Βασίλειος Καρδαμένης
Το 1931 χειροτονήθηκε διάκονος και αρχικά υπηρέτησε ως διάκονος και ιεροκήρυκας στη Μητρόπολη Πριγκηποννήσων (1931–1933), και στη συνέχεια στη Μητρόπολη Χαλκηδόνος (1933–1934). Το 1934 μετακινήθηκε στη Μητρόπολη Σερρών και Νιγρίτης, όπου το Μάρτιο του 1936 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη και διορίστηκε Πρωτοσύγκελος της Μητροπόλεως.
Κατά τη διάρκεια της βουλγαρικής κατοχής, ακολούθησε τον τότε Μητροπολίτη Κωνσταντίνο Μεγγρέλη στη Νιγρίτα, δείχνοντας πίστη και αφοσίωση στο ποιμαντικό του έργο εν μέσω δυσμενών συνθηκών. Επιπλέον, υπηρέτησε ως έφεδρος στρατιωτικός ιερέας κατά την πολεμική περίοδο 1940–1941, καθώς και το διάστημα 1948–1950.
Στις 22 Απριλίου 1956 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Μηθύμνης και υπηρέτησε εκεί μέχρι τις 16 Νοεμβρίου 1965, οπότε και εξελέγη Μητροπολίτης Σερρών και Νιγρίτης. Η μετάθεσή του στο Μητροπολιτικό Θρόνο των Σερρών αποτέλεσε σημαντικό γεγονός για την τοπική εκκλησιαστική κοινότητα. Κατά τη διάρκεια της ποιμαντορίας του, συνέβαλε καθοριστικά στην ολοκλήρωση του Μητροπολιτικού Ναού των Μεγάλων Ταξιαρχών, ο οποίος είχε θεμελιωθεί από τον προκάτοχό του, καθώς και στην πλήρη ανακαίνιση του επισκοπικού Μεγάρου.
Ο Κωνσταντίνος Καρδαμένης εκοιμήθη στις Σέρρες στις 4 Απριλίου 1984 και ετάφη στον Μητροπολιτικό Ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχών. Προς τιμήν του, δρόμος της πόλης των Σερρών φέρει το όνομά του.