Ο θάνατος του Παύλου Μελά, 13 Οκτωβρίου 1904

Ο τάφος του Παύλου Μελά όπως δημιουργήθηκε πρώτα στην Καστοριά. Φωτογραφία του Νοεμβρίου του 1904 του Λεωνίδα Παπάζογλου..

Μετά την αποτυχημένη επιδρομή στο Νερέτ, ο Μελάς έμεινε με τους μισούς άνδρες του, διανυκτέρευσε υπό βροχήν στο Βίτσι και κινήθηκε προς τη Στάτιτσα (σημερινός Μελάς), όπου συνάντησε τον Ντίνα ή Ντίνε Στεργίου, έναν εικοσιτετράχρονο πρώην κομιτατζή και μέλος της ομάδας του Μήτρου Βλάχου, που είχε φύγει από αυτή για λόγους αντιζηλίας και, συστημένος από τον μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανό Καραβαγγέλη, είχε ενταχθεί τον περασμένο Αύγουστο στο σώμα των Καούδη και Κύρου, δίχως να έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη τους για το οριστικό της μεταστροφής του στην ελληνική πλευρά. Ο Ντίνας προσκάλεσε τον Μελά να καταλύσουν στη Στάτιτσα, χωριό τότε σλαβόφωνο και μικτού πληθυσμού πατριαρχικών και εξαρχικών, που διέθετε οργανωμένο βουλγαρικό πυρήνα. Παρά την αντίρρηση του Πύρζα ότι θα ήταν ασφαλέστερο να μην μπουν στη Στάτιτσα, καθώς ήταν πέρασμα των οθωμανικών δυνάμεων που μετακινούνταν τακτικά από το Ζέλοβο στο Κονομπλάτι, ο Μελάς επέμενε να εισέλθουν στο χωριό. Από εκεί έστειλε μήνυμα στον Κύρου και τον Καούδη να συναντηθούνε τα χαράματα της 14ης Οκτωβρίου κοντά στη Στάτιτσα. Ο Καούδης ετοιμάστηκε να μεταβεί στη Στάτιτσα, νομίζοντας ότι ο Μελάς είχε έρθει για να ενισχύσει το σώμα του, αλλά ο Κύρου, που αφενός δεν ήθελε να απομακρυνθούν από το χωριό του, το πατριαρχικό Ζέλοβο, που ήταν εκτεθειμένο σε επιθέσεις εξαρχικών σωμάτων, αφετέρου είχε ψυχρανθεί με τον Μελά, που τον είχε κατηγορήσει για την προδοσία του Κώτα, αντιτάχθηκε και τελικά στάλθηκαν μόνο δύο άτομα για να οδηγήσουν το σώμα του Μελά στο Ζέλοβο.
Στη Στάτιτσα το σώμα του Μελά δέχτηκε τη φιλοξενία προκρίτων του χωριού και του Ντίνε, που θα οδηγούσε το σώμα του Μελά στον τόπο συνάντησης με τον Καούδη και τον Κύρου και βοήθησε τον Μελά να μοιράσει τους άνδρες της ομάδας σε πέντε σπίτια. Το απόγευμα της 13ης Οκτωβρίου, όταν πληροφορήθηκαν ότι ένα οθωμανικό απόσπασμα είχε αναχωρήσει από το Κονοπλάτι, ο Μελάς δεν ανησύχησε, γνωρίζοντας ότι δεν ήταν οθωμανική πολιτική να επιτίθενται σκόπιμα στις ελληνικές ομάδες, που τους απάλλασσαν από το καθήκον καταδίωξης των κομιτατζήδων. Ωστόσο, το απόσπασμα είχε κινητοποιηθεί μετά την παραλαβή ένός παραπλανητικού γράμματος γραμμένου στα ελληνικά που είχε συντάξει και στείλει με μια χωρική ο επικηρυγμένος Μήτρος Βλάχος, ο κομιτατζής, και έγραφε ότι στη Στάτιτσα βρισκόταν ο ίδιος, υπολογίζοντας ότι ο τούρκος λοχαγός θα επετίθετο στη Στάτιτσα για να λάβει το ποσό με το οποίο είχε επικηρυχθεί ο Μήτρος Βλάχος, προξενώντας, ωστόσο, τον θάνατο του Μελά. Το χωριό περικυκλώθηκε από οθωμανικό απόσπασμα κάποιων δεκάδων ανδρών και ξεκίνησαν αψιμαχίες. Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας θα έβρισκε τον Μελά νεκρό υπό ομιχλώδεις συνθήκες.
Ο Χατζητάσης (δεξιά) και ο Πύρζας μπροστά στο σπίτι όπου σκοτώθηκε ο Μελάς (1926)

