Αγία Θεοδότη και τα τρία παιδιά της, 22 Δεκεμβρίου
Ἡ Θεοδότη πῦρ φέρει σὺν φιλτάτοις,
Φίλτρῳ Θεοῦ ζέουσα, καὶ πυρὸς πλέον.
Η μνήμη της Αγίας Θεοδότης και των τριών παιδιών της επαναλαμβάνεται και στις 29 Ιουλίου με παρόμοια βιογραφικά στοιχεία.
Η Αγία Θεοδότη έζησε στα χρόνια του βασιλιά Διοκλητιανού (284 - 304 μ.Χ.) και καταγόταν από τη Βιθυνία. Στη Νίκαια γνώρισε την Αγία Αναστασία τη Φαρμακολύτρια (βλέπε ίδια ημέρα), μαζί με τον δάσκαλό της Χρυσόγονο (βλέπε ίδια ημέρα) και όλοι μαζί επισκέπτονταν στις φυλακές τους μάρτυρες χριστιανούς και τους συμπαραστέκονταν ποικιλοτρόπως. Όταν το έμαθε αυτό ο Διοκλητιανός, θέλησε να δώσει τη Θεοδότη για γυναίκα στον άρχοντα Λευκάδιο (ή Λευκάτιο), με σκοπό να την ελκύσει στην ειδωλολατρία. Αυτή όμως αρνήθηκε και παραδόθηκε στον άρχοντα Βιθυνίας υπατικό Νικήτιο, ο οποίος την έριξε μαζί με τα τρία παιδιά της στη φωτιά, όπου βρήκαν μαρτυρικό θάνατο.
Από μικρή τηρούσε στην ζωή της με μεγάλη συνέπεια τις εντολές του Θεού κάτι το οποίο προσπαθούσε να περάσει και στα παιδιά της.
Έμεινε χήρα σε νεαρή ηλικία και αφοσιώθηκε στην ανατροφή των τριών παιδιών της. Με τη φιλόστοργη φροντίδα της μεγάλωσαν οι γιοι της και αναδείχθηκαν παιδιά πιστά και με μεγάλη φρόνηση. Τα χρόνια, όμως, εκείνα ήταν δύσκολα και επικίνδυνα. Η εικονομαχία ήταν στο αποκορύφωμά της. Η Αγία Θεοδότη με τους γιους της ήταν στην πρώτη τάξη των υπέρμαχωναθλητών της Ορθοδοξίας.
Εκείνη μεταξύ του γυναικείου κόσμου, αυτοί μεταξύ των συνομηλίκων τους, συμβούλευαν υπέρ της τιμητικής προσκύνησης των Ιερών Εικόνων και έβαλαν κατά των ασεβών προσταγμάτων των εικονομάχων βασιλέων.
Λόγω της χριστιανικής της πίστης συνελήφθη από τον άρχοντα Λευκάδιο,(ο οποίος την είχε ζητήσει σε γάμο, αλλά εκείνη του το είχε αρνηθεί) και αυτός την παρέδωσε στον άρχοντα της Βιθυνίας, Νικήτιο. Εκείνος, σκληρός και κακεντρεχής όπως ήταν, έριξε την Θεοδότη και τα τρία παιδιά της μέσα σε πυρακτωμένη κάμινο, όπου παρέδωσαν την ψυχή τους στον Θεό, για να λάβουν το στέφανο της αιωνίου ζωής.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα)
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ὡς δῶρον ἐκλεκτόν, Θεοδότη θεόφρον, προσήγαγες Θεῷ, τοὺς ἐνθέους βλαστούς σου, σὺν τούτοις γὰρ ἠγώνισαι, ἱερῶς ἐναθλήσασα, μεθ’ ὧν πρέσβευε, ὑπὲρ ἡμῶν τῷ Κυρίῳ, δοῦναι ἄφεσιν, ἁμαρτιῶν ἡμῖν πᾶσι, καὶ βίου διόρθωσιν.