Όσιος Παύλος ο νέος που ασκήτευε στο Λάτριο όρος, 15 Δεκεμβρίου
Eι και νεωστί ώφθη Παύλος τω βίω,
Αλλ’ ουν ίσος πέφηνε τοις πριν πατράσιν.
Ο Όσιος Παύλος καταγόταν από την πόλη Ελαία, που βρίσκεται κοντά στην Πέργαμο της Μικράς Ασίας. Γεννήθηκε από γονείς ευσεβείς, τον Αντίοχο και την Ευδοκία, οι οποίοι νωρίς πέθαναν και άφησαν τον Παύλο ορφανό και απροστάτευτο. Έτσι ο Παύλος αναγκάστηκε να βόσκει χοίρους για να ζήσει.
Ο μεγαλύτερος αδελφός του Βασίλειος, που ασκήτευε στο όρος Λάτρος (Δυτική Μικρά Ασία, κοντά στην αρχαία Μίλητο), έμαθε την κατάσταση του Παύλου και έστειλε κάποιο μοναχό να τον βρει και να τον φέρει στη Μονή. Στην αρχή οι χωρικοί αρνήθηκαν να δώσουν τον ορφανό, αλλά ο αδελφός του τον εμπιστεύθηκε στον ασκητή Πέτρο σαν μαθητευόμενο.
Κοντά στον Πέτρο, ο Παύλος διδάχτηκε τη μοναχική ζωή και τόσο πολύ διακρίθηκε σ' αυτή, ώστε μετά τον θάνατο του Πέτρου οι μοναχοί τον κάλεσαν στην ηγουμενία της Μονής. Αυτός όμως δεν δέχτηκε και έφυγε πιο μέσα στο βουνό και ζούσε με αυστηρή νηστεία και προσευχή. Έπειτα κατέβηκε στα κάτω μέρη του βουνού και έκτισε ωραίο ναό στο όνομα της Αγίας Τριάδας, όπου και παρέμεινε μέχρι τέλους της ζωής του, αφού έκανε και πολλά θαύματα.
Μερικοί Συναξαριστές αναφέρουν ότι πέθανε σε βαθιά γεράματα το 896 μ.Χ.
Κάποτε, το Άγιον Πάσχα, επεθύμησε ο Όσιος Παύλος να φάγη τυρί νωπό και εμέμφετο τον εαυτό του ως λαίμαργο και κοιλιόδουλο, διότι ωρεγόταν σαρκικά θελήματα· τότε εμφανίσθηκε πίσω του άνθρωπος με πάταγο στην γη, που ακούσθηκε τρεις φορές, ο οποίος κρατούσε στα χέρια του τυρί νωπό και μόλις το έδωσε στον Όσιο έγινε άφαντος.
Αυτό το εφανέρωσε ο Άγιος αργότερα στον φίλο του Δημήτριο, όχι για να επαινεθή, αλλά για να μην καταλαλήται ο Κύριος. Διότι ο Δημήτριος έλεγε σε κάποιους αδελφούς, ότι δεν ευρίσκονται πλέον άνδρες θείοι και ότι εσβέσθησαν τα θεία χαρίσματα των παλαιών και δεν φαίνονται πουθενά:
«Ποιός σε καιρό ανάγκης έχει την χάρι να αξιώνεται τέτοιας προνοίας από τον Θεό, ώστε να δέχεται τροφή από Αγγελική χείρα;»…
Μόλις το άκουσε αυτό Όσιος, εμειδίασε ολίγο και του είπε:
«Φίλτατε Δημήτριε, ραθυμία πλείστη σου εγέννησε αυτού του είδους τους λόγους και λογισμούς… Ο Θεός είναι ομολογουμένως φιλανθρωπότατος και κηδεμονικώτατος και του ανθρωπίνου γένους πιο επιμελητής και από πατέρα· κανέναν δεν αποστερεί από κάθε γενεά, ούτε αποκηρύττει, αλλά κήδεται και αξιώνει θείων χαρισμάτων ως φιλόπαις πατήρ, και όποια επιθυμία εκφράσει αυτός που Τον φοβείται, αν δεν βλάπτη την ψυχή του, δεν του την στερεί»…
Και αφού είπε αυτά, του εφανέρωσε το θαυμάσιο που αναφέραμε προς δόξαν Θεού.
Το ότι ο κάθε πιστός έχει φύλακα Άγγελο της ζωής του, ο θείος Πατήρ το μαρτυρούσε εκ πείρας και το εδιηγείτο. Έλεγε, ότι άλλοτε έβλεπε τον Άγγελο ως γέροντα, άλλοτε ως νέο και άλλοτε ως πολύ μικρό παιδί· διότι ο Όσιος περιφερόταν πολλές φορές την νύκτα στην έρημο και έβλεπε τους Αγγέλους και δεν φοβόταν καθόλου ούτε δείλιαζε από βροντές, αστραπές ή άγρια θηρία.