Για τις ακριβείς συνθήκες του θανάτου του Μελά υπάρχει πλήθος εκδοχών. Το οθωμανικό απόσπασμα εντόπισε ένα από τα κρησφύγετα των Ελλήνων και ξέσπασαν πυροβολισμοί. Περικύκλωσε επίσης το σπίτι όπου έμεναν ο Μελάς, ο Νικόλαος Πύρζας, ο Ντίνας, ο Πέτρος Χατζητάσης και ένας Κρητικός ονόματι Στρατινάκης, το οποίο καταδεικνυόταν σαφώς στο γράμμα του Μήτρου Βλάχου. Οι περισσότερες αφηγήσεις συντρόφων του Μελά αμφισβητούν το ότι υπήρξε σημαντική μάχη και είναι αμφίβολο αν ο Μελάς και όσοι ήταν μαζί του συμμετείχαν. Όλες οι εκδοχές συγκλίνουν πως κάποια στιγμή τη νύχτα ο Μελάς προσπάθησε να διαφύγει, όμως τραυματίστηκε θανάσιμα. Οι μαρτυρίες ποικίλουν για το αν ο Μελάς τραυματίστηκε από βόλι του οθωμανικού αποσπάσματος ή των ανδρών του σώματός του, συγκεκριμένα από εκπυρσοκρότηση του όπλου του Πύρζα. Μετά τον τραυματισμό του ο Μελάς ζήτησε από τον Πύρζα να παραδώσει τον σταυρό του στη σύζυγό του, το τουφέκι του στον γιο του και το κωνσταντινάτο του στην Έφη Καλλέργη. Οι μαρτυρίες ποικίλουν επίσης για το αν, ύστερα από τον τραυματισμό του, ο Μελάς απεβίωσε, αυτοκτόνησε, ζήτησε από τον Ντίνα να τον αποτελειώσει ή ο τελευταίος τον σκότωσε αυτόβουλα. Φαίνεται πως ο Μελάς ήταν ο μοναδικός νεκρός της ελληνικής πλευράς. Όλοι οι άνδρες του σώματός του διέφυγαν, εκτός από τους επτά που βρίσκονταν στο σπίτι που πολιόρκησε ο οθωμανικός στρατός, οι οποίοι παραδόθηκαν και το 1905 καταδικάστηκαν σε φυλάκιση πέντε ετών για σύσταση συμμορίας. Οι σύνοικοι του Μελά άφησαν στον αχυρώνα του σπιτιού όπου βρίσκονταν τη σορό του Μελά, η οποία τάφηκε από χωρικούς της Στάτιτσας ενδεχομένως την ίδια νύχτα, και κατευθύνθηκαν προς το κοντινό Ζέλοβο.
Αναφορά στο ΥπΕξ του προξένου στο Μοναστήρι Φίλιππου Κοντογούρη για τον θάνατο του Μελά (19 Οκτωβρίου 1904)

