Όσιος Βαβύλας, 28 Δεκεμβρίου
Υπήρχε ένας μίμος στην Κιλικιανή Ταρσό που ονομαζόταν Βαβύλας, και μαζί του βρίσκονταν δύο παλλακίδες, η μία ονομαζόταν Κομήτα και η άλλη Νικόσα. Ζούσαν μια ζωή γεμάτη ακολασία, κάνοντας ό,τι τους υπαγόρευαν οι δαίμονες. Μια μέρα, όμως, με τη θεία πρόνοια, μπήκαν σε μια εκκλησία και άκουσαν το Ευαγγέλιο να διαβάζεται, όπου έλεγε: «Μετανοείτε, γιατί πλησίασε η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 3:2). Συντετριμμένος από τη συνείδησή του, έκλαψε από τρόμο, κατηγορώντας τον εαυτό του για τις αμαρτίες που είχε διαπράξει. Βγήκε τρέχοντας από την εκκλησία και φώναξε τις δύο συντρόφους του.
«Ξέρετε πόσο ακολασιακά έχω ζήσει μαζί σας,» τους είπε. «Δεν αγάπησα καμιά σας περισσότερο από την άλλη, οπότε όλα όσα έχω ανήκουν και στις δύο σας. Πάρτε τα όλα και μοιραστείτε τα εξίσου, γιατί από αυτή τη στιγμή αποκηρύσσω τον κόσμο για να γίνω μοναχός.»
Με μία φωνή, και οι δύο ξέσπασαν σε δάκρυα.
«Μοιραστήκαμε μαζί σου αυτή τη ζωή της ηδονής, βάζοντας σε κίνδυνο τις ψυχές μας,» είπαν. «Τώρα που πρόκειται να κάνεις κάτι που ευχαριστεί τον Θεό, θα μας διώξεις και θα το κάνεις μόνος σου; Όχι, σίγουρα όχι. Θα μοιραστούμε μαζί σου και τα αγαθά πράγματα.»
Και έτσι, ο μίμος κλείστηκε σε έναν από τους πύργους της πόλης, και οι δύο γυναίκες πούλησαν τα πάντα, έδωσαν τα χρήματα στους φτωχούς, φόρεσαν το ένδυμα της ευσέβειας και εξασφάλισαν για τον εαυτό τους ένα μικρό κελί κοντά στον πύργο, όπου κι εκείνες κλείστηκαν. Τον συνάντησα προσωπικά και εντυπωσιάστηκα βαθύτατα από αυτόν. Είναι εξαιρετικά πράος, ταπεινός και ελεήμων. Ας ωφεληθούν όσοι διαβάζουν αυτά που έχω γράψει.