Μια καταλυτική πληροφορία από το Σιδηρόκαστρο που οδήγησε στην απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον Ελληνικό Στρατό, 1912
Μια καταλυτική πληροφορία από το Σιδηρόκαστρο που οδήγησε στην απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον Ελληνικό Στρατό, 1912
Ολες οι χώρες, αν και σύμμαχες, είχαν επιστρατεύσει τους κατασκόπους τους, προσπάθουν να συλλέξουν χρήσιμες πληροφορίες για τις κινήσεις των στρατών. Ο πράκτορας Αθανάσιος (Θανάσης) Σουλιώτης, με το ψευδώνυμο Νικολαΐδης μεταβαίνει στο Σιδηρόκαστρο, για να συναντήσει τον Βούλγαρο στρατηγό Τεοντόροφ.
Αθανάσιος Σουλιώτης-Νικολαΐδης
Στην είσοδο, του στρατιωτικού νοσοκομείο, κάποιος τον φωνάζει στα ελληνικά και του αποκαλύπτει την πιο κρίσιμη πληροφορία του πολέμου. Τα λόγια του ήταν τα εξής: «Γνωρίζω οτι σπεύδουν προς Θεσσαλονίκη, οι Βούλγαροι. Ειδοποίησε την Αθήνα».
Φίλιππος Νίκογλου
Την πολύτιμη πληροφορία, έδωσε ο γιατρός του Βουλγαρικού στρατού, Φίλιππος Νίκογλου, Έλληνας γιατρός, αλλά με βουλγαρική υπηκοότητα. Ο Νίκογλου άκουσε στο νοσοκομείο, ότι ετοιμάζονταν η άμαξα του Βουλαλγαρου Τσάρου, για να μεταβεί στην Θεσσαλονίκη και ο στρατός καλπάζει χωρίς αντίσταση προς την πόλη.
Ο Νίκογλου, προσπαθούσε να βρει επαφή με την ελληνική κυβέρνηση και η τύχη τον έφερε να συναντήσει τον Σουλιώτη.
Ένας άλλος κατάσκοπος, ήταν ο γιατρός Απόστολος Δοξιάδης, που υπηρετεί στο Γενικό Στρατηγείο της Βουλγαρίας. Ο Δοξιάδης, έχει εξαιρετικές πληροφορίες και φροντίζει ο ίδιος να ενημερώνει την ελληνική κυβέρνηση.
Οι Βούλγαροι, τον αντίληφθηκαν και έβγαλαν ανακοίνωση συλλήψεως, αλλά ευτυχώς για τον ίδιο κατάφερε και ξέφυγε και μετάβει στην Αθήνα.
Η μοιραία συνάντηση
Χωρίς να περιμένει να συγκεντρώσει περισσότερες πληροφορίες για την ακριβή θέση της 7ης Μεραρχίας, ο Σουλιώτης αναχώρησε όσο το δυνατόν γρηγορότερα για την Άνω Τσουμαγιά. Στις 21 ή 22 Οκτωβρίου, ο Σουλιώτης έφτασε στον προορισμό του. Εκεί, θα συναντηθεί με τον γιατρό Φίλιππο Νίκογλου, ο οποίος θα του δώσει σημαντικές πληροφορίες για τις κινήσεις του Θεοδωρώφ.
Ο Νίκογλου καταγόταν από τη Στενήμαχο της Ανατολικής Ρωμυλίας. Πριν τον πόλεμο, ήταν εγκατεστημένος στη Σόφια, όπου διατηρούσε ιατρική κλινική. Ως Βούλγαρος υπήκοος, υπηρετούσε στον βουλγαρικό στρατό, όχι απλώς ως έφεδρος ιατρός, αλλά ως διευθυντής υγειονομικού της Μεραρχίας. Η μονάδα του βρισκόταν στο Τσάρεβο Σέλο, όταν ήρθε διαταγή να κινηθούν προς Άνω Τζουμαγιά.
Λόγω, όμως, δυσμενών καιρικών συνθηκών σταμάτησε η πορεία τους. Μολαταύτα, ο ίδιος άφησε πίσω τη μονάδα του και βάδισε μόνος προς την Άνω Τσουμαγιά. Εκεί, ο Νίκογλου πληροφορήθηκε την ύπαρξη Έλληνα αξιωματικού και ζήτησε να τον συναντήσει.
Ο Έλληνας γιατρός έδωσε την πληροφορία στον Σουλιώτη ότι ο Βούλγαρος διάδοχος, Βόρις, συνοδευόμενος από τον αρχιστράτηγο Πετρώφ και τον πρεσβευτή Στάντσεφ διήλθαν από τη Άνω Τσουμαγιά, κατευθυνόμενοι προς τη Θεσσαλονίκη. Ακόμα, είχε δει και μια βασιλική άμαξα, προορισμένη πιθανότατα για την είσοδο του Βούλγαρου διαδόχου στη πόλη. Άμεσα σχετιζόμενη με τα παραπάνω ήταν και η πληροφορία ότι σε χάνι της περιοχής διέμεναν ορισμένοι στρατιώτες της φρουράς του βουλγαρικού στέμματος.