Το πρωί της επομένης (14η Οκτωβρίου) οι τέσσερεις σύνοικοι του Μελά φτάσαν στο Ζέλοβο (σημ. Ανταρτικό) όπου συνάντησαν τον Καούδη και τον Κύρου και τους πληροφόρησαν για τον θάνατο του αρχηγού τους. Την ίδια μέρα ο Ντίνας στάλθηκε στη Στάτιτσα, απ' όπου επέστρεψε δυο μέρες αργότερα λέγοντας ότι υπήρχε κίνδυνος να «πάρουν το κεφάλι» της σορού. Το βράδυ της 17ης αναχώρησαν για την Μπελκαμένη (σημ. Δροσοπηγή) όλοι οι Μακεδονομάχοι, εκτός από τον Κύρου που παρέμεινε στο Ζέλοβο, ενώ ο Ντίνας στάλθηκε πάλι στη Στάτιτσα εφοδιασμένος από τον Καούδη με πέντε λίρες για να ανακτήσει τη σορό του Μελά. Το πρωί της 18ης Οκτωβρίου ο Ντίνας εμφανίστηκε στο Ζέλοβο φέροντας το κεφάλι του Μελά και λέγοντας στον Κύρου και στον υπάλληλο του ελληνικού προξενείου του Μοναστηρίου, που μόλις λίγες ώρες πριν είχε έρθει στο χωριό, ότι, ενώ έκανε την εκταφή του νεκρού, στο χωριό εμφανίστηκε οθωμανικός στρατός και γι' αυτό έκοψε βιαστικά το κεφάλι του νεκρού και έφυγε..
Το κεφάλι του Μελά τάφηκε στο παρεκκλήσι του ναού της Αγίας Παρασκευής στο χωριό Πισοδέρι από τον παπα - Σταύρο Τσάμη, ενώ μετά από έρευνα στη Στάτιτσα στις 23 Οκτωβρίου ο οθωμανικός στρατός εντόπισε το ακέφαλο σώμα και το μετέφερε στην Καστοριά. Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα του μητροπολίτη Καστοριάς Γερμανού Καραβαγγέλη, ο καϊμακάμης της Καστοριάς εντόπισε πάνω στο νεκρό του Μελά γράμματα προς τον «κύριο Τζέτζα», ψευδώνυμο του Μελά, χάρη στα οποία ο Καραβαγγέλης αντιλήφθηκε την ταυτότητα του νεκρού και επέμεινε να παραδοθεί στον ίδιο για να τον κηδεύσει ως Έλληνα. Μπροστά στην επιμονή του καϊμακάμη να τον παραδώσει σε Βούλγαρο ιερέα, ο Καραβαγγέλης κινητοποίησε τη νεολαία της Καστοριάς και στη συνέχεια ζήτησε τη μεσολάβηση των ντόπιων μπέηδων, προειδοποιώντας ότι μπορεί να συμβούν ταραχές που θα έβλαπταν την ειρηνική συμβίωση Τούρκων και Ελλήνων. Οι μπέηδες της Καστοριάς ανάγκασαν τον καϊμακάμη να παραδώσει στον Καραβαγγέλη το σώμα του Μελά, το οποίο και τάφηκε στον περίβολο από το βυζαντινό παρεκκλήσι των Ταξιαρχών κοντά στο Μητροπολιτικό Μέγαρο Καστοριάς. Το 1907 ο Στέφανος Δραγούμης ζήτησε από τον Καραβαγγέλη να παρευρεθεί η Ναταλία στην μετά τριετία εκταφή του σώματος του συζύγου της καθώς και να του δοθεί το κεφάλι του Μελά. Ο Καραβαγγέλης φρόντισε να έρθει το κεφάλι του Μελά από το Πισοδέρι στην Καστοριά και η Ναταλία επιβεβαίωσε, χάρη σε τρία χρυσά δόντια που η αδερφή του δεσπότη, Κλεονίκη, εντόπισε στο στόμα του, ότι επρόκειτο για το κεφάλι του Μελά, το οποίο ο Καραβαγγέλης έθαψε στην Καστορια μαζί με το υπόλοιπο σώμα, κάτω από την Αγία Τράπεζα του μητροπολιτικού ναού της πόλης. Τον Ιούλιο του 1950 τα οστά του Μελά μεταφέρθηκαν σε τάφο στο εσωτερικό του παρεκκλησίου των Ταξιαρχών

Στις 16 Οκτωβρίου ο Πύρζας έστειλε με καθυστέρηση ενημερωτική επιστολή στο προξενείο του Μοναστηρίου, το τηλεγράφημα του οποίου της 17ης Οκτωβρίου προς το ελληνικό ΥπΕξ έφθασε στην Αθήνα στις 18, οπότε και ενημερώθηκαν για τον θάνατο του Μελά οι Δραγούμηδες, ενώ την επομένη το νέο δημοσιεύθηκε στον τύπο. Σύμφωνα με την αφήγηση που κυριάρχησε, ο Μελάς βρήκε εκούσιο θάνατο αψηφώντας χάρη στη φιλοπατρία του τους κινδύνους που διέτρεχε, καθώς ο αθηναϊκός τύπος έγραψε ότι ο Μελάς πυροβολήθηκε αφότου είχε διασπάσει μαζί με το σώμα του τις γραμμές των τούρκων στρατιωτών. Η διασπορά πολλών διαφορετικών φημών σχετικά με το γεγονός και η προσπάθεια απόκρυψης ενοχλητικών λεπτομερειών —όπως του ότι οι μακεδονομάχοι ανέμεναν να μη δεχτούν επίθεση των οθωμανικών αρχών και του ότι αυτές τους επιτέθηκαν επειδή νόμιζαν ότι είναι βουλγαρική ομάδα, που "ευλόγως", κατά τον Έλληνα πρόξενο στο Μοναστήρι, αποκρύφθηκαν από την ελληνική κοινή γνώμη— κάλυψαν κάτω από ένα πέπλο μυστηρίου τις συνθήκες θανάτου του Μελά.
Στα μέσα Νοεμβρίου ανέλαβε ως διάδοχος του Μελά στη θέση του αρχηγού των ελληνικών σωμάτων στη δυτική Μακεδονία ο Γεώργιος Τσόντος, που έγινε γνωστός ως «καπετάν Βάρδας», κατάφερε τα πρώτα αξιόλογα πλήγματα στον αντίπαλο, αποκατέστησε το κύρος της ελληνικής πλευράς στα μάτια των ντόπιων και αναδείχθηκε ο σημαντικότερος αξιωματικός του Μακεδονικού Αγώνα. Το 1907 ο Τσόντος-Βάρδας πληροφορήθηκε ότι δύο χρόνια νωρίτερα, το 1905, φοβούμενος για τη ζωή του, επειδή είχε θανατώσει τον Μελά, ο Ντίνε μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Τρία χρόνια αργότερα, ένας Έλληνας πράκτορας έγραψε στον πεθερό του Μελά, Στέφανο Δραγούμη, ότι συνέχιζε να αναζητεί τον Ντίνε αποφασισμένος να του δώσει «οικτρόν θάνατον» ως προδότη και υπεύθυνο για τον θάνατο του Μελά.
Ο Γερμανός Καραβαγγέλης και ο πρωτοσύγκελλός του διαβάζουν τρισάγιο στον τάφο του σώματος του Μελά στην Καστοριά (1906).

