Όσιος Θεόκτιστος συνασκητής του Μεγάλου Ευθυμίου, 3 Σεπτεμβρίου
Εἰδὼς σὸν εἶναι τὸν Θεὸν Κτίστην, Πάτερ,
Αὐτὸν πρὸ πάντων ἐξελέξω κτισμάτων.
Ο όσιος και μέγας αυτός ασκητής, αποσύρθηκε από τον κόσμο και κατέφυγε έξι μίλια από τα Ιεροσόλυμα, όπου βρίσκεται η Λαύρα Φάρα. Εκεί κλείστηκε σ' ένα κελί και επιδόθηκε σε αυστηρότατους ασκητικούς αγώνες. Στα χρόνια αυτά, εγκαταστάθηκε σ' ένα γειτονικό κελί της Λαύρας αυτής και ο μέγας Ευθύμιος. Ο κοινός πόθος της άσκησης συνέδεσε στενά τους δύο διάσημους ασκητές, οι όποιοι μετά την απόδοση της γιορτής των Φώτων πήγαιναν μακρύτερα μέσα στην έρημο, για αυστηρότερη άσκηση. Επέστρεφαν στη Λαύρα, την Κυριακή των Βαΐων. Μετά το πέμπτο έτος, αποσύρθηκαν οριστικά στην έρημο μέσα σε μια σπήλια. Η φήμη όμως της αρετής τους, έφερε κοντά τους πολλούς μαθητές και έτσι δημιουργήθηκε κοινόβιο, που μέχρι τέλους της ζωής του προϊστάμενος ήταν ο Θεόκτιστος. Με τη μεγάλη υπόληψη και αγάπη των συνανθρώπων του, ο όσιος Θεόκτιστος πέθανε σε βαθιά γεράματα το 451 μ.Χ. Στην κηδεία του πρωτοστάτησαν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Αναστάσιος και ο μέγας Ευθύμιος, που τότε ήταν 90 ετών.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Θεῶ ἐκ νεότατος, ἀνατεθεῖς ἱερῶς, κτιστῶν τὴν προσπάθειαν, ἀπεβδελύξω στερρῶς, Θεόκτιστε Ὅσιε, ὅθεν τῆς ἡσυχίας, διαλάμψας τοὶς τρόποις, ὤφθης τῶν Μοναζόντων, ἀκριβὴς παιδοτρίβης. Καὶ νῦν τοὺς προσιόντας σοί, Πάτερ κυβέρνησαν.
Έτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ’.
Ταῖς τῶν δακρύων σου ῥοαῖς, τῆς ἐρήμου τὸ ἄγονον ἐγεώργησας· καὶ τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἰς ἑκατὸν τοὺς πόνους ἐκαρποφόρησας· καὶ γέγονας φωστὴρ τῇ οἰκουμένῃ, λάμπων τοῖς θαύμασιν, Θεόκτιστε Πατὴρ ἡμῶν ὅσιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.