Όσιος Βιτιμίων, 24 Δεκεμβρίου
Tον φθαρτόν εκδύς θύλακον Bιτιμίων,
Άφθαρτον αυτόν εις ανάστασιν λάβοι.
Ο Όσιος Βιτιμίων ήταν ασκητής της ερήμου που απεβίωσε ειρηνικά.
Ο Όσιος Βιτιμίων ήταν ένας Κόπτης άγιος του 4ου αιώνα, καταγόμενος από τη Φίσα (σημερινό Κυβερνείο Μπεχέιρα), στην επισκοπή του Μασίλ.
Σύμφωνα με Κοπτικά χειρόγραφα, ένας άγγελος εμφανίστηκε στον Βιτιμίων όταν ήταν 12 ετών και του ζήτησε να γίνει μοναχός. Ο Βιτιμίων συμφώνησε και πήγε στην έρημο της Σκήτης, όπου έζησε με μια ομάδα μοναχών για 24 χρόνια, μέχρι που όλοι τους εκοιμήθησαν.
Μετά από αυτό, ο Βιτιμίων άφησε τον τόπο αυτό και προχώρησε βαθιά στην έρημο, τρεις ημέρες δρόμο μακριά. Αντιμετωπίζοντας τις παγίδες των δαιμόνων, έζησε σε μια κοιλάδα μέσα στην έρημο για τρία χρόνια, νηστεύοντας για μία εβδομάδα κάθε φορά. Στο τέλος της κάθε εβδομάδας, έτρωγε μια χούφτα χουρμάδες και έπινε λίγο νερό. Σύμφωνα με τις Κοπτικές πηγές, κάποτε νήστεψε για 80 ημέρες, φτάνοντας στο σημείο όπου το δέρμα του είχε κολλήσει στα οστά του.
Μετά από χρόνια ζωής στην έρημο, ο Βιτιμίων επέστρεψε στη γενέτειρά του, τη Φίσα, όπου έχτισε ένα μικρό κελί στα περίχωρα της πόλης. Έζησε εκεί μόνος, αφοσιωμένος στη λατρεία και στην άσκηση. Έγινε πρότυπο αρετής και παράδειγμα για όλους όσοι τον έβλεπαν, ενώ πολλοί άνθρωποι τον επισκέπτονταν για να διδαχθούν από την πνευματική του σοφία.
Κοπτικές πηγές αναφέρουν ότι ο Άγιος Σενουτάς ο Αρχιμανδρίτης είδε κάποτε έναν εξαιρετικά λαμπερό στύλο και άκουσε μια φωνή να του λέει: «Αυτός είναι ο Αββάς Βιτιμίων». Έτσι, ο Σενουτάς πήγε και τον επισκέφθηκε για μερικές ημέρες.
Μετά από μια σύντομη ασθένεια, ο Βιτιμίων εκοιμήθη σε ηλικία 70 ετών, στις 11 του μήνα Κοίακ.
Γράφει περί αυτού ο Όσιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στον Συναξαριστή του:
«O Όσιος ούτος φαίνεται εις τον Παράδεισον των Πατέρων, ότι ονομάζεται Bιτίμιος. Eις τούτον έδωκαν μίαν φοράν μήλα διά να τα δώση εις τους εν τη Σκήτη γέροντας. Aπελθών δε και κτυπήσας την πόρταν του κελλίου του Aββά Aχιλλά, ηθέλησε διά να δώση εις αυτόν από τα μήλα. O δε Aχιλλάς απεκρίθη αυτώ. Kατ’ αυτήν την ώραν δεν ήθελα, αδελφέ, να κτυπήσης εις την πόρταν μου, καν και ήθελες να μοι δώσης μάννα Oυράνιον. Όθεν ουδέ εις άλλου κελλίον μη υπάγης. O Bιτίμιος λοιπόν επήγε μεν τα μήλα εις την Eκκλησίαν, αυτός δε ανεχώρησεν εις το κελλίον του»
Στους συναξαριστές διαβάζουμε:
Την περίοδο της συγκομιδής των ελιών, ήταν συνήθεια να δίνεται σε κάθε έναν από τους πατέρες της Σκήτης ένα δοχείο λαδιού, σφραγισμένο με γύψο. Όταν ο χρόνος περνούσε και ερχόταν η επόμενη περίοδος της συγκομιδής, οι μοναχοί έπρεπε να επιστρέφουν το δοχείο στην εκκλησία. Ο Αββάς Βιτίμιος είχε κάνει μια μικρή τρύπα στη σφραγίδα και είχε πάρει μόνο μια ελάχιστη ποσότητα λαδιού, πιστεύοντας ότι με αυτόν τον τρόπο τηρούσε αυστηρή εγκράτεια.
Όταν, όμως, είδε τους υπόλοιπους πατέρες να επιστρέφουν τα δοχεία τους γεμάτα και με τη σφραγίδα άθικτη, πλημμύρισε από ντροπή, όπως κάποιος που συλλαμβάνεται επ’ αυτοφώρω να διαπράττει το αμάρτημα της πορνείας..