Λίγες μέρες μετά τον θάνατο του Μελά, δημοσιεύθηκαν στις εφημερίδες ποιήματα γνωστών και άσημων ποιητών για τον Μελά, ενώ η Ακρόπολις δημοσίευσε σχετικό ποίημα του Κωστή Παλαμά που εντάχθηκε στη σχολική ύλη. Στις εκκλησίες της Ελλάδας τελέστηκαν μνημόσυνα για τον Μελά, ενώ στα σχολεία εκφωνήθηκε μια ομιλία συνταγμένη από την «Επίκουρο των Μακεδόνων Επιτροπή» που τον εξυμνούσε ως γενναίο «Βουλγαροκτόνο», απόστολο της Μεγάλης Ιδέας και φιλόπατρι θυσιασθέντα υπέρ της ελευθερίας, αντάξιο των μεγάλων ανδρών της αρχαίας Ελλάδας. Πάνω από 100.000 άνθρωποι συμμετείχαν στο οργανωμένο από μια δημοσιογραφική ένωση μνημόσυνό του στην Αθήνα, προσδίδοντάς του χαρακτήρα διαδήλωσης. Ο θάνατός του Μελά αποτέλεσε επίσης θέμα θεατρικών έργων, ποιημάτων Μακεδόνων ποιητών και δημοτικών τραγουδιών από όλες τις περιοχές της Ελλάδας. Σε συνθήκες μυστικότητας ο Καστοριανός φωτογράφος Λεωνίδας Παπάζογλου φωτογράφησε τον Νοέμβριο του 1904 τον στεφανωμένο τάφο του Μελά και οι παραχθείσες εικόνες διοχετεύθηκαν από τον αδερφό του Μελά, Κωνσταντίνο, στον ελληνικό τύπο και κατόπιν αναπαρήχθησαν μαζικά ως καρτ ποστάλ, όπως συνέβη και με διάφορες απεικονίσεις του Μελά.
Ο Μελάς σε πορτραίτο του Ιακωβίδη

Ο Μελάς σε πορτραίτο του Ιακωβίδη, εμπνευσμένο από τη φωτογραφία της 21 Αυγούστου 1904.

Ο Μελάς σε έργο του Θεόφιλου.


Εφημερίδα Σκριπ, Φύλλο: 27/10/1904, Σελίδα: 2

Εφημερίδα Σκριπ, Φύλλο: 27/10/1904, Σελίδα: 2

Εφημερίδα Σκριπ, Φύλλο: 27/10/1904, Σελίδα: 2

Εφημερίδα Σκριπ, Φύλλο: 27/10/1904, Σελίδα: 3









Ακολουθήστε μας στο Google News

Google News <-----Google News

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο Μέγας Αλέξανδρος διαβαίνει τον Ελλήσποντο, 1 Απριλίου 334 π.Χ.

Νέα

Φωτογραφία της ημέρας

Φωτογραφίες

Βίντεο

Πρόσωπα

Καταστήματα

Συνταγές

Χθεσημεραυριο

Μουσικές Επιλογές: Bουτιά στο παρελθόν

Ιστορίες

Τσιμεριτας

Ο χαζός του χωριού

Κλινικός Ψυχρολόγος