Συλλήψεις στις Σέρρες και βομβαρδισμός της Προσοτσάνης, 30 Σεπτεμβρίου 1941
Στις 30 Σεπτεμβρίου 1941, περίπου 580 άτομα συνελήφθησαν από τους Βούλγαρους στην πόλη των Σερρών. Οι περισσότεροι από αυτούς εγκλείστηκαν στους στρατώνες Ιππικού και σε διάφορες φυλακές και κρατητήρια, όπου υπέστησαν κακουχίες και πολλοί από αυτούς πέθαναν από ξυλοδαρμούς.
Σύμφωνα με τα βουλγαρικά αρχεία, στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις αναπτύχθηκαν στην περιοχή για την καταστολή της εξέγερσης στις 30 Σεπτεμβρίου 1941. Την ίδια ημέρα, σ η βουλγαρική αεροπορία πραγματοποίησε βομβαρδισμούς στην Προσοτσάνη, που από την προηγουμένη είχαν επιδοθεί σε κτηνωδίες στοχεύοντας και στους κατοίκους που προσπαθούσαν να διαφύγουν προς το Παγγαίο.
Το Γενικό Επιτελείο Στρατού (ΓΕΣ) επιβεβαίωσε ότι ο βομβαρδισμός της κωμόπολης έλαβε χώρα την ίδια ημέρα. Βουλγαρικές στρατιωτικές ομάδες εισήλθαν στην Προσοτσάνη και πυροβολούσαν τους διαφυγόντες. Παράλληλα, κομιτατζήδες επιτέθηκαν σε σπίτια, κακοποιώντας γυναίκες και παιδιά και εκτελώντας άνδρες. Τα θύματα στην Προσοτσάνη ξεπέρασαν το χιλιάδα, ενώ οι βομβαρδισμοί προκάλεσαν σοβαρές καταστροφές σε πολλές οικίες.
Οι οβίδες σάρωναν τα σπίτια, ενώ οι κάτοικοι πανικόβλητοι προσπαθούσαν να βρουν ασφαλές καταφύγιο. Οι Βούλγαροι πυροβολητές, μόλις εντόπιζαν ανθρώπους, άνοιγαν πυρ, περικυκλώνοντας την κωμόπολη. Έτσι, μια ομάδα 600 γυναικόπαιδων που προσπαθούσε να σωθεί, κατευθυνόμενη προς τα ανατολικά της Προσοτσάνης, δέχτηκε επίθεση από Βούλγαρους στρατιώτες. Μια άλλη ομάδα κατοίκων που κατάφερε να διαφύγει συνάντησε μια βουλγαρική περίπολο στην οδό Αλιστράτης – Δράμας, και κανείς δεν κατάφερε να σωθεί από τα αλλεπάλληλα πυρά.
Οι Βούλγαροι δεν ήθελαν να μείνει κανένας κάτοικος ζωντανός. Μετά τους βομβαρδισμούς, οι βουλγαρικές δυνάμεις και οι κομιτατζήδες μπήκαν στην Προσοτσάνη και προειδοποίησαν τους κατοίκους να επιστρέψουν στα σπίτια τους, διαβεβαιώνοντάς τους ότι δεν θα τους συμβεί τίποτα. Οι κάτοικοι συμμορφώθηκαν και γύρισαν στις οικίες τους, λαμβάνοντας εντολή να μην βγουν μέχρι νεωτέρας. Ωστόσο, τη νύχτα, οι κομιτατζήδες εισέβαλαν στα σπίτια των Ελλήνων, κακοποιώντας τα μέλη των οικογενειών και λεηλατώντας τα.
Στη συνέχεια, οι βουλγαρικές αρχές προχώρησαν σε μαζικές συλλήψεις, συλλαμβάνοντας 1.500 κατοίκους και διαχωρίζοντας τους κρατούμενους ανάλογα με την καταγωγή τους. Δημιουργήθηκαν μικρές ομάδες από ντόπιους, Πόντιους, Μικρασιάτες και Βλάχους. Πολλοί από αυτούς που μιλούσαν βουλγαρικά επιστρατεύτηκαν για να αναλάβουν καθήκοντα φρούρησης στις εισόδους της Προσοτσάνης, με σκοπό την αποτροπή νέας εξέγερσης. Οι κομμουνιστές, ανεξαρτήτως αν ήταν γηγενείς ή πρόσφυγες, εξαιρέθηκαν από τις συλλήψεις, όπως και αρκετοί ντόπιοι που αφέθηκαν ελεύθεροι. Ωστόσο, 42 από τους κρατούμενους οδηγήθηκαν στην γέφυρα του ποταμού Αγγίτη, όπου εκτελέστηκαν.