Η πεποίθηση των Βουλγάρων για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από τους ίδιους ήταν ιδιαίτερα ισχυρή. Η αντίληψη αυτή πήγαζε από την άποψη που είχαν οι Βούλγαροι επιτελείς για το αξιόμαχο του ελληνικού στρατού, το οποίο είχε πληγεί ανεπανόρθωτα μετά τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.
Σύμφωνα με τον Νίκογλου, οι Βούλγαροι, «[…]έχοντες δε την χειρίστην ιδέαν περί του ελληνικού στρατού και φρονούντες ότι αυτός δεν θα ηδύνατο να υπερβή τα σύνορα […] ήσαν τόσο πεποισμένοι περί της επιτυχίας του σχεδίου αυτών […]». Ακόμη, σύμφωνα με τον Νίκογλου, «[…]εφρονούν οι Βούλγαροι ότι η μικρά Ελλάς η έχουσα 66 χιλιάδας στρατού, δεν θα δυνηθή να νικήση τον Τουρκικόν στρατόν και ούτω τα Βουλγαρικά στρατεύματα θα καταλάβωσι την Θεσσαλονίκην». Από την άλλη πλευρά, η συνολική δύναμη του βουλγαρικού στρατεύματος ανερχόταν σε 300.000 πεζούς, 5.000 ιππείς και 720 πυροβόλα.
Uti possidetis
Ο Νίκογλου, επίσης, εμπιστεύτηκε στον Σουλιώτη, ότι από την αρχή του πολέμου όλες οι εμπιστευτικές διαταγές του βουλγαρικού στρατού συνιστούσαν να καταβληθεί πάσα δυνατή προσπάθεια, όπως οι μακεδονικές πόλεις, και προ πάντων η Θεσσαλονίκη, καταλαμβάνονταν πριν από την προέλαση του ελληνικού στρατού. Οι Βούλγαροι βιάζονταν να καταλάβουν τη Θεσσαλονίκη, διότι μεταξύ των συμμάχων ίσχυε η αρχή του uti possidetis, όσον αφορά τη μεταπολεμική διανομή των εδαφικών κερδών.
Τα σχέδια τους ευνοούνταν από το γεγονός ότι αντιμετώπιζαν, όπως προείπαμε, ισχνή τουρκική αντίσταση. Αυτό συνέβη, διότι ο Τούρκος αρχιστράτηγος Χασάν Ταχσίν Πασάς μετακίνησε δυνάμεις (15.000 άνδρες) προς το νότο για να ενισχύσει την άμυνα της Θεσσαλονίκης, έναντι της ελληνικής προέλασης.
Ο Σουλιώτης θέλησε να ενημερώσει την ελληνική κυβέρνηση για όσα έμαθε, ωστόσο για τα τηλεγραφήματα που είχε στείλει στον Έλληνα πρεσβευτή στη Σόφια, τόσο από Κιουστεντίλ όσο και από το Τσάρεβο Σέλο, δεν είχε λάβει απάντηση, λόγω αλλοίωσής τους από τη βουλγαρική πλευρά. Αποφάσισε, λοιπόν, να αναχωρήσει για τη βουλγαρική πρωτεύουσα. Σε αυτό το σημείο, ο Νίκογλου τον βοήθησε, λέγοντας στον βούλγαρο φρούραρχο ότι ο Έλληνας αξιωματικός ήταν άρρωστος και έπρεπε να μεταφερθεί άμεσα στη Σόφια.
Ο Έλληνες πρέσβης ενημερώνεται
Ο Σουλιώτης αναχώρησε κάτω από αντίξοες καιρικές συνθήκες και έφτασε στη Σόφια το απόγευμα της 23ης Οκτωβρίου, όπου και ενημέρωσε τον Έλληνα πρεσβευτή για όσα είχε μάθει. Εκείνος με τη σειρά του απηύθυνε τηλεγράφημα στο ελληνικό υπουργείο των Εξωτερικών (23.10.1912), όπου, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι :
«η Μεραρχία Θεοδωρώφ, δύναμης τεσσάρων συνταγμάτων πεζικού 25.000 ενεργεί προς Ιστίπ με βάσιν Τσαρεβόσελο. Προ τριών ημερών κατόπιν οδηγιών εκ Σόφιας σκοπουσών κατάληψιν όσον το δυνατόν περισσότερων μερών προ πέρατος πολέμου μεραρχία Θεοδορώφ μετέφερεν βάσιν αυτής εις άνω Τζουμαγιάν και εκείθεν μετά σώματος Γεώργιεφ τριών συνταγμάτων πεζικού 15.000 υπό κοινήν διοίκησιν Θεοδωρώφ ενεργεί νυν προς κοιλάδα Στρυμωνος […] Μετά κατάληψιν Σερρών θα βαδίσωσι προς Θεσσαλονίκην».