Ο Αττίκ εγκαινίασε τη χειμερινή περίοδο του κινηματοθεάτρου "Κρόνιον", 7 Οκτωβρίου 1940
Στις 7 Οκτωβρίου 1940, ο Αττίκ εγκαινίασε τη χειμερινή περίοδο του κινηματοθεάτρου "Κρόνιον" παρουσιάζοντας την "Μάνδρα 1939" και την κορυφαία διεθνή Ελληνίδα ντιζέζ Κάκια Μένδρη. Το πολύ ενδιαφέρον αυτό πρόγραμμα συμπληρώθηκε από την εμφάνιση του "7ετούς παιδιού-δαίμονα" Ζωής Νάχη. Ο θίασος συνέχισε τις παραστάσεις μέχρι τις 15 Οκτωβρίου 1940.
Συνθέτης και στιχουργός της ελαφράς μουσικής, πιανίστας, κονφερανσιέ και ηθοποιός, ο Αττίκ δέσποσε στην καλλιτεχνική Αθήνα τη δεκαετία του 1930 με την περίφημη «Μάντρα» του. Σύμφωνα με τον μουσικοκριτικό Γιώργο Λεωτσάκο, «ο σπάνιος συνδυασμός στιχουργικής ευαισθησίας, στην οποία διαφαίνεται μια στοχαστική διάθεση και κάποιο πικρό χιούμορ, πηγαίας μελωδικής έμπνευσης και μιας στέρεης συνθετικής τεχνικής, ανέδειξαν τον Αττίκ στον σημαντικότερο ίσως εκπρόσωπο του δυτικότροπου (πάνω σε γαλλικά πρότυπα) προπολεμικού ελληνικού ελαφρού τραγουδιού».
Η Κάκια Μένδρη (Οδησσός, Ρωσία, 1912 - Αθήνα, 12 Οκτωβρίου 1994) ήταν Ελληνίδα τραγουδίστρια του ελαφρού τραγουδιού, από τις σημαντικότερες του μεσοπολέμου. Με καταγωγή από την Κάλυμνο, η οικογένειά της ήρθε στην Ελλάδα το 1917. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 η Μένδρη προσέλκυσε το ενδιαφέρον του Αττίκ, ο οποίος της έδωσε την ευκαιρία να αναδειχθεί σαν σπουδαία ερμηνεύτρια του αισθηματικού είδους τραγουδιού. Η καριέρα της στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό διάρκεσε έως το 1950, όταν αποσύρθηκε από το καλλιτεχνικό προσκήνιο. Έως τότε, είχε ηχογραφήσει πολλές μεγάλες επιτυχίες των κυριότερων συνθετών της εποχής. Γνωστότερα τραγούδια της είναι τα εξής: "Ακόμα ένα ποτηράκι", "Μαραμένια τα γούλια κι οι βιόλες", "Να ζει κανείς ή να μη ζει", "Παπαρούνα", "Γλυκιά Μαράτα", "Η ζωή ξαναρχίζει με μας", "Μου το'πε η μαργαρίτα".
Μάνδρα του Αττίκ
Η Μάνδρα ή Μάντρα του Αττίκ, ήταν ένας καλλιτεχνικός όμιλος που περιλάμβανε τραγουδιστές και άλλους αυτοσχέδιους παρουσιαστές, μίμους κλπ. και διοργάνωνε διάφορες δημόσιες εμφανίσεις και εκδηλώσεις στην Αθήνα, του οποίου την καλλιτεχνική διεύθυνση είχε ο Κλέων Τριανταφύλλου γνωστότερος ως Αττίκ, ο οποίος εκτελούσε και χρέη κομπέρ.
Την πρωτοβουλία της ίδρυσης αυτής της καλλιτεχνικής ομάδας με τον τίτλο Μάνδρα είχε ο Αττίκ το καλοκαίρι του 1930 σε συνεργασία με τους Μίμη Ευαγγελίδη και Αντώνη Βώττη, οπότε και πρωτοπαρουσιάστηκε αυτή σε υπαίθριο θέατρο της οδού Μηθύμνης 20, στην τότε Πλατεία Αγάμων (σημερινή πλατεία Αμερικής). Από τότε η Μάνδρα του Αττίκ κάθε καλοκαίρι εμφανίζονταν στην Αθήνα και το χειμώνα περιόδευε στην επαρχία μέχρι το 1938, οπότε και εγκαταστάθηκε μόνιμα σε μια αθηναϊκή ταβέρνα, τη "Μονμάρτη" στη διασταύρωση των οδών Αχαρνών και Ηπείρου, η λειτουργία της οποίας εξακολούθησε μέχρι την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου.
