν, ἐν τάφη ὁ ἔγγονος τοῦ Πελοποννησίου Στρατηλάτου.
· Ἐπὶ τῶν βουνῶν ἐγεννῶντο καὶ ἐπὶ τῶν βουνῶν ἀπέθνησκον καὶ ἀ- ποθνήσκουσιν ἔτι καὶ νῦν οἱ Κολοκοτρω :
Ἐν διαστήματι ἐτῶν μόνον τεσσάρων καὶ τεσσαράκοντα, ἀπὸ τοῦ 1762 μέχρι
Κολοκοτρωναῖοι ἐφονεύθησαν, μαχόμενοι κατὰ τῶν Τούρκων.
Καὶ ἡγιάσθη τὸ αἷμα αὐτῶν τε καὶ πάντων τῶν ὑπὲρ τῆς Ἑλληνικῆς ᾿Ανε- ξαρτησίας καὶ κατὰ τῆς Τουρκικῆς· και τακτήσεως ἐπὶ σειρὰν αἰώνων ὅλων μέ- χρι δὲ καὶ πρὸ ὀλίγων ἔτι ἡμερῶν ὑπὲρ τε τῆς Πίστεως καὶ τῆς Πατρίδος, ὑπέρ τε τῆς ἐλευθερίας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ ἀ- γωνισαμένων.
Τὸ δὲ αἷμά σου, Ταγματάρχα μου προσφιλέστατε καὶ ἀείμνηστε, καὶ τὸ αἷ- μα ὅλων ὑμῶν, τῶν ἀγωνισθέντων κατ' ἐχθροῦ, πολὺ τῶν Τούρκων ἀπεχθεστέ- ρου, ἐχθροῦ παντὸς θείου καὶ ἀνθρωπί- νου δικαίου, εἶνε ἀδύνατον οὐδ' ἐπιτρέ- πεται νὰ μὴ ἀποδώσῃ τὴν ἐλευθερίαν εἰς τοὺς ἤδη ἀπελευθερωθέντας Ελληνικοὺς πληθυσμούς.
Εἴτε ἐμάχεσο ἐν τῇ Κρήτῃ κατὰ τὸ 1897 ἔτος, εἴτε ἐμάχεσο ἐν τῇ Μακεδονία πάλιν κατὰ τῶν ἀπαισίων Βουλγάρων, ὅτε σὲ εἶχομεν ἀποστείλει ἐκεῖ μετ᾿ ἄλ λων κατὰ Ἰανουάριον τοῦ 1904 ἔτους ἐκδικητὴν τῶν σφαγῶν καὶ τῶν ἐμπρη- σμῶν, τῶν ὑπὸ τῶν τεράτων τούτων και τὰ τῶν Ἑλλήνων διαπραττομένων, παν- ταχοῦ καὶ πάντοτε ἐξετέλεσες ενόρκως τὸ καθῆκόν σου, καὶ ἔπεσες ἐπὶ τέλους νεκρὸς ἔνδοξος ὑπὲρ τῆς «Μεγάλης Ἰδέας» τοῦ Ἑλληνισμοῦ.
Λ