Κάποια νύκτα που έβρεχε δυνατά, εισήλθε σε κάποιο σπήλαιο και προσευχόταν κατά την συνήθειά του. Τότε ήλθε και μία πάρδαλις και έπεσε δίπλα του. Ο Όσιος της έριξε λίθο και την εδίωξε και εκείνη βγήκε ατάραχα και έφυγε, χωρίς να αγριεύση εναντίον του…
Κάποιοι μάλιστα τον ερωτούσαν πως δεν εφοβείτο να περιφέρεται την νύκτα σε έρημο και πολύ άγριο βουνό. Και ο Όσιος έλεγε:
«Όσο με φυλάγει ο φύλακας της ψυχής μου Άγγελος, δεν φοβούμαι ούτε αστραπές, ούτε θηρία, ούτε τίποτε άλλο• …»
Από τον θαυμαστό Βίο του Οσίου Παύλου του Νέου του εν τω Λάτρῳ* ( 15.12.956)
(*) Περιοδ. «Αγιος Κυπριανός», αριθ. 311/Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2002, σελ. 192. Απλοποίησις από το έργο «Βίος και Πολιτεία του Οσίου Πατρός ημών Παύλου του νέου του εν τω Λάτρω», §§ 21-22, Edition: T. Wiegand, Milet. 3.1. Der Latmos, Berlin 1913
Συχνά πήγαινε σ’ ένα δάσος και προσευχόταν μπροστά σ’ ένα δένδρο, το οποίο φαινόταν να καίγεται ολόκληρο. Το άυλο αυτό πυρ τον περιέλουζε ολόκληρο, ενώ τα δάχτυλά του έμοιαζαν με φλεγόμενες λαμπάδες που έφτανε η φλόγα στον Oυρανό. Γι’ αυτό και ο Παύλος φλεγόμενος από τον έρωτα του Χριστού, έφευγε σε απομονωμένα μέρη του όρους Λάτρος, όπου για συντροφιά είχε τα άγρια θηρία και ζούσε με αυστηρή νηστεία και προσευχή. Ο φύλακας άγγελός του, ο οποίος φανερά μιλούσε μαζί του, φρόντιζε για όλες του τις ανάγκες και εκπλήρωνε προθύμως κάθε του θέλημα. Μία φορά επειδή χάθηκε η βακτηρία του Aγίου, την οποία είχε και ακουμπούσε, κι ο Άγγελός του έφερε, άλλη αντί εκείνης και του έδωκε.
Είχε φθάσει σε τέτοιο ύψος αρετής, ώστε υψωνόταν από τη γη «ένα πήχυν, οτέ δε και δύο εις αέρα», ενώ έβλεπε «καθαρώς την του Χριστού εικόνα», όπως ήταν αποτυπωμένη στο Άγιο Μανδήλιο. Μπορούσε δε να διακρίνει το δαιμονικό φως, σε σύγκριση με το αγαθό και θείο φως, το οποίο αγιάζει την ψυχή και τη γεμίζει με χαρά και ιλαρότητα.
Αξιώθηκε και του προορατικού χαρίσματος, αφού στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ΄ τον Πορφυρογέννητο (913-959), με τον οποίο διατηρούσε αλληλογραφία, είχε διαμηνύσει να μην επιχειρήσει εκστρατεία εναντίον των Αράβων στην Κρήτη το 949. Ο αυτοκράτορας δεν έλαβε όμως σοβαρά υπόψη του την προτροπή του Οσίου με αποτέλεσμα να υποστεί οικτρή ήττα.
Κατά τη στιγμή που η μακαρία ψυχή του μετέβαινε στον Ουρανό, κάποιοι μοναχοί που βρίσκονταν σε άλλους τόπους, είδαν τους αγγέλους να οδηγούν την ψυχή του στον θρόνο του Θεού.Κοιμήθηκε ειρηνικά στις 15 Δεκεμβρίου το έτος 944 ή 956 μ.Χ.
Ο Όσιος Βασίλειος ο Νέος που εορτάζει στις 26 Μαρτίου, ήταν αδελφός του Οσίου Παύλου, όπου εγκαταβίωσε στη Λαύρα του Προφήτου Ηλιού στο όρος Όλυμπος της Βιθυνίας. Ήταν δε συγγενής εκ μητρός του Οσίου Ιωαννικίου του Μεγάλου.
Λειτουργικά κείμενα
Απολυτίκιον Οσίου Παύλου εν τω όρει Λάτρου. Ηχος πλ. δ’
Εν σοί Πάτερ, ακριβώς διεσώθη το κατ’ εικόνα· λαβών γαρ τον σταυρόν, ηκολούθησας τω Χριστώ και πράττων εδίδασκες, υπεροράν μεν σαρκός, παρέρχεται γαρ’ επιμελείσθαι δε ψυχής, πράγματος αθανάτου, διό και μετά Αγγέλων συναγάλλεται, όσιε Παύλε εν Λάτρω το πνεύμα σου.