Ο Λοχαγός Αντώνιος Κουμανάκος με την επίσημη στολή στις Σέρρες, 1915
Ο Λοχαγός Αντώνιος Κουμανάκος με την επίσημη στολή στις Σέρρες, 1915
Εναν άλλον Δεκέμβρη, του 1917, βρίσκουμε τον Ευστράτιο Σταματόπουλο στρατιώτη στον πόλεμο. Τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου ο Μυριβήλης έχει καταταγεί στο 4ο Σύνταγμα της Μεραρχίας Αρχιπελάγους και έχει αναχωρήσει από τη Λέσβο για τη Μακεδονία. Με το Σύνταγμά του κινούν το καλοκαίρι να στήσουν προφυλακή στο Μοναστήριον. Στο Αρχείο του, έξι φωτογραφίες από το Πουαντό-Γευγελή τον Δεκέμβριο του 1917, με επιμέλεια τοποθετημένες επάνω σε γκρίζο χαρτόνι, φέρουν ιδιόχειρες λεζάντες: «Στην πόρτα του αμπρί μου τραβηγμένη με ομίχλη» γράφει στη μία. «Στη μέση ξεσκούφωτος και μαγουλικωμένος ο νέος προϊστάμενός μου, λοχαγός Κουμανάκος. Χρυσός τύπος» γράφει στην άλλη και αλλού: «Τρεχάλες μες στο χιονισμένο δάσος του καταυλισμού μας με το αγαπημένο μου σκυλί του Ταμείου "Λέων"». Είναι η χρονιά που αρχίζει να γράφει τη Ζωή εν τάφω. Με την έκδοσή της στην Αθήνα το 1930 λαμβάνει θέση ανάμεσα στους μεγάλους ευρωπαίους λογοτέχνες της αντιπολεμικής λογοτεχνίας και γίνεται για τον Τύπο της εποχής «ο Ελληνας Ρεμάρκ».