Ιωάννης Σοφιανόπουλος
Ο Ιωάννης Σοφιανόπουλος (1887 – 27 Ιουλίου 1951) ήταν δικηγόρος, πολιτειολόγος και πολιτικός, στενός φίλος και συνεργάτης του Ελευθερίου Βενιζέλου. Διατέλεσε βουλευτής, υπουργός Εξωτερικών, γενικός γραμματέας Υπουργείων και αρχηγός πολιτικού κόμματος.
Γεννήθηκε το 1887 στα Καλάβρυτα Αχαΐας, γόνος εύπορης οικογένειας αγωνιστών του 1821, το πιο διακεκριμένο μέλος της οποίας ήταν ο Παναγιώτης Σοφιανόπουλος. Σπούδασε νομική και πολιτική επιστήμη στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αργότερα στη Γαλλία. Κατά τους Βαλκανικούς πολέμους προσλήφθηκε στο ιδιαίτερο γραφείο του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου ως διευθυντής του Γραφείου Τύπου και στη συνέχεια ως νομικός σύμβουλος στη χάραξη των ελληνοσερβικών συνόρων, μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας.
Το 1914, μετά τη λήξη των πολέμων, ορίστηκε γενικός γραμματέας του Δήμου Αθηναίων και το 1916 γενικός γραμματέας του Υπουργείου Εσωτερικών, ενώ το 1917 γενικός γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών, όπου και αναδιοργάνωσε τη Διεύθυνση Εργασίας και Κοινωνικής Πρόνοιας εισηγούμενος προοδευτική κοινωνική νομοθεσία.
Το 1918 διατέλεσε ειδικός σύμβουλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στο Συμβούλιο Ειρήνης και το 1919 ήταν ο αρχηγός της ελληνικής αποστολής στο Διεθνές Συμβούλιο Εργασίας στην Ουάσιγκτον ενώ τον επόμενο χρόνο συμμετείχε στο Συνέδριο της Γενεύης. To 1924 επισκέφθηκε την Σοβιετική Ένωση δημοσιεύοντας στη συνέχεια σειρά πολιτικών άρθρων από τις εκεί εντυπώσεις του, καθώς και το βιβλίο «Πως είδα την Βαλκανικήν» αναφερόμενος στις επισκέψεις που πραγματοποίησε στη συνέχεια στις βαλκανικές χώρες.
Ο Νικ. Πλαστήρας, ο Ιωάννης Σοφιανόπουλος και οι Υπουργοί Δοξιάδης και Ρέντης σε φιλανθρωπική εκδήλωση για τους πρόσφυγες
Πολιτική σταδιοδρομία
Μετά τα παραπάνω αποφάσισε να συμμετάσχει ενεργά στην ελληνική πολιτική και κομματική ζωή και το 1930, σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία, δημιουργεί το Αγροτικόν Κόμμα Ελλάδος, ενώ το 1932 εισέρχεται στην Βουλή ως αρχηγός ομάδας βουλευτών. Ο ίδιος εκλέχθηκε στις Σέρρες, αν και καταγόταν από την Αχαΐα, καθώς το κόμμα έδινε μεγάλη σημασία στις αγροτικές περιοχές. Το 1933 επανεκλέχθηκε βουλευτής Σερρών μετέχοντας στον υπό τον Βενιζέλο «Εθνικό Συνασπισμό Κομμάτων».
Στο κίνημα 1ης Μαρτίου 1935 κατηγορήθηκε ως ένας εκ των οργανωτών και καταδικάστηκε ερήμην σε ισόβια δεσμά. Μετά όμως την γενική αμνηστία που δόθηκε από τον βασιλιά Γεώργιο Β΄ το 1936, συνέπτυξε μαζί με άλλους του Αριστερού χώρου το «Λαϊκόν Μέτωπον» στο οποίο και ανέλαβε αρχηγός. Όταν όμως εγκαθιδρύθηκε η δικτατορία του Μεταξά συνελήφθη και εξορίσθηκε σε νησιά του Αιγαίου απ΄ όπου και διέφυγε στη Γαλλία, παραμένοντας εκεί μέχρι το 1940. Με την νέα γενική αμνηστία που δόθηκε από την κυβέρνηση Τσουδερού στην μαχόμενη Κρήτη, τον Μάιο του 1941 επέστρεψε στην Ελλάδα πλην όμως συνελήφθη από τις γερμανικές αρχές και φυλακίστηκε για κάποιο διάστημα.
