Ἵπποις Ὀνησιφόρε πρὸς Θεὸν τρέχων, Ἔχεις συνιππεύοντα καὶ τὸν ἱκέτην. Νύσσης οὐρανίης ἐπέβητ᾿ ἐνάτῃ ὦ ἀθληταί. Οι Άγιοι Ονησιφόρος και Πορφύριος έζησαν, και πέθαναν βαπτισμένοι στα αίματα τους, κατά το διωγμό του Διοκλητιανού. Και οι δύο υπηρετούσαν σε διάφορα φιλανθρωπικά έργα της Εκκλησίας. Συγχρόνως, άνηκαν στην ομάδα που ανίχνευε κατά τη διάρκεια της νύκτας και ανεύρισκε σώματα μαρτύρων, που ρίχνονταν στις χαράδρες. Τα μάζευαν και τα παρέδιδαν να ταφούν με την αρμόζουσα τιμή. Κάποτε, όμως, τους ανακάλυψαν και τους συνέλαβαν. Κατόπιν τους εξεβίασαν να αρνηθούν την πίστη τους. Αλλά εκείνοι έμειναν σταθεροί στην ομολογία της αγίας πίστης στο Χριστό, χωρίς να φοβηθούν τις απειλές και τα επικείμενα μαρτύρια. Τους έδεσαν, λοιπόν, πίσω από άγρια άλογα, τα οποία τους έσυραν με δυνατό καλπασμό, μέσα από αγκάθια και πέτρες. Όταν τα άλογα σταμάτησαν κουρασμένα, μετά από αρκετές ώρες δρόμου, τα σώματα των μαρτύρων βρέθηκαν διαμελισμένα, πνιγμένα στο αίμα. Και όπως αναφέρει η Αποκάλυψη, «εἶδον