Όσιος Μιχαήλ ο Σύγκελος και Ομολογητής, 18 Δεκεμβρίου
Οὐκ, εἰ τελευτᾷς Μιχαήλ, τοῦτο ξένον·
Ἀλλ' εἰ θανὼν ζῇς, ὥς περ οὖν ζῇς ἀξίως.
Ο Όσιος Μιχαήλ γεννήθηκε στην Παλαιστίνη το 761 μ.Χ (ή κατ' άλλους, το 763 μ.Χ.). Οι πρόγονοί του ήταν Πέρσες και οι ευσεβείς γονείς του τον αφιέρωσαν στη διακονία του Θεού. Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεόδωρος τον έκειρε αναγνώστη στον ναό της Ανάστασης και στην Ιερουσαλήμ εκπαιδεύτηκε κατά τον καλύτερο τρόπο.
Σε ηλικία 25 ετών έγινε μοναχός στη Μονή του Αγίου Σάββα και μετά 12 χρόνια άσκησης, χειροτονήθηκε από τον Πατριάρχη Θωμά πρεσβύτερος, με πρόταση του ηγουμένου της Μονής.
Μετά δύο χρόνια αποσύρθηκε από τη Μονή σ' ένα κελί, όπου καλλιέργησε πολύ την προσευχή. Μάλιστα ο ηγούμενος της Λαύρας, εμπιστεύτηκε στον Μιχαήλ την πνευματική μόρφωση των δύο αδελφών Γραπτών Θεοδώρου και Θεοφάνη (βλέπε 27 Δεκεμβρίου και 11 Οκτωβρίου). Αλλά ο Πατριάρχης Θωμάς, έχοντας ανάγκη τον Μιχαήλ, τον μετακινεί μαζί με τους δύο μαθητές του στα Ιεροσόλυμα και τον καθιστά σύγκελλο και σύμβουλό του.
Αργότερα τον στέλνει στη Ρώμη για κάποια εκκλησιαστικά ζητήματα, επέδωσε μάλιστα μέσω αυτού και επιστολές στον τότε αυτοκράτορα Λέοντα τον εικονομάχο, τον οποίο ο Πατριάρχης Θωμάς παρατηρούσε σκληρά για τον διωγμό κατά των εικόνων. Εξοργισμένος απ' αυτό ο Λέοντας, έριξε την πατριαρχική πρεσβεία στη φυλακή, όπου έμεινε για αρκετά χρόνια μέχρι τη δολοφονία του Λέοντα.
Αλλά και μετά την ανάρρηση του Μιχαήλ Τραυλού στο θρόνο (820 μ.Χ.) και αφού για λίγο ο όσιος αποφυλακίζεται, συλλαμβάνεται και πάλι, φυλακίζεται και αυτή η φυλάκισή του παρατάθηκε μέχρι και όλη τη βασιλεία του Θεοφίλου.
Αποφυλακίστηκε από τη Θεοδώρα και τον γιο της Μιχαήλ και αποδόθηκε στην Εκκλησία σαν Ομολογητής, αφού στο σώμα του έφερε τα στίγματα των αγώνων του. Μετά την καθαίρεση του εικονομάχου Πατριάρχου Ιωάννη, η ψήφος όλων για τη διαδοχή, ήταν με το μέρος του Μιχαήλ. Αλλά ο Μιχαήλ, 80 χρονών πλέον και ασθενής, αρνήθηκε να δεχτεί το θρόνο και ζήτησε να του παραχωρηθεί η μονή της Χώρας για να αναπαυθεί. Εκεί πέρασε και τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του ειρηνικά και όταν πέθανε τον έθαψαν κοντά στους τάφους των ομολογητών Γερμανού και Πατριάρχη και Θεοδώρου του Γραπτού (846 μ.Χ.).
Η αρχή της πραγματείας του Μιχαήλ για τη σύνταξη, γραμμένη στην Έδεσσα στις αρχές της δεκαετίας του 810. Από χειρόγραφο του 15ου αιώνα..