Μετά την αποφυλάκισή του δημιούργησε νέα πολιτική οργάνωση με τον τίτλο «Νεοδημοκρατική Ένωσις Αριστερών». Στη συνέχεια το 1943 προσκλήθηκε και μετέβη στη Μέση Ανατολή στο Συνέδριο του Λιβάνου. Εκεί υποστήριξε την ανάγκη δημιουργίας «κοινού Εθνικού Στρατού» και τη συνδιαλλαγή όλου του ελληνικού πολιτικού κόσμου για την εξασφάλιση ομαλού πολιτικού βίου και της δημοκρατικής εξέλιξης. Στη συνέχεια δεν συμμετείχε στη νέα υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου σχηματισθείσα κυβέρνηση αφού οι βασικές του απόψεις δεν έγιναν δεκτές.
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας επανήλθε στην Αθήνα τον Ιανουάριο του 1945 (μετά τα Δεκεμβριανά), και ανέλαβε υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Πλαστήρα. Ακολούθως προήδρευσε στο συνέδριο της Βάρκιζας στο οποίο και συνομολογήθηκε η ομώνυμη συμφωνία.
Όταν συνήλθε η πρώτη διάσκεψη του ΟΗΕ στον Άγιο Φραγκίσκο (Σαν Φρανσίσκο των ΗΠΑ) ο Ιωάννης Σοφιανόπουλος μετέβη εκεί ως αρχηγός της ελληνικής αντιπροσωπείας και προήδρευσε της επιτροπής για την σύνταξη του καταστατικού χάρτη του Οργανισμού. Τασσόμενος όμως εναντίον της εισδοχής της Αργεντινής στον ΟΗΕ, ήλθε σε ρήξη με την τότε κυβέρνηση του ναυάρχου Πέτρου Βούλγαρη και αναγκάσθηκε να παρατηθεί.
Επαγγελματική κάρτα του Ιωάννη Α. Σοφιανόπουλου - υπουργός Εσωτερικών.
ΑΡΧΕΙΟ ΤΑΚΗ ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ
Τον Νοέμβριο του 1945, επί κυβέρνησης Θεμιστοκλή Σοφούλη ανέλαβε ξανά υπουργός Εξωτερικών, αλλά και πάλι αναγκάσθηκε να παραιτηθεί (Ιανουάριος 1946), όταν υποστήριξε ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αντίθετη άποψη από αυτήν του πρωθυπουργού, σε σχέση με τη θέση που θα έπρεπε να λάβει η ελληνική κυβέρνηση επί της ρωσικής πρότασης περί αποχώρησης των Άγγλων από την Ελλάδα.
Τέλος, στις εκλογές του Μαρτίου του 1950, συνεργάστηκε με τους αρχηγούς των Αριστερών ομάδων δημιουργώντας εκλογικό συνασπισμό υπό τον τίτλο «Δημοκρατική Παράταξις» και εκλέχθηκε βουλευτής Αθηνών (πρώτος βουλευτής σε ψήφους). Πέθανε το επόμενο έτος (1951) σε ηλικία 64 ετών, καταβληθείς από βαριά ανίατη νόσο.
Επιρροή
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε γνωρίσει τον Σοφιανόπουλο ως παιδί και έφηβος, στο σπίτι του πατέρα του Γεωργίου Παπανδρέου στο Καστρί, και από όλους τους συνεργάτες του Βενιζέλου, ήταν αυτός που τον είχε εντυπωσιάσει και επηρεάσει περισσότερο. Σε μακροσκελή συνέντευξή του στον δημοσιογράφο Θανάση Λάλα, ο Ανδρέας Παπανδρέου χαρακτήρισε τον Σοφιανόπουλο πρόδρομο της μεταπολιτευτικής πατριωτικής Αριστεράς, και σχολίασε ότι το διάσημο σύνθημά του «Η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» έχει και τη σφραγίδα του Σοφιανόπουλου, ο οποίος «δυστυχώς, σήμερα (1992) έχει ξεχαστεί από τους περισσότερους».
Σήμερα οδός της πόλης των Σερρών φέρει το όνομά του.