Άγιος Ευσίγνιος, 5 Αυγούστου
Ο Άγιος Ευσίγνιος γεννήθηκε στην Αντιόχεια και ήταν στρατιωτικός για εξήντα ολόκληρα χρόνια. Στρατεύθηκε όταν βασίλευε ο Κώνστας ο Χλωρός, πατέρας του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Έζησε πολλά χρόνια και πρόφθασε μέχρι και τη βασιλεία του Ιουλιανού του Παραβάτη.
Όταν κάποτε ο βασιλιάς αυτός έφθασε στην Αντιόχεια, ζήτησε να τον δει κάποιος γέροντας στρατιώτης 110 χρονών! Ο Ιουλιανός από περιέργεια τον δέχθηκε, και έμεινε έκπληκτος όταν είδε το γέροντα στρατιώτη τόσων χρονών να διατηρεί αλύγιστο το σώμα του. Διέταξε και τον περιποιήθηκαν όσο το δυνατόν καλύτερα. Αλλά ο Ευσίγνιος δεν ικανοποιήθηκε απ' αυτές τις περιποιήσεις του Ιουλιανού και του δήλωσε ότι είναι χριστιανός και ότι μάταια προσπαθεί να ζωντανέψει ένα πτώμα, όπως είναι η ειδωλολατρία. Και επί τέλους, να πάψει να διώκει το Χριστό.
Όταν άκουσε αυτά ο Ιουλιανός, εξαγριώθηκε και διέταξε αμέσως να τον αποκεφαλίσουν. Τότε ο Ευσίγνιος, γεμάτος από χαρά, είπε: «Ευχαριστώ, βασιλιά. Ο θάνατος με σεβάστηκε στο πεδίο των μαχών, για να με εύρει τώρα και να μου δώσει το κτύπημα χάριν του Χριστού. Τέτοιο τέλος είναι άξιο χριστιανού στρατιώτη, και δοξολογώ τον Ύψιστο που ευδόκησε να με επιφυλάξει για τέτοιο τέλος».
Έτσι ο Ευσίγνιος έλαβε τον τίμιο θάνατο του μαρτυρίου με αποκεφαλισμό το 362 μ.Χ.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ἔμπλεως πίστεως, τῆς πρὸς Χριστὸν εὐσεβῶς, νεάζον τὸ φρόνημα, ἔσχες ἐν γήρᾳ καλῶς, Εὐσίγνιε ἔνδοξε, ὅθεν ὁμολογήσας, τὸν Ὑπέρθεον Λόγον, ἤλεγξας θαρσαλέως, Παραβάτου τὸ θράσος, ἐντεῦθεν μετὰ Μαρτύρων, ὡς Μάρτυς δεδόξασαι.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχᾶς.
Ὡς εὐσεβείας μάρτυρα, καὶ ἀληθῆ θεόφρονα, ἡ Ἐκκλησία γεραίρει δοξάζουσα, τοὺς θείους ἄθλους σήμερον, τοῦ σοφοῦ Εὐσιγνίου, ἀκαταπαύστως βοώσα, Ταὶς αὐτοῦ ἰκεσίαις, τοὺς δούλους σου συντήρησον Πολυέλεε.