Άγιος Ιωάννης ο Νεομάρτυρας από τη Μονεμβασιά, 21 Οκτωβρίου
Ζωήν έθυσας ω Iωάννη μάκαρ.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Μονεμβασιώτης είναι νεομάρτυρας της Ορθοδοξίας. Τιμάται στις 21 Οκτωβρίου.
Γεννήθηκε το 1755 στο χωριό Γεράκι της Μονεμβασιάς στην Πελοπόννησο. Ο πατέρας του ήταν ιερέας με καταγωγή από το Γεράκι και η μητέρα καταγόταν από τις Γούβες Λακωνίας.
Υπάρχει και η άποψη που θέλει τον Άγιο να έχει γεννηθεί στο χωριό της μητέρας του στα 1758.
Από μικρό παιδί ήταν πολύ κοντά στην εκκλησία.
Το 1770 κατά την επέλαση των Τουρκαλβανών στον Μωριά με σκοπό την κατάπνιξη της Επανάστασης των Ορλωφικών, στρατιωτικές ορδές υπό τον Χατζή Οσμάν έφτασαν στην Λακωνία. Ο πατέρας του γνώρισε βίαιο θάνατο αφού τον έσφαξαν, ενώ ο δεκαπεντάχρονος τότε Ιωάννης μαζί με την μητέρα του στάλθηκαν στην Λάρισα, όπου εκεί πουλήθηκαν σε κάποιον Τούρκο κτηματία.
Αυτός ο Τούρκος ήταν άκληρος και θέλησε να υιοθετήσει τον Ιωάννη ως ένα έξυπνο και περιεχόμενο παιδί, αφού όμως πρώτα τον εξισλαμίσει, αλλά αυτός αρνήθηκε επανειλημμένως παρά τις προσπάθειες του πρώτου και τις ποικίλες πιέσεις. Αρχικά προσπάθησε με κολακείες και ταξίματα ενώ έπειτα τον βασάνιζε σκληρά. Κατά την περίοδο του Δεκαπενταύγουστου δέχτηκε έντονη πίεση και ο Τούρκος τον δελέαζε ώστε να καταλύσει και χαλάσει την νηστεία που τηρούσε, ο Ιωάννης όμως δεν υπέκυψε. Μάλιστα, κρατώντας ακλόνητη στάση και υπερασπιζόμενος τα πιστεύω του, δέχτηκε μια μαχαιριά στην καρδιά από τον εξαγριωμένο Τούρκο με αποτέλεσμα να απεβιώσει στις 21 Οκτωβρίου του 1773 σε ηλικία μόλις 18 ή 15 ετών.
Ιερά λείψανα
Η Κάρα του Αγίου Ιωάννου του Μονεμβασιώτη και τμήματα χειρών και ποδών του βρίσκονται στη Μονή Ζερμπίτσας Σπάρτης. Μέρος του χειρός του επίσης βρίσκεται στη Μονή Βουλκάνου στη Μεσσηνία. Ακόμη, λείψανα του υπάρχουν και στο Ναό των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων Λαρίσης.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον γόνον σέ, Μονεμβασία, ἀνεβλάστησε, καρποφοροῦντα, Ἰωάννη τᾶς τῆς πίστεως χάριτος, τῶν γὰρ πατρῴων θεσμῶν ἀντεχόμενος, τοὺς ἐκ τῆς Ἀγαρ ἀθλήσας κατήσχυνας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.