Επί σειρά ετών, τα καλοκαίρια το πρόγραμμα της Μάνδρας του Αττίκ παρουσιαζόταν στο υπαίθριο θέατρο Δελφοί επί της οδού Αχαρνών. Πολλοί καλλιτέχνες όφειλαν την ανάδειξή τους στη Μάνδρα του Αττίκ, μεταξύ αυτών οι τραγουδίστριες Λουίζα Ποζέλι, Λίλιαν Λυς, Νινή Ζαχά, Ζωή Νάχη, Καλή Καλό, Δανάη, Πάολα, Κάκια Μένδρη, Καίτη Ντιριντάουα, Λέλα Ζαχαρίου (ψευδώνυμο «Μιτσούκο», η τελευταία αποκάλυψη του Αττίκ), επίσης ο ντιζέρ Τώνης Ράις, ο Κώστας Μπέζος, ο πολυθρύλητος και πανύψηλος μίμος Ανδρέας Ζουλάς, τον οποίο ο Αττίκ παρουσίασε με το ψευδώνυμο «Ζαζάς», ο Σπαθόπουλος, αλλά και οι πρώτοι κονφερασιέ (παρουσιαστές) Ορέστης Λάσκος, Χρήστος Πύρπασος, Μίμης Τραϊφόρος, Φίλων Αρίας και πολλοί άλλοι.
Η Μάνδρα του Αττίκ διαλύθηκε μετά τον θάνατο του Αττίκ το 1944. Πολλοί καλλιτέχνες προσπάθησαν ανεπιτυχώς να δημιουργήσουν παρόμοια συγκροτήματα. Στη δεκαετία όμως του 1950 άρχισαν να δημιουργούνται αναψυκτήρια με έντονο το ύφος της συνέχειας αυτού του είδους καλλιτεχνικής παρουσίας, κυριότεροι δημιουργοί των οποίων ήταν ως παρουσιαστές οι Γιώργος Οικονομίδης στο Πεδίο του Άρεως, ο Όμηρος Αθηναίος στο Γκριν Παρκ και ο Ζαχαρίας Τσίχλας στην Αίγλη του Ζαππείου.
Σύμφωνα με αρχεία της Ελληνικής Χωροφυλακής και δημοσιεύματα της εποχής, στις 24 Ιουλίου του 1935 και υπό κλίμα αναμόχλευσης πολιτικών παθών, μια ομάδα πολιτών ροπαλοφόρων (κατά πάσα βεβαιότητα παρακρατικών) και κάποιων σμηνιτών, που βρισκόταν συγκεντρωμένη στις τελευταίες θέσεις, κατόπιν συνθήματος εισέβαλε στη σκηνή της Μάνδρας (τότε στο υπαίθριο θέατρο «Δελφοί» της οδού Αχαρνών) μεταβάλλοντας τα πάντα σε ερείπια και τραυματίζοντας καλλιτέχνες και θαμώνες, μεταξύ των οποίων και τον δημοφιλή καλλιτέχνη Αττίκ στο κεφάλι, ενώ πολλά από τα θύματα στη συνέχεια μεταφέρθηκαν σε νοσοκομεία. Μεταξύ των θεατών εκείνης της ημέρας έτυχε να βρίσκεται ο τότε καθηγητής κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετέπειτα πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο οποίος κατέθεσε ως μάρτυρας, εκφράζοντας την άποψη «ότι οι μετάσχοντες εις ταύτας στρατιώται της Αεροπορίας θα ήσαν όργανα των προϊσταμένων των αξιωματικών, τους οποίους θεωρεί ηθικούς αυτουργούς των θλιβερών σκηνών», όπως έγραψε τότε η εφημερίδα Ακρόπολις. Αφορμή του επεισοδίου ήταν μια σατιρική κωμωδία και συγκεκριμένα ένα τραγούδι της, που στρεφόταν κατά του πρωθυπουργού Παναγή Τσαλδάρη με θέμα την ενδεχόμενη παλινόρθωση της βασιλείας. Λίγες ημέρες νωρίτερα είχαν προηγηθεί παρόμοιες "επιδρομές" και σε γραφεία φιλοβενιζελικών εφημερίδων.