Γραπτά
Η ταυτοποίηση των γραπτών του Μιχαήλ του Σύγκελλου περιπλέκεται από την ύπαρξη τριών ή τεσσάρων συγγραφέων του 9ου αιώνα με το όνομα Μιχαήλ, οι οποίοι αναγνωρίζονται από το αξίωμα του σύγκελλου. Ο Μιχαήλ ο Σύγκελλος αναφέρεται μερικές φορές, αλλά όχι πάντα, ως "Ιεροσολύμων" ή "Κωνσταντινουπόλεως". Υπήρχε μάλιστα και άλλος Μιχαήλ που ήταν σύγκελλος της Κωνσταντινούπολης. Τα σωζόμενα έργα που αποδίδονται με βεβαιότητα σε αυτόν περιλαμβάνουν:
- Μέθοδος περὶ τῆς τοῦ λόγου συντάξεως, το αρχαιότερο σωζόμενο μεσαιωνικό εγχειρίδιο για τη σύνταξη της ελληνικής γλώσσας, γραμμένο μεταξύ 810 και 813. Αντλεί από έργα προγενέστερων συγγραφέων, όπως ο Απολλώνιος ο Δύσκολος, ο Ηρωδιανός και η Τέχνη γραμματική που παραδοσιακά αποδίδεται στον Διονύσιο τον Θράκα, και καλύπτει όλα τα μέρη του λόγου, αν και λέει λίγα για τη μορφολογία. Το έργο απέκτησε μεγάλη δημοτικότητα τον 13ο αιώνα και σώζεται σε περίπου 100 χειρόγραφα.
- Ένας εγκωμιαστικός λόγος για τον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, γραμμένος κατά τη διάρκεια της κράτησής του στην Προύσα (820–834).
- Μετάφραση στα ελληνικά ενός αραβικού ομολογητικού κειμένου της Χαλκηδόνιας πίστης από τον μοναχό Θεόδωρο Αβού Κουρρά, απευθυνόμενου στους Αρμενίους γύρω στο 813.
- Λίβελλος περὶ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, ένα μικρό βιβλίο για την ορθοδοξία.
- Ένα ανακρεόντειο ποίημα για την αποκατάσταση των εικόνων.
- Τέσσερις κανόνες (ύμνοι).
Τα σωζόμενα έργα που η απόδοσή τους στον Μιχαήλ είναι αμφισβητούμενη περιλαμβάνουν:
- Επιστολή προς τους Θεόδωρο και Θεοφάνη. Περιλαμβάνεται στην ανώνυμη βιογραφία του, αλλά η αυθεντικότητά της είναι αμφιλεγόμενη. Γράφτηκε το 836, μετά την επιστροφή τους στην Κωνσταντινούπολη από την εξορία για ανάκριση και τατουάζ.
- Μια αφήγηση για τους 42 μάρτυρες της Αμορίου. Σύμφωνα με ένα χειρόγραφο του 1023, διαβάστηκε στις 7 Μαρτίου του 843, 844 ή 845, γεγονός που θα το καθιστούσε ένα από τα τελευταία έργα του Μιχαήλ.
- Εγκώμιο στον Ζαχαρία, πατέρα του Ιωάννη του Βαπτιστή, δύο εγκώμια στους αγγέλους, ένα στους αρχαγγέλους Γαβριήλ και Μιχαήλ, ένα στον Άγιο Μώκιο και ένα στους Αγίους Ισαάκ και Δαλμάτιο.
- Μια αφήγηση για τη ζωή και τα θαύματα του Ιωάννη του Δαμασκηνού και του Κοσμά του Μαϊουμά και μια άλλη βιογραφία του Ιωάννη του Δαμασκηνού.
- Δύο λόγους ή ομιλίες, μία για τους νεκρούς και μία για την Αγία Ζώνη.
- Ένα πολεμικό κείμενο κατά του Ισλάμ με αφήγηση για τις απαρχές του. Αυτό βρίσκεται στο χωρίο 697.12–702.9 του Χρονικού σύντομου του Γεωργίου Αμαρτωλού, ο οποίος αναφέρεται στην περίληψη (ἐπιτομή) του Μιχαήλ επί του θέματος.
Ορισμένα χαμένα έργα του Μιχαήλ είναι γνωστά από τη βιογραφία του:
- Η αλληλογραφία του με τους Έλληνες μοναχούς της βυζαντινής Σικελίας σχετικά με το φιλιόκβε.
- Η αλληλογραφία του με άλλους εικονόφιλους κατά τη διάρκεια της κράτησής του στην Προύσα.
- Η αλληλογραφία του κατά τη μοναχική του απομόνωση με τον εικονόφιλο Στέφανο τον ασηκρίτη και τον Καλλώνα τον σπαθάριο.