Αγία Αγάπη η παρθενομάρτυς, 3 Απριλίου
Στις 3 Απριλίου 304, στη Θεσσαλονίκη της Μακεδονίας, ο κόσμος έγινε μάρτυρας του μαρτυρίου των Αγάπης, Χιονίας και Ειρήνης, τριών αδελφών που πλήρωσαν το ύψιστο τίμημα για την ακλόνητη πίστη τους. Ένα έγγραφο της εποχής αφηγείται την ιστορία τους, διατηρώντας ζωντανή την κληρονομιά τους.
Το σκηνικό του μαρτυρίου τους ήταν ένα διάταγμα του αυτοκράτορα Διοκλητιανού το 303, το οποίο καθιστούσε παράνομη την κατοχή χριστιανικών γραφών. Αυτό το διάταγμα έφερε τις αδελφές σε δεινή θέση. Η Αγάπη, η Χιονία και η Ειρήνη, κόρες ειδωλολατρών γονέων στη Θεσσαλονίκη, είχαν κρύψει ιερά κείμενα. Η αφοσίωσή τους σε αυτά ήταν βαθιά· θρηνούσαν για τη χαμένη ευκαιρία να τα μελετούν ελεύθερα.
Δεν συνελήφθησαν για τα κρυμμένα ιερά βιβλία, αλλά για την άρνησή τους να φάνε τροφή που είχε θυσιαστεί στους ειδωλολατρικούς θεούς. Όταν οδηγήθηκαν ενώπιον του ηγεμόνα Δουλκητίου, ανακρίθηκαν. Η Αγάπη μίλησε, εκφράζοντας την αμετακίνητη πίστη τους: «Πιστεύω στον ζώντα Θεό και δεν θα χάσω με μια κακή πράξη όλη την αρετή της προηγούμενης ζωής μου».
Η Αγάπη και η Χιονία καταδικάστηκαν σε θάνατο διά πυρός. Η Ειρήνη, λόγω της νεότητάς της, αρχικά φυλακίστηκε. Η εκτέλεση των αδελφών της οδήγησε σε έρευνα της κατοικίας τους, όπου βρέθηκαν τα κρυμμένα ιερά κείμενα.
Η μοίρα της Ειρήνης ήταν τραγική. Εστάλη σε οίκο ανοχής για στρατιώτες, όμως παρέμεινε αμόλυντη, γεγονός που θεωρήθηκε θεϊκή προστασία. Η άρνησή της να αποκηρύξει την πίστη της οδήγησε στην εκτέλεσή της, είτε διά αυτοπυρπολήσεως είτε, πιο πιθανό, με βέλος στον λαιμό. Οι ιερές γραφές που τόσο πολύ αγαπούσαν εκείνη και οι αδελφές της καταστράφηκαν δημόσια.
Για κάποιο λόγο σήμερα έχουν ξεχαστεί οι άλλες δύο Αγίες, ενώ δε παρέχετε καμία πληροφορία από τους συναξαριστές για την Αγία Αγάπη στον εορτασμό σήμερα..